Οι μετανάστριες και το καμπανάκι

Συντάκτης: Μάριαμ Συρεγγέλα

Όταν, τον Απρίλιο του 2020, ο Βρετανός πρωθυπουργός Boris Jhonson  βγήκε από το νοσοκομείο έχοντας υποβληθεί σε θεραπεία για covid-19, σε ένα  ευρέως διαδεδομένο βίντεο, ευχαρίστησε δημόσια τους/ τις νοσοκόμες που τον φρόντισαν, αναφέροντας ειδικά την Τζένη από τη Νέα Ζηλανδία και τον Λουίς από την Πορτογαλία– ρίχνοντας έτσι ένα φως στον κρίσιμο ρόλο των μεταναστών κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Ο Boris ηθικά καλώς έπραξε και πολιτικά ακόμη καλύτερα. 

Μετανάστριες και γυναίκες

Ναι, είναι καιρός να δούμε τους μετανάστες και δη τις γυναίκες και τον ρόλο που παίζουν σε μια κοινωνία. (Απ΄ την άλλη, όταν εν γένη καταφέρνουμε να παραμερίζουμε τις γυναίκες, πώς θα δουμε τις γυναίκες μετανάστριες, οι οποίες περνούν σχεδόν απαρατήρητες, όντα που δεν φαίνονται, σχεδόν αόρατες). 

Οι μετανάστριες και το καμπανάκι

Μια εν δυνάμει δύναμη

Θα πρέπει να ξέρουμε, ότι ειδικότερα, οι γυναίκες μετανάστριες έχουν σημαντικούς  ρόλους στους τομείς της υγειονομικής περίθαλψης και της οικιακής στήριξης, φροντίζοντας τους ασθενείς και τους ηλικιωμένους. Αυτές, βέβαια, είναι δουλειές που συχνά οι άντρες δεν καταδέχονται και που δεν έχουν μέλλον. Οι γυναίκες αποτελούν σχεδόν τους μισούς από τους διεθνείς μετανάστες, πράγμα που εκθέτει αυτή την ομάδα  σε πολλαπλούς κινδύνους,  χωρίς όμως  να συμβάλλει στην ανάπτυξη της κοινωνικά ή και οικονομικά. Δηλαδή παραμένουν  ένα εν δυνάμει εργατικό δυναμικό που είναι παραγκωνισμένο, στερούμενες την ευκαιρία να προσφέρουν στην κοινωνία, στην οποία «φιλοξενούνται» και να προοδεύσουν και οι ίδιες.

Σήμερα, με τον κορωνοϊό και τις ζημιές που αυτός επέφερε, ίσως  είναι η ώρα να μετασχηματίσουμε τις μεταναστευτικές πολιτικές μας  ως μέρος της οικοδόμησης  πιο δίκαιων κοινωνιών, χωρίς κοινωνικούς αποκλεισμούς. Με άλλα λόγια, είναι καιρός να εφαρμόσουμε «φεμινιστικές μεταναστευτικές πολιτικές», όπως λέει ένα site ειδήσεων ή αλλιώς, πολιτικές και κοινωνικές πρακτικές, οι οποίες θα λαμβάνουν υπ’ όψιν αυτό το τεράστιο μέρος του  θηλυκού  πληθυσμού, τις ικανότητες και δυνατότητές του.

 Ναι, εξαιρετικά δύσκολο, καθώς ακόμη οι γυναίκες δεν θεωρούνται σε πολλά πεδία ισότιμες με τους άνδρες. Γι΄αυτό και  οι πολιτικές και  οι κανόνες που διέπουν την μετανάστευση συχνά εισάγουν διακρίσεις εις  ßάρος τους, με αποτέλεσμα τη διαιώνιση των ανισοτήτων. Οι μετανάστριες συχνά απασχολούνται σε πιο «ευάλωτες»  θέσεις, με δυσανάλογο αριθμό από αυτές να εργάζονται στην άτυπη ή μαύρη οικονομία, όπου η  νομοθεσία είναι ανεπαρκής έως ανύπαρκτη και οι συνθήκες εργασίας κάκιστες έως εξευτελιστικές.

Διακρίσεις

Πολύ συχνά οι γυναίκες βιώνουν  πολλαπλές μορφές διακρίσεων, υποχρεούμενες  να ξεπεράσουν ή μάλλον, πιο σωστά, να ζουν καθημερινά με την άδικη μεταχείριση λόγω της φυλής, της ηλικίας, της θρησκείας, της αναπηρίας ή/και του σεξουαλικού προσανατολισμού τους. Αυτά,  από  δυτικές χώρες που θεωρούμε πολιτισμένες.

Ένας άλλος λόγος  μπορεί να είναι ότι καθώς οι μη – μετανάστριες  αναρριχώνται  στην ιεραρχία  της απασχόλησης  αναλαμβάνοντας  καλύτερα αμειβόμενες και υψηλότερες θέσεις, ενώ οι γυναίκες μετανάστριες βρίσκονται  να καλύπτουν εργασιακά κενά. Συντριπτικά, αυτό σημαίνει δουλειές που παραδοσιακά θεωρούνται έμφυλες, όπως η φροντίδα των παιδιών, η οικιακή εργασία, ο καθαρισμός κτιρίων ή η υγειονομική περίθαλψη. Δεδομένου ότι είναι δουλειές που η κοινωνία  υποτιμά,  παγιδεύουν τις μετανάστριες σε χαμηλόμισθες θέσεις, θεωρώντας τες ανάξιες για οτιδήποτε άλλο πριν καν αξιολογηθούν τα προσόντα τους. Πολλές από αυτές τις γυναίκες είναι μορφωμένες και ειδικευμένες σε διάφορους κλάδους, από μοδίστρες έως γιατροί ή επιστήμονες.

Οι μετανάστριες και το καμπανάκι

Αυτές οι θέσεις εργασίας είναι επίσης συχνά εξαρτώμενες από την υπάρχουσα ζήτηση, που σημαίνει ότι οι μετανάστριες  προσλαμβάνονται επίσημα ή ανεπίσημα για να καλύψουν συγκεκριμένα κενά στην αγορά εργασίας. Αυτό παρουσιάζει για τις  μετανάστριες  δύο προβλήματα. Είτε τα συστήματα θεωρήσεων σε αυτούς τους τομείς συνδέουν  τους εργαζομένους με συγκεκριμένους εργοδότες (νόμιμους και μη) , είτε η εργασία δεν αναγνωρίζεται επίσημα, διευκολύνοντας έτσι την παράτυπη μετανάστευση. Ως αποτέλεσμα, οι μετανάστριες είναι δυσανάλογα ευάλωτες σε συνθήκες εργασίας εκμετάλλευσης, καταχρηστικές, με περισσότερες  ώρες εργασίας και χαμηλότερους μισθούς.

Επίσης, ο φόβος  απώλειας θέσεων εργασίας,  παρακράτησης μισθών ή της απέλασης,  συχνά τις περιορίζει ή τις εμποδίζει από το να κάνουν καταγγελίες ή να έχουν πρόσβαση σε υποστήριξη,  ώστε να υπερασπιστούν τα πολιτικά τους δικαιώματα. Το ότι αυτό μπορεί να γίνεται εσκεμμένα από μια κυβέρνηση – ή αλλιώς, να το επιτρέπει μια κυβέρνηση, κάνοντας τα «στραβά μάτια»,  είναι μια άλλη σκέψη – καθόλου παράλογη, καθώς το να κινείται μεταξύ νομιμότητος και μη, είναι πολύ βολικό.

Οι γυναίκες που μετακινούνται με τις οικογένειές τους αντιμετωπίζουν επίσης περιορισμούς στο πλαίσιο μεταναστευτικών πολιτικών που στρεβλώνουν τη σχέση εξουσίας μεταξύ ανδρών και γυναικών, αυξάνοντας την ευπάθεια των γυναικών. Οι οικογενειακές θεωρήσεις συχνά θέτουν περιορισμούς ή προϋποθέσεις στους «εξαρτώμενους» αιτούντες οικογένεια. Σε ορισμένες χώρες, απαγορεύουν στις γυναίκες και τα κορίτσια να εργάζονται. Και όπου μπορούν να εργαστούν, είναι σε θέσεις εργασίας με χαμηλότερες δεξιότητες, στις οποίες οι μισθοί είναι oι χαμηλότεροι. 

Γιατί απαγορεύουν στις γυναίκες να εργάζονται τον 21ο αιώνα; Σίγουρα υπάρχει μια «πολιτική» εξήγηση…Το αποτέλεσμα είναι ότι «φυλακίζονται» σπίτι να «προσέχουν» την οικογένεια,  παραμένοντας έτσι στο προηγούμενο «μοντέλο» διαβίωσης, απομονωμένες κοινωνικά και εργασιακά, χωρίς καμιά ελπίδα να καλυτερέψουν οι συνθήκες τους. Ποιον εξυπηρετεί αυτό;

(Εδώ αναφερόμαστε στις γυναίκες που θέλουν να εργαστούν, να ενσωματωθούν κοινωνικά, που κάνουν προσπάθειες να μάθουν τη γλώσσα και τις συνήθειες της χώρας όπου διαμένουν, κοκ. Διότι, δυστυχώς, υπάρχουν και οι μετανάστες που δεν έχουν καμιά τέτοια διάθεση ή πρόθεση – αυτό ίσως το δούμε σε άλλο άρθρο).

Ένα άλλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι μετανάστριες είναι η  βία: ενδοοικογενειακή  και μη, η οποία αναφέρεται σπάνια. Οι γυναίκες πολύ συχνά δεν  έχουν την υποστήριξη, οικονομικά ή κοινωνικά, να εγκαταλείψουν καταστάσεις ενδοοικογενειακής κακοποίησης ή να αποφύγουν την βία στους εξωτερικούς χώρους που διαμένουν,  ενώ τα γλωσσικά, κοινωνικά, πολιτιστικά στερεότυπα ή η έλλειψη εγγράφων τις εμποδίζουν να έχουν πρόσβαση σε υποστήριξη,  όπου αυτή είναι διαθέσιμη.

Οι μετανάστριες και το καμπανάκι

World Health Organization (WHO)

Μια πικρή ειρωνεία της πανδημίας είναι ότι οι εργαζόμενοι στην πρώτη γραμμή, από τους οποίους οι περισσότεροι είναι γυναίκες και πολλοί είναι μετανάστες,  συνέχισαν να φροντίζουν τα παιδιά, τους ηλικιωμένους και τους αρρώστους, παρ΄όλο που συχνά δεν είχαν πρόσβαση σε μέσα ατομικής προστασίας, υγειονομική περίθαλψη, ασφάλιση ή φροντίδα για τα  δικά τους παιδιά. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) σημειώνει το παράδοξο, ότι οι μετανάστριες που υποστηρίζουν τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης σε χώρες με ελλείψεις σε αυτούς τους τομείς, συχνά δεν είναι σε θέση να έχουν πρόσβαση στην περίθαλψη οι ίδιες ή οι οικογένειες τους.

Αυτά είναι τα δεδομένα. Τι κάνουμε είναι η ερώτηση. Διότι το φαινόμενο είναι παγκόσμιο, δεν είναι καινούργιο, είναι χιλιοειπωμένο, σε σημείο που το θεωρούμε φυσιολογικό, εάν δεν συμβεί κάτι το τραγικό, ώστε να μας τραβήξει την προσοχή. Και μέσα σε αυτό το «φυσιολογικό» ξεχνάμε ότι οι γυναίκες είναι αυτές που ως επί το πλείστον μεγαλώνουν τα παιδιά. Άραγε με τι αποτελέσματα, όταν βλέπουν τις μητέρες τους να υποφέρουν καθημερινά;

Καμπανάκι

«Καθώς ο κόσμος ανοίγει και οι άνθρωποι αρχίζουν να κινούνται ξανά, η μετανάστευση θα αυξηθεί, οδηγούμενη από την αλλαγή των τεχνολογιών, τις απαιτήσεις για εργασία και τη γήρανση των πληθυσμών. Τώρα είναι η ώρα για τους πολιτικούς ηγέτες να δράσουν με τόλμη για να σχεδιάσουν προοδευτικές, χωρίς αποκλεισμούς και αξιοπρεπώς μεταναστευτικές πολιτικές για να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες των γυναικών να συμβάλουν στην προώθηση της κοινωνικής αλλαγής και της οικονομικής ανάπτυξης. Αλλά μια κυβέρνηση δεν μπορεί να σχεδιάσει ή να εφαρμόσει πολιτικές μόνη της. Απαιτεί μια προσπάθεια ολόκληρης της κοινωνίας, στην οποία οι εταιρικές σχέσεις με την κοινωνία των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων των γυναικείων οργανώσεων μεταναστών και των ίδιων των μεταναστών, είναι απαραίτητες. Οι πολίτες, οι εργοδότες, τα συνδικάτα και οι κυβερνήσεις καταγωγής θα πρέπει επίσης να δεσμευτούν για να διασφαλίσουν ότι οι συμφωνίες ανταποκρίνονται στο φύλο.», μας ενημερώνει το World Politics Review.

Ναι, όμως ούτε και αυτά είναι καινούργια. Ή τοποθετούνται ως καινούργια με πρόφαση τον κορωνοϊό; Ο εμπορικός κόσμος έκλεισε λόγω του ιού, όχι όμως η μετανάστευση, η αδικία,  οι διακρίσεις. 

Κι όμως, ίσως ο ιός θα πρέπει να είναι ένα καμπανάκι – έστω και μικρό, έστω στην άκρη της συνείδησης μας, που θα πρέπει πλέον να μην προσποιούμαστε ότι δεν το ακούμε.

Συντάκτης: Μάριαμ Συρεγγέλα,

Influence:

Έχει σπουδάσει ψυχολογία με μεταπτυχιακές σπουδές στο Illinois Institute of Technology (USA) και Surrey University (UK). Έχει μεγαλώσει στην Ελλάδα και στο Ιράν…