Αγέρωχα, με παρουσία αιώνων, άλλα αναλλοίωτα λες κι ο χρόνος τα ακούμπησε χωρίς να τα φθείρει, κι άλλα με τις …
Τοξωτά πέτρινα γεφύρια: αγέρωχοι και σιωπηλοί μάρτυρες της ιστορίας
Τα τοξωτά πέτρινα γεφύρια της Ελλάδας, αντιπροσωπευτικά δείγματα λαϊκής τεχνοτροπίας και αρχιτεκτονικής είναι οι σιωπηλοί μάρτυρες της ιστορίας του τόπου τους.
Ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά αρχιτεκτονικά δείγματα του Ελληνικού τοπίου, τα οποία είναι άμεσα συνυφασμένα με την Ελληνική παράδοση και την ιστορία είναι τα πέτρινα τοξωτά γεφύρια. Τα γεφύρια αυτά είναι ανθρώπινα δημιουργήματα τα οποία βρίσκονται σε απόλυτη αρμονία με το φυσικό περιβάλλον.
Αποτελούν έκφραση της λαϊκής αισθητικής και τα περισσότερα είναι μάρτυρες της ιστορίας ανά τους αιώνες. Τα περισσότερα τοξωτά γεφύρια κατασκευάστηκαν την περίοδο της Τουρκοκρατίας λόγω της ανάγκης που είχαν οι κάτοικοι να επικοινωνήσουν μεταξύ τους και ειδικά με τα ορεινά χωριά τα οποία βρίσκονταν σε απομακρυσμένα μέρη. Αρκετά από αυτά εξακολουθούν μέχρι σήμερα να στέκονται αγέρωχα πάνω από τις ροές των ποταμών προσελκύοντας τον επισκέπτη.
Το γεφύρι της Άρτας
Ένα από τα πιο γνωστά γεφύρια είναι το γεφύρι Άρτας που στέκει πάνω από τον ποταμό Άραχθο. Γνωστό και από το ομώνυμο δημοτικό τραγούδι το οποίο αναφέρεται σε ένα θρύλο σύμφωνα με τον οποίο το γεφύρι χτιζόταν και γκρεμιζόταν μέχρι τη στιγμή που μέσω της θυσίας της γυναίκας του πρωτομάστορα, επιτεύχθηκε η ανέγερσή του.
Το γεφύρι της Άρτας υπολογίζεται ότι χτίστηκε τον 17ο αιώνα. Η αρχική κατασκευή του τοποθετείται στην εποχή του βασιλιά Πύρρου Α΄ ο οποίος κατασκεύασε ένα πέρασμα στην περιοχή και το οποίο βελτιώθηκε στη συνέχεια στα Ρωμαϊκά χρόνια λόγω της άνθησης της Νικόπολης και της ανόδου της εμπορικής κίνησης. Τη σημερινή του μορφή, το Γεφύρι της Άρτας απέκτησε το έτος 1602-1606 μ.Χ.και αποτελείται συνολικά από επτά καμάρες, τέσσερις μεγάλες και τρεις μικρότερες. Το έτος 1881 μάλιστα, όταν απελευθερώθηκε η Άρτα, το γεφύρι ήταν το σύνορο της ελεύθερης Ελλάδας με την τουρκοκρατημένη Ελλάδα.
Το γεφύρι της Πύλης ή Πόρτας
Το γεφύρι της Πύλης βρίσκεται κοντά στο χωριό Πύλη Τρικάλων και γεφυρώνει τον ποταμό Πορταϊκό. Ουσιαστικά είναι στο σημείο που βρίσκεται η φυσική «πύλη» για την Οροσειρά της Πίνδου. Στέκει επιβλητικό στο φαράγγι ανάμεσα στα δυο βουνά, στον Κόζιακα και τον Ίταμο. Κτίστηκε το 1514 με χορηγία του Βησσαρίωνα Β΄, ο οποίος τότε ήταν μοναχός και χειροτονήθηκε επίσκοπος Ελασσόνας και μητροπολίτης Σταγών. Μέχρι το 1936 το γεφύρι ήταν η μόνη πρόσβαση ανάμεσα στα χωριά της περιοχής του Ασπροπόταμου και του κάμπου της Θεσσαλίας. Πρόκειται για μια γέφυρα μονότοξη με ημικυκλικό άνοιγμα με ύψος 30 μέτρα από την κοίτη του ποταμού και άνοιγμα 29 μέτρα, έχει το δεύτερο μεγαλύτερο άνοιγμα από τα παραδοσιακά γεφύρια της Θεσσαλίας. Το γεφύρι είναι από τα πιο καλοδιατηρημένο στα Βαλκάνια.
Το γεφύρι της Πλάκας
Το γεφύρι της Πλάκας στέκει επίσης σε άλλο σημείο του ποταμού Άραχθου και αποτελεί μοναδικό δείγμα λαϊκής αρχιτεκτονικής, έργο μαστόρων από τα Τζουμέρκα το 1866. Βρίσκεται σε απόσταση 50 χιλιομέτρων από τα Ιωάννινα και συνδέει τα Τζουμέρκα με τα Κατσανοχώρια και κατ’ επέκταση τα Ιωάννινα με την Άρτα.
Χτίστηκε το 1866 και επανακατασκευάστηκε το 2019, είναι μονότοξο και θεωρείται το μεγαλύτερο μονότοξο γεφύρι των Βαλκανίων και το τρίτο μεγαλύτερο στην Ευρώπη. Κατέρρευσε τρείς φορές, το 1860, το 1863 και το 2015, την τελευταία φορά έπειτα από βροχόπτωση. Μετά την κατάρρευση του 2015 ακολούθησε η ανακατασκευή του και το κυριότερο μέρος του έργου ολοκληρώθηκε το Δεκέμβριο του 2019.
Γεφύρια της Ελλάδας, πέτρινοι μάρτυρες της ζωής των ανθρώπων και των αναγκών τους. Πέρασμα για πολεμιστές σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους αλλά για απλούς ανθρώπους στην προσπάθεια τους να επικοινωνήσουν με τους συνανθρώπους τους και να επιβιώσουν. Μάρτυρες σιωπηλοί που θα συνεχίζουν να στέκονται αγέρωχα και θα περιμένουν τις επόμενες γενιές να τα θαυμάσουν και να τα διαβούν…