Πόσο ρατσιστές είμαστε απέναντι στους ηλικιωμένους;

Συντάκτης: Μάριαμ Συρεγγέλα

«Ο χρηματιστής μου, μου σύστησε να αγοράσω μια μετοχή που θα τριπλασιάζει την αξία της κάθε χρόνο. Του είπα, “Στην ηλικία μου, δεν τολμάω ν’ αγοράσω ούτε πράσινες μπανάνες.” -Claude Pepper

Υπάρχουν περίπου 600.000.000 άνθρωποι στον κόσμο σήμερα που είναι 60 ετών  ή μεγαλύτεροι. Κατά το 2025, ο αριθμός αυτός αναμένεται να διπλασιαστεί. Η επιστήμη και η ιατρική πάντα προχωρούν για να επεκτείνουν την ανθρώπινη διάρκεια ζωής, αλλά παραδόξως έχουν γίνει λίγα για να μελετηθεί η στάση της κοινωνίας σχετικά με τη γήρανση. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν πρόκειται για τον ηλικιακό ρατσισμό (ageism/age racism), ο οποίος είναι, όπως φαίνεται πλέον, απ’ τις πιο διαδεδομένες μορφές  προκατάληψης.

Τι είναι η προκατάληψη

Τι είναι η προκατάληψη; «Προκατάληψη είναι η πεποίθηση εκείνη που δεν στηρίζεται σε λογική επιχειρηματολογία προς την οποία μάλιστα και αντιπαρατίθεται ανυποχώρητα. Υπολαμβάνεται ως μια γνώμη ή ένα σύνολο γνωμών ή ακόμα και ως ολόκληρη θεωρία η οποία έχει σχηματισθεί κατά έναν μη επιστημονικό τρόπο κοινώς αποδεκτό, αλλά και μια τοποθέτηση που περιλαμβάνει συναισθήματα όπως η περιφρόνηση και η απέχθεια. Δεν πρόκειται για άποψη γιατί κάθε άποψη δεν μπορεί να θεωρηθεί εσφαλμένη, αλλά για στέρεα πεποίθηση.»

Με άλλα λόγια είναι μια ιδέα που έχουμε  στο κεφάλι μας χωρίς να ξέρουμε ακριβώς από πού και γιατί την έχουμε, την οποία -εάν ερωτηθούμε- δεν μπορούμε λογικά να στηρίξουμε, αλλά την οποία υπερασπιζόμαστε μετά μανίας εάν κάποιος έχει άλλη γνώμη.

Ηλικιακός ρατσισμός

«O όρος καθιερώθηκε το 1968 από τον αμερικανό Robert Neil Butler και σημαίνει τη μεροληπτική στάση και τις διακρίσεις σε βάρος των ηλικιωμένων. Ο ηλικιακός ρατσισμός τροφοδοτείται από προκαταλήψεις, στερεότυπα και καθημερινές πρακτικές και συμπεριφορές σε βάρος των ηλικιωμένων. Τέλος καταλήγει να θεωρεί ότι οι ηλικιωμένοι είναι διαφορετικής κατηγορίας άνθρωποι και να τους αρνείται πόρους, ευκαιρίες και μια καθημερινή ζωή που οι άλλοι συνάνθρωποί τους απολαμβάνουν.

Τα θύματα του ηλικιακού ρατσισμού υφίστανται την υποτίμηση και απαξίωση της προσωπικότητάς τους άλλοτε με χειραγώγηση -τους φέρονται σαν να είναι μικρά  και άβουλα παιδιά – και άλλοτε προσβλητικά ή και με απειλές. Στερεότυπα που αναπαράγονται είναι γενικεύσεις όπως οι ηλικιωμένοι έχουν μειωμένη ικανότητα,  κακή υγεία, πολλά νοσήλια, χαμηλή παραγωγικότητα, ότι είναι παράξενοι, ιδιότροποι και δεν μαθαίνουν νέες πληροφορίες.»

Με άλλα λόγια είναι πολίτες με λιγότερα ή δίχως δικαιώματα, πολύ συχνά όπως θεωρούμε τα παιδιά και άρα δεν τους θεωρούμε καν πολίτες, αλλά ένα βάρος που υποχρεωνόμαστε να σηκώνουμε  εμείς που είμαστε οι «κανονικοί» πολίτες. Δηλαδή, όπως έλεγε κι ο Huxley στην «Φάρμα των ζώων», υπάρχουν οι ίσοι και οι λιγότεροι ίσοι πολίτες.

Αν κοιτάξουμε γύρω μας, τους φίλους, γνωστούς, συναδέλφους, συγγενείς (ιδιαίτερα στους συγγενείς) θα ανακαλύψουμε ότι πολλοί από αυτούς είναι ακριβώς έτσι: παράξενοι, ιδιότροποι, πεισματάρηδες, με ελάχιστη διάθεση να μάθουν κάτι νέο, κλπ. Κι όμως εκεί όχι μόνο δεν το εξετάζουμε, το θεωρούμε απόλυτα φυσιολογικό καθώς «ε, ο καθένας μας είναι διαφορετικός..» και ταυτόχρονα θωρούμε  τους εαυτούς ανοικτόμυαλους που τους αποδεχόμαστε. Και ίσως να είμαστε. Γιατί όμως να μην είμαστε και με τους μεγαλύτερους σε ηλικία; Η αποδοχή έχει να κάνει με την ηλικία του άλλου; Η οποία όμως  δεν είναι  η «ηλικία του άλλου», αλλά η δική μας μελλοντική ηλικία.

Η πραγματική επικράτηση του ηλικιακού ρατσισμού είναι δύσκολο να μετρηθεί, καθώς  δεν έχουν υπάρξει ακόμη πολλές  έρευνες για το θέμα. Τον προηγούμενο μήνα, μια ανασκόπηση των υπαρχόντων  ερευνών  διαπίστωσε ότι οι μελέτες για το πόσοι άνθρωποι έχουν κάποιες συγκεκριμένες  πεποιθήσεις  σχετικά με τους γηραιότερους ανθρώπους έχουν πολύ ποικίλα αποτελέσματα, αλλά ακόμη και στο χαμηλότερο  άκρο, οι αριθμοί είναι εντυπωσιακοί: οι  αριθμοί κυμαίνονταν από το 50% των συμμετεχόντων σε μια μικρή μελέτη της Σρι Λάνκα έως το 100% σε μια αμερικανική έρευνα  300 και  ατόμων. Δεν ήταν όλες οι στάσεις αρνητικές — για παράδειγμα, οι περισσότεροι ερωτηθέντες στην αμερικανική δημοσκόπηση ανέφεραν ότι ανοίγουν τις πόρτες για τους ηλικιωμένους   – αλλά οι απαντήσεις τους εξακολουθούσαν να περιέχουν «ηλικιακά»  στερεότυπα.

“Ο ηλικιακός ρατσισμός θεωρείται σήμερα ως η πιο συνηθισμένη μορφή προκατάληψης,” λέει η συν-συντάκτρια  της μελέτης Donna Wilson” και το θέμα είναι ότι δεν αναγνωρίζουμε καν πόσο διαδεδομένος και πόσο προκλητικός είναι.”.

Και δεν έχουμε υπ’ όψιν μας διάφορα, όπως:

  • Στις 16 Οκτωβρίου 2011, η Βρετανίδα Fauja Singh έγινε η πρώτη 100άχρονη που ολοκλήρωσε την κούρσα της στον Μαραθώνιο του Toronto Waterfront στον Καναδά.
  • Επίσης: Μετά τον κυκλώνα Sidr στο Μπανγκλαντές το 2007, επιτροπές ηλικιωμένων ανέλαβαν ενεργό ρόλο, στέλνοντας μηνύματα έγκαιρης προειδοποίησης σε ανθρώπους και οικογένειες που κινδύνευαν περισσότερο, αναζητούσαν όσους είχαν πληγεί σε μεγαλύτερο βαθμό, συνέτασσαν καταλόγους δικαιούχων βοήθειας και τους ενημέρωναν για το πού και πότε θα παραλάμβαναν υλικό από την πρόνοια.
  • Eπίσης: Στις περισσότερες χώρες, οι γυναίκες τείνουν να είναι οι παροχείς φροντίδας της οικογένειας. Πολλές γυναίκες φροντίζουν περισσότερες από μία γενιές, όντας οι ίδιες σε προχωρημένη ηλικία. Αυτό συμβαίνει, πχ,  στην Υπο-Σαχάρια Αφρική, όπου το 20% των γυναικών της υπαίθρου με ηλικία άνω των 60 ετών είναι αυτές που φροντίζουν κυρίως τα εγγόνια τους.
  • Επίσης: Μετά τον σεισμό και το τσουνάμι του 2011 στη Φουκουσίμα της Ιαπωνίας πολλοί ηλικιωμένοι και συνταξιούχοι προσήλθαν ως εθελοντές στα κατεστραμμένα πυρηνικά εργοστάσια δηλώνοντας ότι, λόγω του προχωρημένου της ηλικίας τους, δεν είχε νόημα να ανησυχούν για τις επιπτώσεις στην υγεία τους από τη μακροχρόνια έκθεση στη ραδιενέργεια.

Αυτά είναι μεμονωμένα παραδείγματα; Η μήπως απλά είναι πράγματα που δεν τα ξέρουμε, τα αγνοούμε ή και τα ξεχνάμε προτιμώντας τις προκαταλήψεις μας, όχι από κακία, αλλά απλά διότι έτσι έχουμε συνηθίσει να σκεπτόμαστε, διότι απλά είμαστε προκατειλημμένοι και δεν το ξέρουμε;

Παράδειγμα γνωστό σε όλους μας:  στο χώρο της υγείας  και περίθαλψης οι ηλικιωμένοι αντιμετωπίζονται πολύ συχνά χωρίς τον προσήκοντα σεβασμό και χωρίς να τους δίνουν σημασία. Το χαμόγελο, η ζεστασιά, το ενδιαφέρον είναι δυσεύρετα.

Για το τελευταίο κρεβάτι στην εντατική μεταξύ ενός νέου και ενός ηλικιωμένου προτιμάται ο πρώτος. Γιατί; Πως είμαστε τόσο σίγουροι ότι ο νέος έχει περισσότερα να προσφέρει μελλοντικά από τον ηλικιωμένο; Δεν γνωρίζουμε, αλλά αυτή είναι η «ηθικά τελεολογική» απάντηση που δίνουμε, η πρόσφατα κοινωνικά μαθημένη, άσχετα με το αν η μελλοντική προσφορά των δύο ανθρώπων μας είναι άγνωστη.

Μέρος του προβλήματος  είναι το γεγονός ότι ο ηλικιακός ρατσισμός δεν είναι απλά ανεκτός, αλλά συχνά περνάει και εντελώς απαρατήρητος, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα πολλές μορφές ηλικιακού ρατσισμού να θεωρούνται πλέον φυσιολογικές συμπεριφορές. Καθώς η Laura Robbins γράφει για τον Αμερικανικό Σύλλογο  Γήρανσης, “….δεν μπορούμε να φανταστούμε «αντι-γυναικεία» ή «αντι-μαύρα» προϊόντα, αλλά την πατάμε με τις διαφημίσεις, ξοδεύοντας τα δισεκατομμύρια δολάρια που κοστίζουν οι  «αντι-γηραντικές» κρέμες και  προϊόντα.”, παρ όλη την κοινή γνώση ότι όλοι γερνάμε.

Εδώ, δεν συζητάμε τις αιτίες αυτής της συμπεριφοράς-αυτό είναι ίσως ένα άλλο κεφάλαιο. Συζητάμε το γεγονός ότι στην κοινωνία μας σήμερα πιο πολύ από ποτέ  υπάρχει και, όλο και αμβλύνεται, ο ηλικιακός ρατσισμός, δυσχεραίνοντας τις ζωές όλων μας, ειδικά των ανθρώπων εναντίον των οποίων άδικα στρέφεται- όπως άλλωστε και οι κάθε είδους ρατσιστικές πεποιθήσεις  που οι σύγχρονες κοινωνίες προσπαθούν να απαλείψουν.

Το εν γένει πρόβλημα με τις πεποιθήσεις είναι ότι εγκαταλείπουμε μία για να ασπασθούμε κάποια άλλη με την ίδια απερισκεψία και περισσότερη ζέση.

Τελικά είναι η ηλικία που περιορίζει την υγεία και τη συμμετοχή των ηλικιωμένων; Διότι εάν ήταν η ηλικία, δεν θα συνέβαινε και παλαιότερα, τότε που οι ηλικιωμένοι έχαιραν σεβασμού και έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στην κοινωνική ζωή; Ή είναι οι εσφαλμένες αντιλήψεις και πεποιθήσεις  μας,  οι προκαταλήψεις δηλαδή που θέτουν εμπόδια, εμποδίζοντάς μας να δούμε την πραγματικότητα ως έχει και άρα παραγκωνίζοντας ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού μας και μαζί και τις ικανότητες προσφοράς του;

Μήπως  φοβόμαστε και άρα αποστρεφόμαστε τους μελλοντικούς εαυτούς μας έτσι;

Το παράξενο εδώ είναι πως κανείς μας βέβαια δεν πιστεύει ότι δεν θα γεράσει, όμως πολλοί συμπεριφερόμαστε λες και δεν πρόκειται να συμβεί-σε μας  προσωπικά τουλάχιστον.

Μήπως σκεπτόμαστε ως εξής; Ρατσιστές είναι πάντα οι άλλοι, καθώς δεν μπορεί να είμαστε εμείς; Αλλά  και τα θύματα του ρατσισμού πρέπει να είναι πάντα οι άλλοι διότι για κάποιο άγνωστο λόγο το αξίζουν;

Ο ηλικιακός ρατσισμός δεν φαίνεται καν να συμβαδίζει με τον  μέχρι τούδε ορισμό του ρατσισμού που λέει ότι οι άνθρωποι δεν είναι όλοι ίσοι μεταξύ τους, αλλά διαχωρίζονται σε ανώτερους και κατώτερους, διακρινόμενοι είτε από το χρώμα του δέρματος, την εθνικότητα, τη θρησκεία, το φύλο, είτε από τον σεξουαλικό προσανατολισμό κλπ. Το πιο συνηθισμένο είδος ρατσισμού, και αυτό που έχει δώσει την αρχική ονομασία στην λέξη, (ράτσα/ razza = φυλή), είναι ο φυλετικός ρατσισμός. Ο συγκεκριμένος ρατσισμός (ηλικιακός) δεν στρέφεται  καν εναντίον κάποιας μειονότητας, αλλά εναντίον ενός τεράστιου ποσοστού ανθρώπων του πλανήτη που όλο και αυξάνεται, δηλαδή ενάντια της πλειοψηφίας.

Και μία παλιά λαϊκή ιστορία: ένα αντρόγυνο δεν μπορούσε πια να φροντίζει τον ηλικιωμένο πατέρα, αποφάσισαν λοιπόν να τον τυλίξουν σε μια κουβέρτα και να τον πετάξουν στο ποτάμι. Μαζί τους πήγε και το παιδί τους. Αφού πέταξαν τον ηλικιωμένο άντρα  στο ποτάμι, πήραν το δρόμο του γυρισμού. Κάποια στιγμή κοίταξαν πίσω και είδαν  το παιδί τους να κουβαλά την κουβέρτα. Το ρώτησαν: γιατί πήρες την κουβέρτα από το ποτάμι; Απάντησε: Πώς θα σας μεταφέρω εγώ στο ποτάμι όταν εσείς γεράσετε;

Συντάκτης: Μάριαμ Συρεγγέλα,

Influence:

Έχει σπουδάσει ψυχολογία με μεταπτυχιακές σπουδές στο Illinois Institute of Technology (USA) και Surrey University (UK). Έχει μεγαλώσει στην Ελλάδα και στο Ιράν…