Οι θεωρίες της απόκτησης της δεύτερης γλώσσας, αποτελούν έναν επιστημονικό κλάδο συνεχώς αναπτυσσόμενο, ως αφορμή των διαφορετικών κοινωνικών φαινομένων και …
Ποια τα διαφοροποιητικά χαρακτηριστικά μαθητών κατά την εκμάθηση 2ης γλώσσας (β΄ μέρος)
Το παρόν κείμενο, αποτελεί το β’ μέρος της συζήτησης περί ατομικών διαφορών του μαθητή της 2ης γλώσσας, που επηρεάζουν πολυεπίπεδα τον τρόπο εκμάθησής της.
Η συζήτηση αυτή γίνεται με σκοπό την κατανόηση αυτών των ατομικών διαφορών που έχουν ως αποτέλεσμα να διευκολύνουν την διαδικασία μάθησης της 2ης γλώσσας.
Αν ρωτήσετε έναν εκπαιδευτικό, θα σας πει ότι σε μια τάξη μπορείς εύκολα να συνειδητοποιήσεις πως κάποιοι μαθητές μαθαίνουν με πιο γρήγορο ρυθμό από άλλους και άλλοι με πιο αργό, δεδομένου ότι δεν θα πετύχουν όλοι με την ίδια διαδρομή το ίδιο γλωσσικό επίπεδο.
Η εξήγηση βασίζεται στην απουσία ομοιογένειας στους ανθρώπους και στο ότι ο καθένας αντιλαμβάνεται και μαθαίνει με τον δικό του τρόπο και τον δικό του ρυθμό.
Οι κυριότεροι διαφοροποιητικοί παράγοντες, στους οποίους συμφωνούν οι μελετητές για την κατάκτηση της 2ης γλώσσας, αποτελούν α) τα κίνητρα, β) η προσωπικότητα, γ) η ηλικία, δ) το γνωστικό και μαθησιακό τους στιλ, ε) οι στρατηγικές μάθησης και στ) η κλίση.
Εμείς θα στους 3 τελευταίους παράγοντες.
Σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο της Oxford, ως μαθησιακά στιλ ορίζονται οι γενικές προσεγγίσεις, που χρησιμοποιούν οι μαθητές/τριες για να κατακτήσουν μια νέα γλώσσα ή να μάθουν κάποιο άλλο γνωστικό αντικείμενο. Το μαθησιακό στιλ με το γνωστικό στιλ δεν έχουν ευδιάκριτες διαφορές και πολλές φορές ταυτίζονται στη διεθνή βιβλιογραφία. Τα εκλαμβάνουμε συνήθως ως ορισμένες δομές και μοτίβα επεξεργασίας πληροφοριών.
Τα μαθησιακά στιλ διακρίνονται ανάμεσα στον σφαιρικό (global) και τον αναλυτικό (analytical) τρόπο εκμάθησης.
- Αναλυτικότερα, οι σφαιρικοί μαθητές/τριες τείνουν να είναι πιο κοινωνικοί/ές και τους αρέσει η αλληλεπίδραση και η επικοινωνία. Συνήθως δυσκολεύονται σε γραμματικούς κανόνες και συχνά χρησιμοποιούν στρατηγικές για να αποφύγουν τα εμπόδια στην επικοινωνία.
- Αντίθετα, οι αναλυτικοί μαθητές/τριες τείνουν να συγκεντρώνονται σε γραμματικές λεπτομέρειες αλλά νιώθουν λιγότερο ασφαλείς σε επικοινωνιακές δραστηριότητες. Τείνουν να μαθαίνουν τους κανόνες και τις αρχές μιας γλώσσας και δεν τους αρέσει ο αυτοσχεδιασμός ή να επιχειρούν να μαντεύουν σε περίπτωση που προκύψει μια ανοίκεια γλωσσική περίσταση.
Να αναφερθεί πως πολλές φορές τα άτομα υιοθετούν πότε το ένα είδος και πότε το άλλο, ανάλογα με τη δραστηριότητα που αντιμετωπίζουν. Δύσκολο κάποιος να θεωρηθεί αποκλειστικά αναλυτικός/ή ή σφαιρικός/ή, αφού κάθε άτομο έχει ορισμένες τάσεις, αλλά σε ένα δεδομένο περιβάλλον μπορεί να υιοθετεί τον καταλληλότερο τρόπο εκμάθησης.
Οι στρατηγικές μάθησης (learning strategies) αποτελούν συγκεκριμένες πράξεις, συμπεριφορές και τεχνικές που χρησιμοποιούν συνειδητά οι μαθητές/τριες, με στόχο τη βελτίωση της προόδου τους στην κατανόηση, εσωτερίκευση και χρήση της δεύτερης γλώσσας.
Οι στρατηγικές γίνονται ένα χρήσιμο σύνολο εργαλείων για ενεργή, συνειδητή και σκόπιμη αυτορρύθμιση της μάθησης και διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες:
- Τις μεταγνωστικές στρατηγικές, ή στρατηγικές σχεδιασμού εκμάθησης, όπως: η οργάνωση, η κατευθυνόμενη και επιλεκτική προσοχή, ο σχεδιασμός και ο αυτοέλεγχος.
- Τις γνωστικές στρατηγικές, ή στρατηγικές χειρισμού του μαθησιακού στιλ, όπως: η αφαίρεση, η ακουστική αναπαράσταση, οι λέξεις-κλειδιά και η επεξεργασία.
- Και τις κοινωνικο-συναισθηματικές στρατηγικές, ή στρατηγικές συναλλαγής/ επικοινωνίας με άλλους, όπως: η συνεργασία με άλλους και οι διευκρινιστικές ερωτήσεις.
Κλίση (aptitude) αποτελεί την ικανότητα του/της μαθητή/τριας να πετύχει έναν μαθησιακό στόχο και απαρτίζεται από τέσσερις διαφορετικές ικανότητες, που προβλέπουν στην επιτυχία και την πρόοδο του/της στην τάξη. Αυτές είναι:
- Η ικανότητα φωνητικής κωδικοποίησης, δηλαδή η ικανότητα να διακρίνει κανείς και να συνδέει τους φθόγγους μεταξύ τους.
- Η γραμματική ευαισθησία, που ο/η ομιλητή/τρια αναγνωρίζει τις γραμματικές λειτουργίες των λέξεων σε μια πρόταση.
- Η μηχανική ικανότητα εκμάθησης, που ο/η μαθητή/τρια συνδέει γρήγορα και αποτελεσματικά τους ήχους με τις σημασίες.
- Και τέλος, η επαγωγική ικανότητα εκμάθησης, δηλαδή η ικανότητα κάποιου να επάγει κανόνες από το διαθέσιμο γλωσσικό υλικό.
Διαβάστε επίσης: Ποια τα διαφοροποιητικά χαρακτηριστικά μαθητών κατά την εκμάθηση 2ης γλώσσας (α΄ μέρος)
Βιβλιογραφία
Βαρλοκώστα, Σ., & Τριανταφυλλίδου, Λ. (2003). Επίπεδα γλωσσομάθειας στην ελληνική ως δεύτερη γλώσσα. ΕΠΕΑΕΚ, Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Αθήνα: Βιβλιοσυνεργατική ΑΕΠΕΕ.
Cornett, C. E. (1983).What you should know about teaching and learning styles. Phi Delta Kappa Educational Foundation, Bloomington.
Eddy, E. (2012). On the involvement of cognitive processes in the acquisition of English grammar by Slovak learners. Prešovská Univerzita v Prešove.
Oxford, R. (1990). Language learning strategies in second language acquisition. Cambridge: Cambridge University Press.
Oxford, R. (2003). Language learning styles and strategies: An overview. Proceedings of GALA (Generative Approaches to Language Acquisition) Conference, 1-25.