Η σχολική απόδοση ενός μαθητή ορίζεται ως η αξιολόγηση της απόδοσής του σε σχέση με την εκπαιδευτική διαδικασία. Επομένως επηρεάζεται …
Σχολείο: το διάβασμα και η ευφυΐα δεν είναι τα μόνα κλειδιά για την επιτυχία
Οι άνθρωποι συνδέουμε τη νοημοσύνη των παιδιών με την επιτυχία τους στο σχολείο . Ωστόσο, νέες έρευνες διαπιστώνουν πως καθοριστικό ρόλο στην επίδοση των μαθημάτων έχει η καλλιέργεια μη γνωστικών δεξιοτήτων του μαθητή.
Όσο οι γονείς και οι μαθητές ετοιμάζονται για την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς, το άγχος για τις δυσκολίες που τους περιμένουν και τις απαιτήσεις του σχολείου, αλλά και το πώς θα ανταποκριθούν, αυξάνεται. Παραδοσιακά, η επιτυχία στο σχολείο συνδέεται με το διάβασμα και την καλή επίδοση στα τεστ. Ωστόσο, μια νέα έρευνα από το Queen Mary University of London και το University College London ανατρέπει αυτή τη στερεοτυπική αντίληψη, αποδεικνύοντας ότι υπάρχουν και άλλοι, εξίσου σημαντικοί παράγοντες που καθορίζουν την εκπαιδευτική επιτυχία.
Η σημασία των μη γνωστικών δεξιοτήτων
Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο Nature Human Behaviour, αποκαλύπτει ότι οι μη γνωστικές δεξιότητες -γνωστές και ως κοινωνικο-συναισθηματικές-, όπως η συναισθηματική νοημοσύνη, το κίνητρο, η αυτοπειθαρχία και η επιμονή, είναι βασικές για την ακαδημαϊκή πορεία των μαθητών. Σύμφωνα με τη Δρ Margherita Malanchini, βασική συντάκτρια της μελέτης και καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Queen Mary University of London, «η παραδοσιακή αντίληψη ότι η νοημοσύνη είναι ο κυρίαρχος παράγοντας για την επιτυχία στο σχολείο τίθεται υπό αμφισβήτηση. Οι μη γνωστικές δεξιότητες, όπως η επιμονή και το ενδιαφέρον για τη μάθηση, αποδεικνύονται εξίσου, αν όχι περισσότερο, σημαντικές».
Γενετικοί παράγοντες και μη γνωστικές δεξιότητες
Η έρευνα διεξήχθη σε περισσότερα από 10.000 παιδιά στην Αγγλία και την Ουαλία, από την ηλικία των 7 έως 16 ετών, χρησιμοποιώντας μεθόδους που περιλάμβαναν μελέτες σε δίδυμα και αναλύσεις DNA. Οι ερευνητές κατάφεραν να δημιουργήσουν έναν «πολυγονιδιακό δείκτη» για τις μη γνωστικές δεξιότητες, δηλαδή έναν γενετικό χάρτη που δείχνει την προδιάθεση ενός παιδιού για αυτές τις δεξιότητες.
Όπως εξηγεί ο Δρ Andrea Allegrini, συντάκτης της μελέτης και ερευνητής στο University College London, «οι γενετικοί παράγοντες που σχετίζονται με τις μη γνωστικές δεξιότητες γίνονται ολοένα και πιο σημαντικοί για την ακαδημαϊκή επιτυχία κατά τη διάρκεια των σχολικών χρόνων. Μέχρι το τέλος της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, η γενετική προδιάθεση για μη γνωστικές δεξιότητες είναι εξίσου σημαντική με εκείνη για τις γνωστικές ικανότητες».
Ο ρόλος του περιβάλλοντος
Εκτός από τη γενετική, η μελέτη υπογραμμίζει και τη σημασία του περιβάλλοντος στην ανάπτυξη των μη γνωστικών δεξιοτήτων. Με τη σύγκριση αδερφών, οι ερευνητές κατάφεραν να απομονώσουν την επίδραση του κοινού οικογενειακού περιβάλλοντος από τη γενετική. Διαπιστώθηκε ότι, ακόμα και μέσα στην ίδια οικογένεια, τα παιδιά μπορεί να αναπτύξουν διαφορετικά επίπεδα μη γνωστικών δεξιοτήτων, ανάλογα με τις προσωπικές τους εμπειρίες και επιλογές.
Η σημασία των ευρημάτων αυτών είναι τεράστια για το εκπαιδευτικό σύστημα. Οι ειδικοί προτείνουν ότι τα σχολεία πρέπει να δώσουν μεγαλύτερη έμφαση στην καλλιέργεια των μη γνωστικών δεξιοτήτων των μαθητών. Η Δρ Malanchini τονίζει: «το εκπαιδευτικό μας σύστημα έχει παραδοσιακά επικεντρωθεί στην ανάπτυξη των γνωστικών ικανοτήτων. Είναι καιρός να ισορροπήσουμε αυτήν την προσέγγιση και να δώσουμε ίση σημασία στην καλλιέργεια των μη γνωστικών δεξιοτήτων. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα πιο περιεκτικό και αποτελεσματικό μαθησιακό περιβάλλον για όλους τους μαθητές».
Η νέα σχολική χρονιά που ξεκινάει είναι μια ευκαιρία για γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικούς να σκεφτούν πέρα από τους παραδοσιακούς τρόπους επιτυχίας. Αυτή η έρευνα ανοίγει τον δρόμο για μια πιο ολιστική προσέγγιση της εκπαίδευσης, αναγνωρίζοντας ότι η επιτυχία είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, που συμπεριλαμβάνουν αλλά δεν περιορίζονται στη νοημοσύνη.