Οι ψαράδες, του Τσιγκόζιε Ομπιόμα

Συντάκτης: Βαγγέλης Γραμματικόπουλος

Τέσσερα αδέρφια μιας πολυμελούς οικογένειας της μεσαίας τάξης στη Νιγηρία αποφασίζουν να πάνε κρυφά από τους γονείς τους για ψάρεμα σε έναν κοντινό ποταμό. Ο Ικένα, ο Μπότζα, ο Ομπέμπε και ο Μπέντζαμιν (αφηγητής της ιστορίας), ηλικίας 9 έως 15 ετών έκαστος, μεγαλώνουν ενωμένοι σαν μια γροθιά σε ένα οικογενειακό περιβάλλον όπου δεσπόζει η αυταρχική μορφή του πατέρα. Η ανάγκη τους να εξερευνήσουν τον κόσμο οδηγεί τα αγόρια στον απαγορευμένο ποταμό Όμι-Άλα, όπου ασκούνται ξέγνοιαστα στην τέχνη του ψαρέματος εν κρυπτώ επί έξι εβδομάδες. Μια μέρα στο ποτάμι, όμως, η τρομερή προφητεία που θα απευθύνει στον μεγαλύτερο αδερφό ένας επικίνδυνος τρελός της περιοχής έρχεται να διασαλέψει την τάξη των πραγμάτων. Σύμφωνα με την προφητεία του Αμπούλου, ο Ικένα θα βρει τον θάνατο από το χέρι ενός ψαρά, δηλαδή από το χέρι ενός εκ των αδερφών του.

Η ως άνω ιστορία αποτελεί τη βάση του μυθιστορηματικού ντεμπούτου του τριαντάχρονου Νιγηριανού Τσιγκόζιε Ομπιόμα υπό τον τίτλο: Οι Ψαράδες (εκδόσεις Μεταίχμιο, Οκτώβριος 2015, μτφρ. Ιωάννα Ηλιάδη), που απέσπασε διεθνώς, και ασφαλώς όχι άδικα, πολλές θετικές κριτικές, ευμενή σχόλια και σημαντικές διακρίσεις. Ένα δείγμα αφρικανικής λογοτεχνίας —αντιπροσωπευτικά εγχειρήματα της οποίας δυστυχώς τόσο σπάνια βρίσκουμε μεταφρασμένα στις προθήκες των βιβλιοπωλείων— που επιχειρεί να κινηθεί στα χνάρια σημαντικών συγγραφέων της μαύρης ηπείρου, όπως ο Τσινούα Ατσέμπε ή ο Νγκούκι βα Τιόνγκο. Ο Ομπιόμα, από την πλευρά του, υιοθετεί ένα κράμα σύγχρονης δυτικότροπης μορφής μυθιστορήματος (έζησε άλλωστε και εμπνεύστηκε στην Κύπρο) και στοιχείων της πλούσιας προφορικής και αφηγηματικής παράδοσης της χώρας του.

Οι Ψαράδες ως παρθενικό μυθιστόρημα διαθέτουν αρετές που δεν μπορεί κάποιος να παραβλέψει. Ο φαινομενικά απλός ιστός της ιστορίας μεταβάλλεται βαθμιαία σε ένα έργο με περιπλοκότητα και δύναμη, που, καθώς κλιμακώνεται, εξελίσσεται σε ένα tour de dorce έντασης και συγκίνησης. Στο πρώτο μέρος του μυθιστορήματος ο αφηγητής Μπέντζαμιν, χρόνια μετά τα γεγονότα, περισυλλέγει αναμνήσεις από τον ανέφελο βίο της οικογένειάς του τη δεκαετία του ’90 σε μια πολίχνη της σύγχρονης Νιγηρίας, το Άκουρε. Εκεί, αναδύεται η μορφή του αυστηρού και σκληρού πατέρα που έχει υψηλές προσδοκίες από τους γιους του, η στοργική και ακούραστη φιγούρα της μητέρας, μα κυρίως τα πρόσωπα των αδερφών του, με τους οποίους μοιράστηκε την παιδική του ηλικία και καθίστανται πρότυπο για τον ίδιο. Μετά την προφητεία στο ποτάμι, όμως, η υποψία, o φόβος και το μίσος εμποτίζουν σαν δηλητήριο τις αδερφικές σχέσεις θυμίζοντας κάτι από την βιβλική παραβολή του Κάιν και του Άβελ τόσο σε αγριότητα όσο και σε δραματική ένταση.

Ιδιαίτερα επιτυχημένη, εκτός των άλλων, κρίνεται και η τεχνική της αναδιήγησης της παιδικής ηλικίας από την οπτική του ενήλικου πλέον αφηγητή, με την οποία τα τραγικά γεγονότα άλλοτε φτάνουν στον αναγνώστη διαμέσου της άμεσης βιωματικής ματιάς του μικρού Μπέντζαμιν και άλλοτε μέσα από τον αποστασιοποιημένο ώριμο εαυτό του. Η ερμηνεία των τραγικών γεγονότων συμβαδίζει με τις λεπτομερείς και διεξοδικές περιγραφές που μόνο ένα παιδικό μυαλό μπορεί να εντυπώσει: Η τρομερή σωματική τιμωρία από τον πατέρα όταν πληροφορείται ότι οι γιοί του ψαρεύουν στον μιαρό ποταμό, η συνάντηση και η προφητεία από τον επικίνδυνο τρελό Αμπούλου, η ξαφνική μεταμόρφωση του Ικένα από αδερφό-προστάτη σε ξένο και εχθρό προς τα αδέρφια του και ο ψυχικός κλονισμός της μητέρας μετά τις τραγικές συνέπειες της διαμάχης των παιδιών της, αποτελούν κάποιες από τις συγκλονιστικότερες στιγμές του βιβλίου γραμμένες σε ύφος που άλλοτε είναι μεταφορικό-συμβολικό και άλλοτε άκρως ρεαλιστικο. Ορισμένες μάλιστα από αυτές αποδίδονται με τέτοια ευθύτητα ώστε θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν δείγμα γνήσιου νατουραλισμού.

Πέρα όμως από το στενό πλαίσιο της ιστορίας της οικογένειας Άγκβου, μέσα στους Ψαράδες αναδιπλώνονται και οι κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις στη Νιγηρία με επίκεντρο τη δεκαετία του 1990. Η συμβολική συνάντηση των τεσσάρων παιδιών με τον λαοφιλή νικητή των εκλογών του 1993, ΜΚΟ Αμπιόλα, ο οποίος μετέπειτα φυλακίστηκε από το στρατιωτικό καθεστώς που κατέλαβε βίαια την εξουσία, και οι αιματηρές εμφύλιες συγκρούσεις αντικατοπτρίζουν τα ματαιωμένα όνειρα μιας χώρας, το πολιτικό σώμα της οποίας αποτελεί ένα παράλογο κατασκεύασμα δημιουργημένο από την αυθαίρετη συνένωση διαφορετικών φυλών όπως οι Ίγκμπο και οι Γιορούμπα. Όλα τα παραπάνω συνθέτουν τις δυσάρεστες συνέπειες της αποικιοκρατικής περιόδου και του ανεκπλήρωτου πόθου να αποτελέσει η Νιγηρία ένα σύγχρονο ομοιογενές και ανεπτυγμένο κράτος δυτικών προτύπων. Διαβάζοντας τους Ψαράδες μπορεί κάποιος να αισθανθεί έντονη τη γεύση της ματαίωσης των ονείρων μιας ολόκληρης χώρας μέσα από τα λεηλατημένα όνειρα του εννιάχρονου Μπέντζαμιν και της οικογένειάς του.

Εντούτοις, αυτό που τονίζεται με τα εντονότερα χρώματα εντός του βιβλίου είναι κάτι διαφορετικό. Πρόκειται για την πάντα επώδυνη για τον άνθρωπο μετάβαση από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση, την αντίθεση ενός μέλλοντος που μοιάζει ελπιδοφόρο στην εύπλαστη παιδική φαντασία με την άχαρη πραγμάτωσή του σε ένα καταστρεπτικό παρόν. Το μυθιστόρημα του Ομπιόμα αποτελεί ένα Bildungsroman στο οποίο ο αφηγητής φέρει μέσα του όλο το παρελθόν που διηγείται και προκαλεί για την απότομη ψυχολογική και ηθική ωρίμανσή του. Είναι μια ελεγεία χαμένων ανθρώπινων προσδοκιών που κρατάει για το τέλος ζωντανή μια ελπίδα για την οικογένεια Άκβου στα πρόσωπα των νεώτερων τέκνων της, τα οποία εμφανίζονται ως ερωδιοί που ξεπροβάλλουν πάντα ολόλευκοι και ακηλίδωτοι στον ουρανό μετά από μια μεγάλη καταιγίδα προμηνύοντας ένα καλύτερο μέλλον. Με τους Ψαράδες ο Ομπιόμα επιτυγχάνει ένα από τα εντυπωσιακότερα ντεμπούτα της περσινής χρονιάς.

Συντάκτης: Βαγγέλης Γραμματικόπουλος,

Influence:

Αρθρογράφος του flowmagazine.gr