Χάρις Αλεξίου: Η καρυάτιδα της ελληνικής μουσικής
«Έχω ακούσει τις μεγαλύτερες τραγουδίστριες στον κόσμο. Μία από τις δυο-τρεις καλύτερες είναι ελληνίδα, και είναι η Χάρις Αλεξίου.» Τα λόγια αυτά από το στόμα του μεγάλου Αμερικανού σκηνόθετη της περίφημης ταίνιας «Ποτέ την Κυριακή», Ζυλ Ντασέν, αποκτούν αυτόματα βαρύνουσα σημασία. Η Χάρις Αλεξίου τα τελευταία 40 περίπου χρόνια βρίσκεται στις μουσικές επάλξεις κρατώντας στιβαρά με ήθος και αξιοπρέπεια το λάβαρο του ελληνικού τραγουδιού, κάνοντας μας περήφανους σε όλο τον κόσμο.
Της αποδώθηκε από πολλούς ο όρος θηλυκός Καζαντζίδης εξαιτίας του μεγέθους της φωνής της, του τσακίσματος και της επιβλητικής της ερμηνείας. Ο ίδιος ο Καζαντζίδης την αγαπούσε πολύ και τη θεωρούσε τη σπουδαιότερη Ελληνίδα τραγουδίστρια. Με βάσεις γερές στα παιδικά της ακούσματα κουβαλάει κάτι παλιό στη φωνή της. Έχει ένα χρώμα ιδιαίτερο και δυνατό, ικανό να ξυπνήσει αυτό τον παράξενο κόμπο στο στομάχι, την ανατριχίλα, τη συγκίνηση και το πάθος της κάθε στιγμής. Η ψυχή της διαγράφεται απόλυτα στον ήχο που βγάζει συνοδεύοντας αξεπεράστα ένα βαρύ ζεϊμπέκικο, έναν σπαραχτικό αμανέ, ένα άσμα του Θεοδωράκη, ένα ξεσηκωτικό τσιφτετέλι, μια συγκινητική μπαλάντα. Έχει καταφέρει μέτα από τόσα χρόνια παρουσίας στο μουσικά δρώμενα, να μας ανταριάζει ακόμα το συναίσθημα σε κάθε της εμφάνιση επάνω στη σκηνή.
Σ’ ένα αγροτικό αρχοντόσπιτο…
Η Χαρίκλεια Ρουπάκα, όπως είναι το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στη Θήβα στις 27 Δεκεμβρίου 1950. Ο πατέρας της γέννημα θρέμα της Λειβαδιάς και η μάνα της γνήσια Μικρασιάτισσα με τα κεντήματα και τα σμυρνέικα γλυκά της. Μεγάλωσε κοντά στη φύση, βιώνοντας από μέσα τις βαριές αγρότικες δουλειές, συμμετέχοντας πολλές φορές μαζί με τον αδερφό της. Άλλες φορές πάλι παίζανε και χωνόντουσαν στους λόφους από το στάρι. Της άρεσε πολύ να παίζει και με τη λάσπη και να φτιάχνει διάφορα μικροαντικείμενα. Η μάνα της, όταν την έβλεπε, της έλεγε πώς είναι φτιαγμένη για τη γη.
Βόλτες στην πλατεία, πανηγύρια, τα μεσημέρια μαζευόταν όλη η οικογένεια στο τραπέζι και το φαγητό γινόταν ένα οικογενειακό γλέντι που το συνόδευε πάντα το κρασί και το τραγούδι. Με τους δυο γονείς καλλίφωνους η μικρή Χαρούλα μαθαίνει και αφομοιώνει το δημοτικό τραγούδι από τη μία και τους σμυρνέικους αμανέδες από την άλλη. Περνάνε στο DNA της δύσκολα πράγματα και αποτυπώνονται στη φωνή και στη ψυχή της. Η ίδια έχει πει «Αυτά τα τραγούδια τα τραγουδούσα, τα τραγουδάω και θα τα τραγουδάω πάντα, γιατί μου θυμίζουν ότι δεν κάνω λάθος, ότι τα έχω ζήσει όλα αυτά.»
Η επιβίωση στην Αθήνα
Όταν ο πατέρας της ήταν σε ηλικία 35 ετών, αρρώστησε. Τότε ήρθαν με τη μητέρα και τον αδερφό της στην αφιλόξενη για εκείνους μεγαλούπολη. Μετά από 3 μήνες νοσηλείας ο πατέρας της πέθανε. «Εσύ τον άντρα σου είχες χάσει κι εγώ είχα χάσει το γονιό μου/ και τότε μάνα καλέ μάνα τότε σε βάφτισα αρχηγό μου…κι ακόνιζα παιδάκι πράμα τα νύχια μου και το μυαλό μου/ με μιά τρεμούλα μ΄ένα φόβο μη γκρεμιστεί ο αρχηγός μου..». Είναι οι στίχοι που έχει γράψει η ίδια στην «Μπαλάντα της Ιφιγένειας». Ήταν η στιγμή που η Χαρούλα και ο Γιώργος έπρεπε από την ασφαλή φωλιά της επαρχίας και της οικογενειακής θαλπωρής, να αντιμετωπίσουν την οικονομική ανέχεια, τα παιδιά στις γειτονιές που τους έβλεπαν σαν ξένους με την επαρχιώτικη προφορά, τα σπίτια που άλλαζαν συνέχεια, την απώλεια του πατέρα και το απότομο μεγάλωμα. Κάποια στιγμή είχε πει: «Δεν νιώσαμε ότι είχαμε την υποστήριξη των γονιών μας. Κι όταν δεν το ‘χεις, μια ζωή θα σου χρωστιέται.».
Τελειώνοντας το σχολείο, μπήκε σε μια σχολή οικοκυρικής και κάπου εκεί ένα βράδυ στην Αρχιτεκτονική, άλλαξε το ρου της πορείας της. Η αναζήτηση μιας νεαρής τραγουδίστριας πλάι στον Αλέξη Γεωργίου και η ερμηνεία της Χαρούλας στα τραγούδια του δρόμου του Μίμη Πλέσσα, της εξασφαλίζει την άτυπη είσοδό της στο τραγούδι. Οι φοβίες για το τι θα πουν οι συγγενείς της στη Θήβα, την κάνει ν’ αλλάξει το επώνυμό της και να το κάνει Αλεξίου από τον Αλέξη Γεωργίου! Έτσι, καθιερώνεται. Το χρυσό εισιτήριο της ελληνικής δισκογραφίας το παίρνει με την ηχογράφηση σε δισκάκι 45 στροφών, στο τραγούδι «Όταν πίνει μια γυναίκα».
Όταν η Χαρούλα μπήκε στις καρδιές μας
Το 1972 η συνεύρεση του Απόστολου Καλδάρα με τον Πυθαγόρα οδηγεί σ΄έναν δίσκο μουσικής ιστορικής αξίας , τη «Μικρά Ασία». Η συμμετοχή της μαζί με το Γιώργο Νταλάρα σφραγίζει την εξέλιξή της. Την επόμενη χρονιά συμμετέχει στον «Βυζαντινό Εσπερινό» των Απόστολου Καλδάρα και Λευτέρη Παπαδόπουλου, στο «Καλημέρα ήλιε» των Μάνου Λοϊζου και Δημήτρη Χριστοδούλου, καθώς και στον «Οδό Αριστοτέλους» των Γιάννη Σπανού και Λευτέρη Παπαδόπουλου. Ανεβάζει ακόμα παραπάνω τον πήχυ, χαρίζοντάς μας μοναδικές ερμηνείες. Η γνωριμία και συνεργασία με το Λοϊζο αποτελεί εξέχουσα στιγμή στην προσωπική και επαγγελματική της διαδρομή. Η ίδια έχει πει: «Ο Λοϊζος ήταν ο πρώτος άνθρωπος που ζήλεψα και ήθελα να πω τα τραγούδια του. Είναι σαν είναι ακόμα εδώ να μ’ ακούει, να με κρίνει. Τα τραγούδια του είναι πολύ ζωντανά.»
Ανταμώνει μουσικά με τους σπουδαιότερους δημιουργούς και καλλιτέχνες ενώ απαριθμεί στο ενεργητικό της περίπου 35 προσωπικές ολοκληρωμένες δισκογραφικές δουλειές και πολλές ακόμα συμμετοχές σε άλλους δίσκους. Μερικά μόνο από τα ονόματα που κοσμούν τις συνεργασίες της είναι Μανώλης Ρασούλης, Μίκης Θεοδωράκης, Μάνος Χατζιδάκης, Θάνος Μικρούτσικος, Μάνος Ελευθερίου, Σταύρος Κουγιουμτζής, Γιάννης Πάριος, Δήμητρα Γαλάνη, Ελευθερία Αρβανιτάκη, Λίνα Νικολακοπούλου, Σωκράτης Μάλαμας και παρα πολλοί ακόμα εξίσου σημαντικοί.
Έχει πραγματοποιήσει συναυλίες σε όλο τον κόσμο κυριολεκτικά γεμίζοντας με τη ζεστή και μπάσα φωνή της, κατάμεστες αίθουσες, στάδια και θέατρα που συγκαταλέγονται στα μεγαλύτερα παγκοσμίως, όπως το Theatre de la Ville στο Παρίσι. Αποσπά διθυραμβικές κριτικές και βραβεύεται με πολύ σημαντικά βραβεία για την καλλιτεχνική της προσφορά.
Μαγευτική ερμηνεύτρια
Το τραγούδι είναι η ζωή της. Δεν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό. Παρατηρώντας την επάνω στη σκηνή είναι αδύνατο να πάρει κάποιος τα μάτια του από πάνω της. Είναι ερμηνεύτρια με εκτόπισμα, ζωηρή που σε παρασέρνει, όταν με βλέμμα σπινθηροβόλο τραγουδά «Γύφτισσα τον εβύζαξε, γι΄αυτό έχει φτερά..» ή «Την όγδοη μέρα ο Θεός έφτιαξε και το μπαγλαμά..». Τραγουδά γεμάτη πάθος και σεβντά «Όσο η καρδιά κι αν λαχταρά, δεν θα ξαναγαπήσω..» κι ύστερα ανασηκώνεται και δηλώνει πως «Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια..». Καθηλώνει και προκαλεί ανατριχίλα, όταν ψιθυρίζει ήσυχα «Όλα σε θυμίζουν» και «Ξημερώνει». Πρόκειται για τραγούδια που χαρακτηρίστηκαν από τις ανυπέρβλητες ερμηνείες της Χαρούλας, βρίσκοντας τη θέση τους στη διαχρονικότητα και την αλήθεια.
Κουβαλώντας την αυθεντικότητα και την αγνότητα του δημοτικού τραγουδιού στο πετσί της με περηφάνια και δυνατή χροιά βγαίνουν σαν νεράκι που κυλάει οι νότες καθώς τραγουδά «Πουλάκι ξενό» και «Με γέλασαν μια χαραυγή». Είναι τραγουδίστρια με τεράστια εμβέλεια ικανή να αποδώσει απίστευτα από τα τσίλικα του Παναγιώτη Τούντα και τα παλιά ρεμπέτικα μέχρι τα λαϊκά έντεχνα του Μικρούτσικου με το «Ερωτικό» να πρωτοστατεί, ως τα παραδοσιακά του σήμερα με το «Βύσσινο και Νεράτζι» και ως το αφηγηματικό ραπ κομμάτι με τίτλο «Μεγάλωσα» από το τελευταίο της δίσκο. Πρόκειται για ένα απολύτως επίκαιρο κομμάτι με πολύ δυνατούς στίχους γραμμένους από την ίδια. Με κίνητρο την ανανέωση, τολμηρή και ευέλικτη προσαρμόζεται απόλυτα στο διαφορετικό χωρίς να φοβάται μήπως στρεβλώσει την υπάρχουσα εικόνα της.
Κολώνα στην πορεία και στην καριέρα της στάθηκε η «οδός αριστοτέλους». Όπως έχει πει ήταν η πρώτη φορά που πρωτοβρήκε τη φωνή της και κούμπωσε σ΄αυτό το ήσυχο κομμάτι. «Πρώτη φορά μου άρεσε όπως άκουσα τη φωνή μου, χωρίς να χρειαστώ να κάνω δύσκολα πράγματα. Τότε, αισθάνθηκα ότι μπορώ να μείνω στο τραγούδι.»
«Έτσι βγαίνουν τα τραγούδια μάτια μου, σε γνωρίζει ο πόνος και έρχεται κοντά σου..»
Μια γυναίκα αυτοδίδακτη που έψαξε και μελέτησε πολύ όλα τα είδη τραγουδιών και κουβαλάει ταυτόχρονα μιαν ευαισθησία και μια καλλιέργεια ψυχής, μοιραίο είναι κάποια στιγμή η έμπνευση να της χτυπήσει την πόρτα. Η Χάρις Αλεξίου είναι και υπέροχη τραγουδοποιός. Έχει γράψει τη μουσική και τους στίχους για περίπου 100 τραγούδια. Το πρώτο που κινεί τη σκέψη και τη φαντασία της είναι ο στίχος και αν δεν της φεύγει από το νου, τότε πιάνει τη κιθάρα και φτιάχνει μαργαριτάρια.
Είναι τρυφερή και τα τραγούδια της είναι κυρίως ερωτικά. Πρόκειται για βιωμένες καταστάσεις είτε δικές της προσωπικές, είτε ιστορίες κοντινών της προσώπων. Μιλάει πολύ για τη ρομαντική γυναίκα που λέει σ’ αυτόν που αγαπά «Ζήτα μου ό,τι θες, πάρε με όπου θες..» και τη γυναίκα που ζητάει απεγνωσμένα τον αγαπημένο της να φτάσει κοντά της «Θα πω στη νύχτα τρεις φορές/ Το όνομά σου με παράπονο και νάζι..».
Αγγίζει τις ανθρώπινες αδυναμίες φανερώνοντας αυτό που δεν λέμε φωναχτά, τη ζήλεια που μπορεί να νιώσουμε για τους άλλους, όταν μας λείπει αυτό που αγαπάμε, «Γιατί θα τους ζηλεύω / και το δικό σου χάδι θα γυρεύω..». Είναι γήινη και αληθινή, όταν μιλάει για τα παράπονα που όλοι κάνουμε και έρχεται κάποτε η στιγμή που μετανιώνουμε γι’ αυτά, «Και ξαφνικά είδα τον κόσμο να γυρίζει/
τι πάει να πει να ‘χεις τα χέρια σου αδειανά.. και τότε έκατσα και έκλαψα πικρά
είπα συγνώμη στη ζωή πρώτη φορά..».
«Δεν νιώθω θλίψη, μα μου ‘χει λείψει/ το κοριτσάκι αυτό που αγάπησες τυχαία..»
Αυτός ο στίχος είναι η Χαρούλα. Αυτή η ευαίσθητη ψυχή και ο ζεστός άνθρωπος που γεννήθηκε για να τραγουδάει και να δίνει αγάπη. Είναι ένας πολύ δοτικός άνθρωπος με σχέσεις ζωής και δεν είναι τυχαίο πόσο την αγαπούν και τη σέβονται όλοι οι άνθρωποι στον καλλιτεχνικό χώρο. Στην προσωπικό της δρόμο, έχει παντρευτεί δύο φορές και έχει υιοθετήσει έναν γιο, το Μάνο. Το όνομά του είναι φυσικά από τον αγαπημένο της φίλο Μάνο Λοϊζο.
Είναι ένας άνθρωπος γεμάτος κουβαλώντας μεγάλες αποφάσεις, δυνατές και καθοριστικές συγκινήσεις, καθολική αποδοχή από τον κόσμο, αμέτρητες επιτυχίες. Είναι δημιουργική και δεν στέκεται παθητικά απέναντι στα πράγματα. Τρυφερή και ανυπότακτη ταυτόχρονα. Δεν φοβάται να διατηρεί πάντα το δικαίωμα να ανατρέψει τα πάντα. Θέλει να μη χάσει τη μαγεία του να αισθάνεται τα πράγματα γύρω της.
Η Χάρις Αλεξίου από το ξεκίνημά της ως σήμερα λαξεύει πάνω στην καρδιά μας τη δική της αλήθεια και είναι αυτό που μας κάνει να την αγαπάμε τόσο πολύ. Είναι αδιαμφισβήτητα μία από τις μεγαλύτερες φωνές και μία από τις πιο καθαρές ψυχές που γέννησε τούτος ο τόπος. Είναι εδώ, έτοιμη να υπερασπιστεί μέσα από τα τραγούδια τον καθέναν από εμάς σε τούτη την άχαρη εποχή, τραγουδώντας δυνατά «Δε θα σε δώσω του φονιά/ πουλί κυνηγημένο/ θα βρω μαχαίρι και γωνιά και θα τον περιμένω..».