“Ζείτε παίδες Ελλήνων;”, στοχασμοί με χιούμορ
Η απάντηση στο ερώτημα «Ζείτε παίδες Ελλήνων;» που προβάλλει η θεατρική παράσταση των Ρήγα-Αποστόλου, δίδεται κυρίως στο τέλος, όπου οι ηθοποιοί στέκονται και λένε τους λόγους για τους οποίους η Ελλάδα δε πρόκειται να χαθεί στο διάβα των χρόνων. Στο θέατρο Λαμπέτη συνεχίζεται ως τις 29 Απρίλη το «Ζείτε Παίδες Ελλήνων;». Πρόκειται για μια επιθεώρηση όπου συμμετέχουν τρανταχτά, τηλεοπτικά- κατά κύριο λόγο- πρόσωπα, χορεύοντας και τραγουδώντας για μια Ελλάδα που κοιτά κατάματα το παρελθόν της και αναλογίζεται τι έφταιξε και έφτασε ως αυτό το σημείο. Όλα τούτα, με απόλυτα χιουμοριστική διάθεση και αυτοσαρκασμό, με σκοπό να αποτινάξουμε ή να αναλάβουμε τις ευθύνες που αναλογούν στον καθένα.
Η Ελλάδα σε όλο της το σύγχρονο «μεγαλείο». Πολιτικοί, μεγαλοαστοί, ηλικιωμένοι, ομοφυλόφιλοι, όλοι τους με την ταυτότητα του Έλληνα, λοιδορούν το κράτος που πια δεν τους βολεύει, τους ξέχασε. «Αυτός ο Σημίτης μας κατέστρεψε!», λέει και ξαναλέει μια περσόνα της παράστασης. Η αλήθεια όμως είναι άλλη, μόνοι καταστρέψαμε τους εαυτούς μας. «Εμείς είμαστε που πιστέψαμε στην «ευτυχισμένη» ζωή που μας υποσχέθηκαν». Τούτο το συμπέρασμα διαφαίνεται απ’ τις ποικίλες ιστορίες που μας χαρίζει το συγγραφικό δίδυμο της πόλης Ρήγα-Αποστόλου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ιστορία με τους Αλβανούς μετανάστες, που γίνανε πιο Έλληνες κι απ’ τους Έλληνες, καθώς δείχνουν να πονούν τούτο τον τόπο, έχουν ένα γιο, και τον μεγαλώνουν σαν Έλληνα θεό. Στη τελική, Ελλάδα είναι η γλώσσα, είναι η ψυχή, δεν είναι στο αίμα, είναι στη καρδιά.
Ατάκα πάνω στην ατάκα, λεκτικός χείμαρρος ο οποίος ίσως «ψάχνει» παραπάνω απ’ όσο χρειάζεται το γέλιο του κόσμου. Υπάρχει το άγχος της «εξυπνάδας», και αυτό δυστυχώς φαίνεται. Το σκηνικό απεικονίζει την πλατεία Συντάγματος, δίπλα η βουλή, πιο πίσω ο Λυκαβηττός. Στους τοίχους χαραγμένα συναισθήματα μιας οργής που είναι έτοιμη να σπάσει. Οι ηθοποιοί με χαρωπή διάθεση μας κοιτούν στα μάτια και μας λένε μυστικά στ’ αυτί «Προχώρα, όλα θα αλλάξουν, στο χέρι μας είναι.». Χορεύουν, τραγουδούν, φορώντας τα φανταχτερά στολίδια τους. Δεν απαιτείται να «σκάψουν» ιδιαίτερα ερμηνευτικά, το έργο για τους περισσότερους θεωρείται εύκολο, διαδικαστικό.
Η μουσική είναι σημαντική παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές Ελλήνων, προσδιορίζει την οντότητα του έθνους. Χωρίς Χατζιδάκι, Ξαρχάκο, Θεωδοράκη, Τσιτσάνη και πολλούς ακόμη ίσως δεν θα υπήρχε κάτι για να φτερουγίζει τις καρδιές μας. Όσες Τρόικες, «Γερμανικές» κατοχές, χούντες κι αν περάσουμε, το στοιχείο του Έλληνα παραμένει αναλλοίωτο.
«Δε θα χαθούμε γιατί αυτή χώρα έχει τρανούς ποιητές, δε θα χαθούμε γιατί η λέξη καψούρα δε παίρνει μετάφραση, δε θα χαθούμε γιατί όταν στέλνουμε ένα μήνυμα ύστερα παίρνουμε τηλέφωνο και ρωτάμε αν έφτασε πριν φτάσει.», είναι μερικά απ’ τα λόγια των ηθοποιών προτού κατεβάσουν αυλαία. Η παράσταση αποτελεί το ρέκβιεμ της παλιάς- νεότερης Ελλάδος, μια τελετή όπου κηδεύεται το παλιό και υπάρχει η αναμονή για το νέο, το καινούργιο, όπου σίγουρα θα έρθει απ’ το ασίγαστο πάθος αυτού του λαού… «Κείνο που με τρώει, κείνο που με σώζει, είναι που ονειρεύομαι σαν τον Καραγκιόζη…».
Παίζουν: Άβα Γαλανοπούλου, Λευτέρης Ελευθερίου, Σωτήρης Καλυβάτσης, Κώστας Κόκλας, Ρένια Λουϊζίδου, Μπέσυ Μάλφα, Χρήστος Σιμαρδάνης, Μαρία Φιλίππου.