“Την Κυριακή έχουμε γάμο”, του Γιάννη Ξανθούλη
Πριν από λίγο καιρό, ένα αγαπημένο μου πρόσωπο μου χάρισε ένα πολύ ιδιαίτερο βιβλίο. Από το εξώφυλλο ακόμα μου δημιουργήθηκε το συναίσθημα της έκπληξης και της ανυπομονησίας να βρεθώ ανάμεσα στα μυστικά που θα μου ξεδίπλωναν οι σελίδες του. «Την Κυριακή έχουμε γάμο», ένας τίτλος τόσο απλός και παράλληλα πολλά υποσχόμενος. Ταιριάζει απόλυτα με την εικόνα του εξωφύλλου, η οποία γεμάτη χρώματα και ζωντάνια, παρουσιάζει μία οικογένεια να περιτριγυρίζει το νεόνυμφο ζευγάρι, λίγο μετά (ή λίγο πριν;) τη γαμήλια τελετή.
Με μία πρόχειρη ματιά, η εικόνα αντικατοπτρίζει μία ελληνική οικογένεια που γιορτάζει την ένωση των αγαπημένων της προσώπων. Αν όμως παρατηρήσουμε καλύτερα θα διακρίνουμε μία, μάλλον ανομοιογενή σύσταση των παρευρισκομένων. Άνδρες, γυναίκες και παιδιά, με ανεξιχνίαστες εκφράσεις στο πρόσωπο και διαφορετικό τρόπο ντυσίματος ο καθένας, συνθέτουν έναν γαμήλιο πίνακα ζωγραφικής, βγαλμένο από την ελληνική επαρχία μίας εποχής που έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Η ανάγνωση ξεκινά και αμέσως μας παρασέρνει ο μεστός και άμεσος λόγος του συγγραφέα. Βρισκόμαστε στη σημερινή εποχή όπου δύο αδέλφια έχουν αναλάβει τη φροντίδα του ηλικιωμένου, πλέον, πατέρα τους, Ιορδάνη. Έχοντας αποκτήσει και οι δύο τις δικές τους οικογένειες, έχουν ταυτόχρονα να διαχειριστούν την κατάσταση του ηλικιωμένου, ο οποίος φαίνεται να παρουσιάζει τα πρώτα συμπτώματα άνοιας. Έχοντας ήδη προειδοποιήσει τα παιδιά του πως, την Κυριακή θα παραβρεθεί σε έναν γάμο, ο Ιορδάνης χάνεται ξαφνικά δημιουργώντας συναισθήματα φόβου, αγωνίας αλλά και οργής στην οικογένειά του, που τον αναζητά ασταμάτητα. Μόνο η μικρή του εγγονή, η Βικτώρια, παραμένει ψύχραιμη στην εξαφάνιση του παππού της, άλλωστε ο ίδιος τους είχε πει πως θα πάει στον γάμο…
Παράλληλα, μεταφερόμαστε σε μία άλλη εποχή, στην καλοκαιρινή, ελληνική επαρχία του 1960. Τα βιώματα του πολέμου είναι ακόμα νωπά και οι οικογένειες που έχασαν τα αγαπημένα τους πρόσωπα στις μαύρες ημέρες της κατοχής, πενθούν ακόμα. Ανάμεσά τους μία νέα, μαυροντυμένη γυναίκα που μαζί με τον μικρό της γιο, αναζητά τον άνδρα της που μεταφέρθηκε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Γερμανίας και από τότε η τύχη του αγνοείται. Το καλοκαίρι αυτό θα βρει μάνα και γιο, σε ένα ταξίδι με προορισμό το χωριό του αγνοούμενου συζύγου, μακριά από τη βοή της Αθήνας, με σκοπό τη χαλάρωση, τα ανέμελα καλοκαιρινά μπάνια και την ουσιαστική γνωριμία του μικρού με την οικογένεια του πατέρα του.
Και όμως! Τα όσα πρόκειται να διαδραματιστούν θα αλλάξουν οριστικά τη ζωή της νεαρής μητέρας και του γιού της. Στον πανέμορφο τόπο καταγωγής του αγνοούμενου συζύγου, θα ανακαλύψουν μυστικά καλά φυλαγμένα που θα λειτουργήσουν ως καταλύτης για την οριστική απελευθέρωση των προσώπων αυτών, απ’ όλα όσα τους στερούν τις πραγματικές χαρές της ζωής.
Η ιστορία του μικρού Ιορδάνη που ο πόλεμος του στέρησε τον πατέρα του από πολύ μικρή ηλικία, διαδραματίζεται μέσα σε μία τυπική, ελληνική οικογένεια γεμάτη ευτράπελα που διαταράσσουν την γαλήνια ρουτίνα ενός ακόμη ηλιόλουστου, ζεστού καλοκαιριού. Με αφορμή έναν απρόσμενο γάμο, ο Ιορδάνης θα ανακαλύψει πτυχές του εαυτού του που δεν ήξερε καν ότι υπάρχουν και θα μεταβεί απότομα από την ξεγνοιασιά της παιδικής ηλικίας στην ωριμότητα της ενηλικίωσης.
Καθώς λοιπόν ο αναγνώστης παρακολουθεί τις δύο ιστορίες, από τη μία του ηλικιωμένου κύριου Ιορδάνη που χάθηκε από τα παιδιά του και από την άλλη του μικρού Ιορδάνη που βρέθηκε ξαφνικά στο χωριό του πατέρα του, θα γεννηθεί μέσα του η ανάγκη να ανακαλύψει το τέλος της περίεργης αυτής ιστορίας μέχρι και την τελευταία γραμμή του βιβλίου. Η απορία και η αναστάτωση που θα δημιουργηθούν στην αρχή, σύντομα θα αντικατασταθούν από γέλιο, απόλαυση και αγωνία για το τέλος, που θα κορυφωθεί μέσα από μία κάθαρση ψυχής τόσο για τον μικρό, όσο και για τον πρωταγωνιστή της ιστορίας.
Πέρα όμως, από την πολύ ευφάνταστη αφήγηση, το βιβλίο αυτό του Γιάννη Ξανθούλη μας προσφέρει υπέροχα συναισθήματα και εμπειρίες καθώς μας μεταφέρει στην ελληνική πραγματικότητα μιας άλλης εποχής, ίσως όχι και τόσο μακρινής από τη δική μας. Η ιστορία διαδραματίζεται σε ένα όμορφο παραθαλάσσιο χωριό, λουσμένο από το ζεστό φως του ήλιου. Ο συγγραφέας μας γεμίζει με εικόνες της πανέμορφης φύσης, μας δροσίζει στα γάργαρα θαλασσινά νερά ενώ παράλληλα μας ψυχαγωγεί θυμίζοντάς μας κλασικές οικογενειακές συμπεριφορές θείων και γιαγιάδων, που σίγουρα μας φέρνουν στην μνήμη κάτι από τη δική μας οικογένεια. Πρόκειται λοιπόν για ένα βιβλίο γεμάτο χρώματα, μυρωδιές, γεύσεις, αγκαλιές, φιλιά και πολύ χιούμορ, που σίγουρα δεν θα σας αφήσει να το αφήσετε, πριν την τελευταία σελίδα.