Ο όρος ‘greenwashing’ είναι ένας όρος που έχει αρχίσει να διεισδύει στο αγγλικό λεξικό. Είναι μια μορφή μάρκετινγκ που εφαρμόζεται …
Όταν η οικολογία γίνεται marketing
Τα τελευταία χρόνια, η έννοια της οικολογικής συνείδησης έχει εισχωρήσει δυναμικά στην καθημερινότητα, τι κρύβεται όμως πίσω από το marketing των “πράσινων” προϊόντων;
Από τις συσκευασίες τροφίμων έως τα ρούχα και τα προϊόντα προσωπικής υγιεινής, η αγορά έχει πλημμυρίσει από «πράσινα» και «φυσικά» αγαθά. Ωστόσο, η εξάπλωση αυτής της τάσης συνοδεύεται συχνά από το φαινόμενο του “greenwashing” – την πρακτική δηλαδή των επιχειρήσεων να προβάλλουν ένα προϊόν ως φιλικό προς το περιβάλλον, χωρίς αυτό να ανταποκρίνεται απαραίτητα στην πραγματικότητα.
Η παραπλανητική χρήση των εννοιών
Πολλές φορές, όροι όπως «βιοδιασπώμενο», «οικολογικό» ή «natural» χρησιμοποιούνται χωρίς σαφή ορισμό ή νομικό πλαίσιο. Για παράδειγμα, πολλά από τα ποτήρια και καλαμάκια που διαφημίζονται ως «βιοδιασπώμενα» απαιτούν ειδικές συνθήκες βιομηχανικής κομποστοποίησης για να αποσυντεθούν – συνθήκες που δεν υπάρχουν στα περισσότερα σημεία απόρριψης απορριμμάτων.
Αντίστοιχα, προϊόντα που δηλώνουν «100% ανακυκλώσιμα» δεν εξασφαλίζουν ότι θα καταλήξουν στην ανακύκλωση. Η πραγματική ανακύκλωση προϋποθέτει ολόκληρη αλυσίδα υποδομών, από τον σωστό διαχωρισμό στην πηγή μέχρι την επεξεργασία στο τελικό στάδιο. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, στην Ελλάδα λιγότερο από το 20% των πλαστικών απορριμμάτων ανακυκλώνεται ουσιαστικά.
Η ψευδαίσθηση της περιβαλλοντικής ευθύνης
Το greenwashing βασίζεται κυρίως στην ψυχολογία του καταναλωτή. Η οικολογική ευαισθησία μετατρέπεται σε εμπορικό εργαλείο, καθώς προσφέρει τη δυνατότητα να συνδυαστεί η κατανάλωση με την αίσθηση του καθήκοντος. Η αγορά ενός προϊόντος παρουσιάζεται ως πράξη περιβαλλοντικής υπευθυνότητας, ακόμη κι όταν αυτή δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Συχνά, η επιθυμία για βιώσιμες επιλογές υποκαθίσταται από αισθητικά στοιχεία, όπως η χρήση του πράσινου χρώματος, φύλλων ή γήινων σχεδίων στις συσκευασίες. Παράλληλα, όροι όπως «φυσικό» ή «οικολογικό» χρησιμοποιούνται αδιακρίτως, αφού δεν υπόκεινται σε αυστηρό νομικό έλεγχο. Έτσι, δημιουργείται μια εικονική «πράσινη» ταυτότητα προϊόντων που ουσιαστικά δε διαφέρουν από τα συμβατικά.
Η ανάγκη για κριτική στάση
Η ουσιαστική περιβαλλοντική στάση δεν ταυτίζεται με την κατανάλωση προϊόντων που απλώς «φαίνονται» οικολογικά. Η μείωση της κατανάλωσης, η επαναχρησιμοποίηση και η επιλογή προϊόντων με αποδεδειγμένα βιώσιμη παραγωγή αποτελούν βασικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση.
Η ενημέρωση και η κριτική σκέψη είναι καθοριστικής σημασίας. Η κατανόηση των υλικών, των διαδικασιών παραγωγής και των πραγματικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων μπορεί να οδηγήσει σε πιο ουσιαστικές επιλογές. Πιστοποιήσεις όπως το FSC, το EU Ecolabel ή το Fairtrade προσφέρουν περισσότερο έλεγχο και αξιοπιστία, σε σχέση με ασαφείς γενικεύσεις τύπου «eco» ή «green».
Συμπέρασμα
Η οικολογία δεν μπορεί να περιοριστεί σε μια τάση του μάρκετινγκ. Αποτελεί ουσιαστική στάση ζωής, η οποία απαιτεί συνέπεια, ενημέρωση και συνειδητές επιλογές. Σε έναν κόσμο όπου η εικόνα συχνά υπερισχύει της ουσίας, η πραγματική περιβαλλοντική ευθύνη δεν εξαντλείται στην αγορά του επόμενου «πράσινου» προϊόντος, αλλά εκφράζεται μέσα από την καθημερινή πράξη και τη συνεπή αμφισβήτηση του αυτονόητου.