Τελευταία παρατηρώ ότι αναπτύσσεται ένα νέο είδος λογοτεχνίας που μου αρέσει ιδιαίτερα- είναι τα παραμύθια για ενήλικες. Θα προτείνω τα …
Τα παραμύθια είναι για παιδιά: μύθος ή αλήθεια;
Οτιδήποτε βλέπεις μπορεί να γίνει ένα παραμύθι, και μπορείς να βγάλεις μια ιστορία από οτιδήποτε αγγίξεις.”, είπε ο Hans Christian Andersen, ο οποίος ήξερε ότι τα παραμύθια δεν είναι απλά παραμύθια.
Ως ενήλικας λατρεύω τα παραμύθια, ενώ οι φίλοι μου με κοροϊδεύουν: «Ποτέ δεν θα μεγαλώσεις εσύ;!!» καθώς ο Jo Nesbo και άλλοι που διαβάζουν οι ίδιοι για κάποιο λόγο δεν θεωρούνται παραμύθια, αλλά ένα είδος λογοτεχνίας, πράγμα που είναι και τα παραμύθια.
Τα παραμύθια είναι για παιδιά!
«Ναι, αλλά τα παραμύθια είναι για τα παιδιά!», λέμε και με αυτήν την φράση έχουμε διαπράξει τα εξής σφάλματα:
1. Έχουμε ξεχάσει πως είναι να είσαι παιδί.
2. Υποβιβάζουμε τα παιδία και τους εαυτούς μας ως παιδιά,
3. Απορρίπτουμε ασυζητητί τους συγγραφείς των παραμυθιών,
4. Πετάμε στην άκρη ένα τεράστιο και αξιόλογο μέρος της παγκόσμιας λογοτεχνίας
5. Εξυψώνουμε τον εαυτό μας ως ενήλικες χωρίς λόγο και αιτία
6. Αντίθετα με τις θρησκείες, τις επιστήμες, ακόμη ίσως και τις φιλοσοφίες, τα παραμύθια δεν ρέουν προς κάποιον δογματισμό.
7. Περιέχουν ταυτόχρονα τάξη και αταξία κι άρα οι εξηγήσεις δεν είναι απαραίτητα αυθύπαρκτες, είναι υποκειμενικές και έτερες, και
8. Είναι πλέον φανερό ότι είμαστε επαρμένοι ψηλομύτηδες.
Και η πρώτη ερώτηση: πως θα διαβάσουμε και θα πούμε παραμύθια στα παιδιά, ανιψάκια, αδελφάκια, μας, κλπ όταν δεν σεβόμαστε την λογοτεχνία τους και τον λόγο που κατανοούν, που τα κάνει τα χαμογελούν, να λυπούνται, που τα μαθαίνει, που τροφοδοτεί την σκέψη, την φαντασία και την δημιουργικότητά τους, που τα συγκινεί τόσο ώστε να θέλουν το ίδιο παραμύθι ξανά και ξανά και ξανά;
Γιατί σνομπάρουμε τα παραμύθια που μέσα σε λίγες, λιτές και απλές λέξεις περιγράφουν κόσμους ολόκληρους, που σχηματίζουν τοπία, βουνά, πελάγη; Που με σπάνια λεπτότητα φέρουν στην επιφάνεια συναισθήματα και έννοιες όπως είναι η χαρά, η λύπη, η ήττα, η αγάπη, η ετερότητα, η αδυναμία και άλλα μύρια πράγματα τα οποία είναι ίσως δύσκολο να περιγραφούν στην καθημερινότητα. Προσπαθήστε να εξηγήσετε σε ένα παιδί την έννοια της δικαιοσύνης- πόσο πιο εύκολα γίνεται αυτό μέσα από ένα παραμύθι!
Γιατί το κάνουμε αυτό; Διότι είμαστε μοντέρνοι και τεχνολογικά εξελιγμένοι; Διότι διαβάζουμε Χέγκελ, Πλάτωνα, Μαρξ, Αριστοτέλη και Ράσελ; Σιγά τώρα!
Διότι «σιγά τώρα μην διαβάσουμε παραμύθι!;» Διότι «τι έχει να μου δώσει ένα παραμύθι!»;
Κι όμως έχει: εάν διαβάσουμε πιο αργά, πιο προσεκτικά, χωρίς διάθεση χλευασμού και υποτίμησης.
Σύμβολα και κώδικες
Τα παραμύθια χρησιμοποιούν μύθους και σύμβολα για να μιλήσουν-το ίδιο κόλπο που έχουν χρησιμοποιήσει και πολλοί σοφοί μες στους αιώνες – κι έχει πιάσει!
Ας θυμηθούμε ότι οι μύθοι και τα παραμύθια περιέχουν τις καθολικές μνήμες μας, την απαρχής σκέψη, τις αξίες και τις συμπεριφορές μας επί αιώνων. Ας σκεφτούμε ότι τα σύμβολα είναι ένας τρόπος κωδικοποίησης της συμπεριφοράς, ένας τρόπος που διευκολύνει την επικοινωνία μας, που αναδεικνύει τα πιστεύω και τους φόβους μας, τις πεποιθήσεις και τις πράξεις μας. Τα σύμβολα «είναι η γλώσσα του αόρατου».
Αλλά τα πολλά λόγια είναι φτώχια. Κι εγώ, εγωιστής κι επίμονος άνθρωπος, πιστεύω ακράδαντα ότι τα παραμύθια προορίζονται για όλους: μικρούς, μεγάλους, σοφούς, αμόρφωτους, κοντούς, ψηλούς, με κορονοιό ή όχι, όλους.
Και, όντας πεισματάρης άνθρωπος θα το αποδείξω ευθύς αμέσως με ένα παραμύθι που όλοι, όχι μόνον γνωρίζουμε από μικροί αλλά, το αναμασάμε και στην διάρκεια της ζωής μας χωρίς όμως να του δίνουμε την πρέπουσα σημασία, χωρίς τον σεβασμό που του πρέπει- συμπεριφορά που γενικά έχουμε προς τα παραμύθια.
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ενας κήπος…
Μια φορά κι έναν καιρό, κάποτε παλιά τέλος πάντων, ήταν ένας κήπος καταπληκτικός, δίχως φράχτες και κάμερες, γεμάτος ζώα όλων των ειδών και δύο μόνον ανθρώπους, ας τους πούμε Αδάμ και Εύα, όπου όλοι ζούσαν αρμονικά, ακόμη και τα φίδια. Οι δύο άνθρωποι ήταν οι μοναδικοί στον κήπο, είχαν μόνον ο ένας τον άλλον και καθώς ο χρόνος δεν υφίστατο, ήταν μια σχέση αιώνων πιθανώς. Αμέτρητα, ατέλειωτα χρόνια μαζί. Ας το σκεφτούμε λίγο: μαζί αιώνια, στον παράδεισο! Όλοι αυτό δεν ονειρευόμαστε; Ελάτε τώρα: κρυφά κι ενδόμυχα και μυστικά μέσα μας. Το αγαπημένο ταίρι που θα μείνει μαζί μας για πάντα. Όλα τα παραμύθια εκεί δεν παραπέμπουν; Οι μύθοι;
Υπήρχε όμως κι ένα κάπως «σκοτεινό» σημείο: « Βρε παιδιά όλα δικά σας είναι, εκτός του μήλου». Σιγά το φρούτο! Σκληρό, λίγο στυφό, το δέντρο ούτε για σκιά δεν έκανε. Ευκολάκι, ναι; Και μετά έπεισε το φιδάκι την Εύα με υποσχέσεις: «Θες βρε να ‘χεις περισσότερα απ ότι έχεις τώρα;» Κι η Εύα δάγκωσε το μήλο δίχως να σκεφτεί ότι, ό,τι ήθελε το είχε, διότι είχε συντροφικότητα και αγάπη, γαλήνη και ελευθερία. Και μετά έπεισε και τον Αδάμ και το ‘χαψε κι αυτός και μετά κατέφθασε ο Δημιουργός τους και τους πήρε αρχικά με το μαλακό:
– Βρε παιδιά που είστε; Γιατί Μου κρύβεστε; Παίζουμε κρυφτό σήμερα;
Και άλλα τέτοια ευγενικά, ώστε να μην τους τρομάξει διότι στο κάτω-κάτω ένα λάθος είχαν κάνει. Κι ένα λάθος από μόνο του δεν είναι το τέλος του κόσμου.
Κι ανακάλυψε ότι τον είχαν παρακούσει και ξαναρώτησε μαλακά:
– Γιατί βρε παιδιά;
Κι είπε ο Αδάμ στραβοκαταπίνοντας και δακτυλοδείχνοντας την επί αιώνες σύντροφ’ο του:
– Αυτή μου το δώσε! Αυτή φταίει! Αυτή μ’ έβαλε!
Η Εύα έδειξε τον Αδάμ:
– Αυτός μου το ‘δωσε!
Και μέσα σε λίγες φράσεις, μια συντροφικότητα αιώνων διαλύθηκε στη στιγμή, με μια ευκολία μοναδική.
Ήταν η πρώτη δύσκολη στιγμή τους, η πρώτη φορά μέσα σε αιώνες μαζί που κλήθηκαν να πάρουν μια απόφαση για την στιγμή εκείνη και για το κοινό τους μέλλον, αλλά κι ο ένας για τον άλλον. Άνθρωποι που είχαν περάσει μαζί αιώνες, που δεν είχαν παρά ο ένας τον άλλο, στράφηκαν, δίχως δεύτερη σκέψη, απογυμνωμένοι πλέον από κάθε υποκρισία, ο ένας εναντίον του άλλου, κι η αγάπη τους έγινε σκόνη και στάχτη και αέρας και τίποτα. Λες και δεν είχε υπάρξει ποτέ.
Και η ερώτηση έρχεται αυτόματα σχεδόν: Είχε υπάρξει ποτέ αγάπη; Είχαν κατανοήσει ποτέ την έννοια της αγάπης; Διότι εάν την είχαν, τότε πως κατέρρευσε στιγμιαία ένα οικοδόμημα αιώνων; Πως ένα λάθος στάθηκε αιτία μιας τέτοιας απρόσκοπτης προδοσίας;
Μήπως τα παραμύθια έχουν να μας πουν πολλά περισσότερα απ ότι μας εξιστορούν οι λιγοστές σελίδες τους; Μήπως εάν κοιτάξουμε μέσα τους με λίγη προσοχή, θα βρούμε απίθανους κόσμους, εξαίρετες ιδέες, συναισθήματα και έννοιες που δεν είναι διόλου φανταστικά- καθώς συνδέουμε αφελώς το φανταστικό με τα παραμύθια, αλλά πολύ, μα πολύ αληθινά; Τόσο αληθινά που μας πονάνε;