Τι οδηγεί στην ευτυχία μέσα από την Πολιτεία του Πλάτωνα

Συντάκτης: Saky Koulibaly

Τις απόψεις του για την ιδεώδη πολιτεία, την καλλίπολιν, που διασφαλίζει στον πολίτη τον άριστον βίον, εκθέτει ο Πλάτωνας στον διάλογο του εμβληματικού του έργου «Πολιτεία» ή «Περί Δικαίου».

Το ογκώδες σύγγραμμα, καρπός πολύχρονης προσπάθειας, υπολογίζεται ότι ολοκληρώθηκε περί το 374 π. Χ.

Ο Σωκράτης και ο Γλαύκων, μεγαλύτερος αδελφός του Πλάτωνα, είχαν κατέβει στον Πειραιά για να παρακολουθήσουν τη γιορτή της θρακικής θεότητας Βενδίδας, η οποία ταυτιζόταν με την Άρτεμη. Κατά την επιστροφή τους στην Αθήνα, σταμάτησαν στο σπίτι του πλούσιου μέτοικου Κέφαλου που ετοίμαζε θυσία.

Στη συζήτηση που διαδραματίστηκε εκείνο το καλοκαιρινό δειλινό, πήραν μέρος ο Κέφαλος (πατέρας του ρήτορα Λυσία), ο μεγαλύτερος γιος του ο Πολέμαρχος, ο σοφιστής Θρασύμαχος, ο Κλειτοφών, οι δύο μεγαλύτεροι αδερφοί του Πλάτωνα, ο Γλαύκων και ο Αδείμαντος.

Την επομένη, ο Σωκράτης αναδιηγείται τα διαμειφθέντα στους φίλους του: θέμα της συζήτησης είναι η φύση της δικαιοσύνης και της αδικίας και αν και κατά πόσο ο δίκαιος ή ο άδικος είναι ευτυχέστερος  σ’ αυτήν και στην άλλη ζωή. Έτσι, ο Σωκράτης ξεκινά ώστε ν’ αποδείξει ότι ο δίκαιος άνθρωπος είναι πιο ευτυχισμένος από τον άδικο.

Εφόσον, όπως είχε ήδη υποστηρίξει στον Ευθυμίδη, όλοι οι άνθρωποι επιθυμούν την ευτυχία, τότε όλοι οι άνθρωποι πρέπει ν’ αναζητούν και να διάγουν έναν δίκαιο βίο.

Κατά την εκτύλιξη της συλλογιστικής του, ο Σωκράτης αποδίδει τη μέγιστη σημασία στα ζητήματα: α) του τι είναι η ευτυχία, β) της σχέσης μεταξύ της ικανοποίησης και της ευτυχίας και γ) της σχέσης ανάμεσα στην ικανοποίηση, την ευτυχία και την αρετή (την ηθική).

Το αρχικό επιχείρημα του Σωκράτη αφορά την αναλογία: υγεία στο σώμα-δικαιοσύνη στην ψυχή.

Σαφώς, ενώ όλοι προτιμούμε να είμαστε υγιείς, η υγεία δεν είναι παρά μόνο η ισορροπία ανάμεσα στις διαφορετικές τάσεις της ψυχής, με την καθεμία από αυτές να εκπληρώνει τη μοναδική της λειτουργία. Όπως καταδεικνύεται, η δικαιοσύνη αποτελεί ένα παρόμοιο είδος αρμονίας μεταξύ των διαφορετικών εκδοχών της ψυχής.

Στον αντίποδα, η αδικία προσδιορίζεται ως ένα είδος «εμφυλίου πολέμου» μεταξύ των τάσεων της ψυχής (444a): Μία αποσχιστική στάση στην οποία ένα απείθαρχο στοιχείο-το θυμοειδές της ανθρώπινης φύσης- υφαρπάζει τον έλεγχο από το λογικό.

Αντίθετα, η δίκαιη ψυχή είναι εκείνη η οποία έχει κατακτήσει
«ψυχική αρμονία». Ανεξάρτητα από τις προκλήσεις που συναντά ο δίκαιος άνθρωπος στη ζωή του, δε χάνει την εσωτερική του κυριαρχία, όντας ικανός να διατηρεί την ειρήνη και  τη γαλήνη παρά τις σκληρότερες αντιξοότητες της ζωής.

Στο σημείο αυτό, ο Σωκράτης αναπροσδιορίζει τη συμβατική αντίληψη περί ευτυχίας: αυτή αποδίδεται με όρους ενδότερων ωφελειών και χαρακτηριστικών παρά υπό εξωτερικούς όρους.

Το δεύτερο επιχείρημα του Σωκράτη υπεισέρχεται στην ανάλυση της ικανοποίησης. Ο Σωκράτης θέλει να καταδείξει ότι η ενάρετη ζωή επιφέρει μεγαλύτερη ικανοποίηση σε σχέση με τη ζωή που στερείται αρετής. Η πεμπτουσία του επιχειρήματός του συνδέεται με το προηγούμενο επιχείρημα στο βαθμό που κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι η ψυχική αρμονία απορρέει από το γεγονός ότι ο δίκαιος βίος  γεννά μεγαλύτερη ειρήνη και εσωτερική ηρεμία, κάτι πολύ πιο ευχάριστο από τον άδικο βίο, από τον οποίο προκύπτει εσωτερική σύγκρουση, ενοχές, άγχος, ανησυχία και κάθε χαρακτηριστικό ενός αρρωστημένου μυαλού.

Ο Σωκράτης θέλει να τονίσει ότι υπάρχουν επιπλέον παράγοντες που μεγιστοποιούν τις υψηλότερες απολαύσεις  της δίκαιης ζωής: πέρα από την ηρεμία του μυαλού, αυτοί είναι η συγκίνηση της αναζήτησης της γνώσης, η οποία προσφέρει στον άνθρωπο μία οιονεί θεϊκή υπόσταση. Ο ίδιος φιλόσοφος βρίσκεται στον κολοφώνα της αναζήτησης αυτής: έχοντας αποτινάξει τις παρωπίδες της άγνοιας, μπορεί πλέον να διερευνήσει το υψηλότερο επίπεδο της αλήθειας, μία εμπειρία που υπερβαίνει κάθε φυσική ικανοποίηση.

Ίσως το ισχυρότερο επιχείρημα του Σωκράτη, το οποίο αφιερώνει στον θεό Δία (583b-588a), μπορεί να περιγραφεί ως το επιχείρημα περί της σχετικότητας της απόλαυσης. Οι περισσότερες απολαύσεις δεν είναι στ’ αλήθεια καν απολαύσεις, αλλά θεωρούνται ως τέτοιες λόγω απουσίας του πόνου. Αν για παράδειγμα, κάποιος που νοσεί αισθανθεί καλύτερα, μπορεί να νομίσει ότι η νέα του κατάσταση είναι ικανοποιητική, όμως αυτό θα οφείλεται απλά στην ανακούφιση από την ασθένεια. Σύντομα λοιπόν, η ικανοποίηση αυτή εξουδετερώνεται και ο άνθρωπος προσαρμόζεται στη νέα κατάσταση. Σχεδόν κάθε απόλαυση βιώνεται με τον τρόπο αυτόν, χωρίς συνεπώς να είναι αμιγώς απόλαυση.

Ένα ακόμη παράδειγμα θα μπορούσε ν’ αποτελεί η εμπειρία της έκστασης από τη λήψη ναρκωτικών: απ’ αυτήν δημιουργείται μία βραχυπρόθεσμη ευχαρίστηση, η οποία όμως αναπόφευκτα οδηγεί τον άνθρωπο στο αντίθετο άκρο του πόνου.

Ο ισχυρισμός του Σωκράτη λέει ότι ορισμένες απολαύσεις δε συγκρίνονται με άλλες, καθώς εκπηγάζουν από ανώτερες τάσεις της ψυχής οι οποίες δεν υπόκεινται στη σχετικότητα που αφορά τις φυσικές απολαύσεις.

Αυτές λοιπόν είναι οι φιλοσοφικές απολαύσεις, η αμιγής δηλαδή ικανοποίηση που δημιουργεί η κατάκτηση της πληρέστερης κατανόησης της πραγματικότητας.

Εκατό χρόνια μετά τον Σωκράτη, ο φιλόσοφος Επίκουρος έμελλε να ξεκινήσει από το σωκρατικό επιχείρημα για να δημιουργήσει την άκρως ενδιαφέρουσα διάκριση ανάμεσα στις «ευχάριστες απολαύσεις» και τις «δυσάρεστες απολαύσεις». Η ευχάριστη απόλαυση εξαρτάται από τον πόνο, επειδή δεν ενέχει τίποτα πέρα από την εξάλειψη αυτού: όπως όταν ένα ποτήρι νερό απλώς καταπραΰνει τη δίψα.

Η αρνητική απόλαυση, από την άλλη, ενέχει την κατάσταση της αρμονίας, κατά την οποία ο άνθρωπος δεν αισθάνεται πλέον καν τον πόνο και ως εκ τούτου,  δεν υφίσταται η ανάγκη της ευχάριστης απόλαυσης που θα τον εξαλείψει.

Η ευχάριστη απόλαυση είναι πάντοτε μετρήσιμη και υπόκειται σε διαβάθμιση. Το αν για παράδειγμα, κάποιος αντλεί μεγαλύτερη ή μικρότερη ικανοποίηση από τον ερωτική επαφή η το φαγητό.

Οι ευχάριστες απολαύσεις είναι καταδικασμένες να οδηγήσουν στην απόγνωση, εφόσον πάντοτε θα υπάρχει η αντίθεση  ανάμεσα στην παρούσα κατάσταση και την πιο συναρπαστική κατάσταση, η οποία θα υποθάλπει την τωρινή κατάσταση ως λιγότερο επιθυμητή.

Στον αντίποδα, οι δυσάρεστες απολαύσεις δεν είναι διαβαθμίσιμες: δε μπορεί κανείς να ρωτήσει «πόσο πολύ δεν πεινάς;».

Από τα παραπάνω, ο Επίκουρος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η πραγματική κατάσταση της ευτυχίας είναι εκείνη της δυσάρεστης απόλαυσης. Σε αυτήν ουσιαστικά δε βιώνεται καμία απολύτως ανεκπλήρωτη επιθυμία.

Προκύπτει σχεδόν αβίαστα ο συσχετισμός των παραπάνω φιλοσοφικών αρχών με τη βουδιστική κατάσταση της νιρβάνα, καθώς και με τη διαπίστωση του συγγραφέα Eckhart Tolle ο οποίος επαγγέλλεται ότι η απλή κατάσταση αταραξίας είναι η ύπαρξη χωρίς την παρεμβολή ευχάριστων σκέψεων και συναισθημάτων.

Συμπέρασμα

Ο Σωκράτης λοιπόν, μέσα από τα μάτια του Πλάτωνα ενστερνίζεται τις παρακάτω αντιλήψεις περί ευτυχίας:

  • Όλα τα ανθρώπινα όντα επιθυμούν την ευτυχία.
  • Η ευτυχία είναι αντικείμενο υλοποίησης και διδασκαλίας που επέρχεται με την ανθρώπινη προσπάθεια.
  • Η ευτυχία αποτελεί μάλλον κατευθυντήριο παρά προσθήκη: δεν εξαρτάται από τα διαθέσιμα αγαθά, αλλά από τον τρόπο αξιοποίησης των αγαθών αυτών (με σοφία ή χωρίς σοφία).
  • Η ψυχή μαθαίνει να εναρμονίζει τις επιθυμίες της εστιάζοντας το βλέμμα της, πέρα από τις φυσικές απολαύσεις, προς την αγάπη της γνώσης και της αρετής.
  • Η αρετή και η ευτυχία είναι τόσο άρρηκτα συνδεδεμένες, ώστε είναι αδύνατο η μία να υπάρξει χωρίς την άλλη.
  • Οι απολαύσεις που απορρέουν από την αναζήτηση της αρετής και της γνώσης είναι υψηλότερης αξίας σε σχέση με την ικανοποίηση των ορμέμφυτων. Η ικανοποίηση δεν αποτελεί αυτοσκοπό της ύπαρξης, παρά είναι μία αναπόσπαστη απόρροια της άσκησης της αρετής σε μία καθόλα ανθρώπινη ζωή.

Συντάκτης: Saky Koulibaly,

Influence:

Αρθρογράφος του flowmagazine.gr.