Υπεργυμναστική: τι γίνεται όταν χάνεται το μέτρο στην άσκηση;
Πολλές φορές έχουμε αναφέρει την μεγάλη αξία της σωματικής άσκησης για την υγεία του ανθρώπου καθώς, επιστημονικά τεκμηριωμένος, η γυμναστική έχει ανεκτίμητες και ευεργετικές επιδράσεις τόσο στην σωματική όσο και στην ψυχική μας κατάσταση. Μάλιστα, η καθημερινή δραστηριότητα μπορεί να είναι ιδιαιτέρως αποτελεσματική για την πρόληψη και την θεραπεία πολλών ασθενειών, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται η καρδιοπάθεια, η υπέρταση, η καρδιακή ανεπάρκεια και η παχυσαρκία. Παράλληλα χαρίζει κοινωνικοποίηση, χαρά και αισιοδοξία.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, έχει αρχίσει να διαμορφώνεται μια νέα, θετική αντίληψη για την άσκηση με αποτέλεσμα όλο και περισσότεροι να δοκιμάζουν μια καινούρια δραστηριότητα. Τι γίνεται όμως όταν η γυμναστική γίνεται εμμονή και ξεπερνάμε τα όρια;
Πότε ξεπερνάμε το μέτρο;
Αρχικά, είναι σημαντικό να ορίσουμε πότε θεωρείται ότι κάποιος ξεπερνάει τα όρια με τη γυμναστική. Φυσικά, είναι λογικό πως το «μέτρο» για τον κάθε ασκούμενο είναι διαφορετικό και εξαρτάται από τον προσωπικό στόχο που έχει θέσει ο κάθε ένας για τον εαυτό του. Παρόλα αυτά, οι παγκόσμιες συστάσεις συμφωνούν στο ότι για τη διατήρηση και τη βελτίωση της καλής υγείας απαιτούνται τουλάχιστον 30-45 λεπτά αερόβιας άσκησης, 5 ως 7 φορές την εβδομάδα . Αυτή μπορεί να περιλαμβάνει περπάτημα, ποδήλατο, χορό και άλλες παρόμοιες δραστηριότητες και επιπλέον τουλάχιστον 2 προπονήσεις μυϊκής δύναμης όπως ασκήσεις με βάρη, pilates κλπ, προκειμένου να απολαύσουμε τα μέγιστα οφέλη από την άσκηση, προστατεύοντας και βελτιώνοντας το καρδιαγγειακό σύστημα και τις αρθρώσεις μας και να τονώνοντας το μυϊκό μας ιστό. Φυσικά, ένας αρχάριος θα πρέπει να αρχίσει πιθανότατα από πιο ελαφριά προπόνηση, ενώ ένα άτομο, που γυμνάζεται χρόνια και έχει μεγαλύτερες απαιτήσεις, θα πρέπει να αυξήσει το πρόγραμμά του σύμφωνα πάντα με τις οδηγίες του κατάλληλου προσωπικού γυμναστή.
Όταν, όμως, κάποιος βάζει τη γυμναστική ως μέγιστη προτεραιότητα της ζωής του και την τοποθετεί πάνω από τα καθήκοντα, τις υποχρεώσεις, αλλά και την κοινωνική του ζωή, τότε πολύ πιθανόν να έχει χάσει τον έλεγχο. Νιώθει ενοχές ή θυμό αν δεν μπορέσει να ασκηθεί ή ασκείται ακόμα και όταν είναι άρρωστος ή τραυματισμένος, ταυτίζοντας τη γυμναστική με ολόκληρη την ύπαρξή του. Σε αυτή την περίπτωση, η άσκηση γίνεται εφιάλτης καθώς καθορίζει το καθημερινό πρόγραμμα του ατόμου.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, η κατάσταση αυτή συνυπάρχει με κάποια διατροφική διαταραχή και το άτομο έχει μία δυσάρεστη εικόνα για το σώμα του. Τότε, κύριο μέλημά του είναι το να ασκηθεί σκληρά για να ελέγξει το βάρος του, με αποτέλεσμα, παράλληλα με την έντονη άσκηση, να τρώει ελάχιστα και να τιμωρεί τον εαυτό του με ολοένα και πιο έντονη άσκηση στην περίπτωση που νιώσει ότι υπέπεσε σε ένα «διατροφικό σφάλμα».
Οι επιπτώσεις της υπεργυμναστικής
Τι συμβαίνει όμως στο σώμα μας όταν αυτό ασκείται υπερβολικά; Κάποια ενδεικτικά συμπτώματα υπέρ-εκγύμνασης είναι:
- Ζάλη,
- Δυσκολία στην αναπνοή ή στην διατήρηση ομιλίας κατά την άσκηση,
- Αποπροσανατολισμός και δυσκολία στην σκέψη,
- Ταχυπαλμία,
- Αφυδάτωση,
- Αμηνόρροια και ορμονικές διαταραχές στις γυναίκες
- Μείωση του ανοσοποιητικού συστήματος
Όσον αφορά την ψυχολογία του ατόμου που υπερ-ασκείται, αυτή περιλαμβάνει:
- Κυκλοθυμική διάθεση,
- Ευερεθιστότητα,
- Κρίσεις πανικού ή και κατάθλιψη,
- Κακή ψυχολογία και
- Αρνητικά συναισθήματα.
- Διαταραχές ύπνου κ.α.
Πώς θα αντιμετωπίσουμε την υπεργύμναση;
Όσοι πιστεύουν πως αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της υπεργυμναστικής, είναι απαραίτητο ως πρώτο βήμα να αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο βλέπουνε την άσκηση. Η άσκηση δεν πρέπει να αποτελεί ένα ακόμα ψυχαναγκαστικό τρόπο αδυνατίσματος αλλά έναν ευχάριστο τρόπο διατήρησης της ψυχικής και σωματικής μας υγείας. Είναι ένας οικονομικός τρόπος εκτόνωσης και διασκέδασης, ενώ παράλληλα βελτιώνει την υγεία και την ψυχολογία μας. Όταν γυμναζόμαστε καταναγκαστικά, με πείνα, δίψα και υπερκόπωση, σε ακραίες ώρες και συνθήκες (ζέστη), τότε ο οργανισμός μας το καταγράφει ως μια άσχημη και επίπονη διεργασία, αντιδρώντας κάθε φορά όλο και πιο έντονα στην εκτέλεσή της.
Φυσικά, η λύση σε αυτό το πρόβλημα δεν είναι να αυξήσουμε την διάρκεια ή την ένταση της προπόνησης αλλά ούτε και να εφαρμόσουμε πιο αυστηρή δίαιτα. Για τον λόγο αυτό, προτείνεται μία αλλαγή στην ώρα της άσκησης αλλά και το μέρος. Ξεχάστε τον διάδρομο του γυμναστηρίου και βγείτε στην φύση για τρέξιμο ή για κολύμπι στη θάλασσα. Επίσης, συμβουλευτείτε τον προσωπικό σας γυμναστή και διαμορφώστε στις ανάγκες σας τον χρόνο αλλά και την ένταση της άσκησης.
Επίσης, είναι πολύ σημαντικό να θυμόμαστε πως ο συνδυασμός σωστής άσκησης με μια ισορροπημένη διατροφή, είναι ό,τι χρειαζόμαστε για να δούμε αποτέλεσμα στο σώμα μας. Όσον αφορά τη διατροφή, καλό θα ήταν να ξεχάσουμε τις αυστηρές δίαιτες «πείνας» και να διορθώσουμε το μεταβολισμό μας υιοθετώντας μικρά, συχνά και ισορροπημένα γεύματα που βοηθούν στην σωστή διαχείριση της γλυκόζης από τον οργανισμό. Επιπλέον, δεν συστήνεται η άσκηση με εντελώς άδειο στομάχι αλλά ούτε και η χρήση συμπληρωμάτων διατροφής, όπως πρωτεϊνών, αν ο κατάλληλος ειδικός δεν έχει αξιολογήσει ότι χρειάζεται. Πρέπει να δίνεται έμφαση στην ποιοτική διατροφή, με φυσικές τροφές, όσο το δυνατόν πιο ανεπεξέργαστες.
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε πως, η σωστή άσκηση σε συνδυασμό με μια ισορροπημένη διατροφή είναι το κλειδί για μακροχρόνια υγεία και καλή ψυχολογία. Όταν όμως η εκγύμναση γίνεται εμμονή, τότε το άτομο μπορεί να αντιμετωπίσει πολλά πρόβλημα και αρνητικές καταστάσεις. Για τον λόγο αυτό, η καθοδήγηση ενός υπεύθυνου και σωστά εκπαιδευμένου γυμναστή είναι πάντα απαραίτητη ενώ σε περίπτωση εθισμού στην υπέρ-γυμναστική, η συμβολή ενός ειδικού αθλητικού ψυχολόγου είναι καθοριστική.