Μύθοι και πραγματικότητα για την ασπαρτάμη
Η χρήση της ασπαρτάμης ως υποκατάστατο της ζάχαρης συνιστάται από τους περισσότερους διατροφολόγους ως ασφαλής τρόπος ελέγχου του σωματικού βάρους. Παράλληλα όμως έχει κατηγορηθεί ως πηγή εμφάνισης καρκίνου. Τελικά τι ισχύει; Αλήθεια ξέρατε ότι επειδή η ασπαρτάμη δεν διαλύεται από τα βακτήρια της στοματικής κοιλότητας, είναι εντελώς ακίνδυνη για την εμφάνιση τερηδόνας;
Τι είναι
Εδώ και δεκαετίες, από την στιγμή που διαπιστώθηκε ότι η ζάχαρη είναι εξαιρετικά θερμιδοφόρα, κάτι που καθιστούσε απαγορευτική την κατανάλωσή της τόσο για τους πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη, όσο και για τους ανθρώπους που θέλουν να φροντίζουν για το σωματικό τους βάρος και ευεξία, οι επιστήμονες έψαχναν για το υποκατάστατο που θα σηματοδοτούσε την επανάσταση στις διατροφικές μας συνήθειες. Αυτό λοιπόν ανακαλύφθηκε εντελώς τυχαία το 1965 από τον James Schlatter, όταν ενώ μελετούσε τις δράσεις ενός πεπτικού ενζύμου χύθηκε κατά λάθος ένα διάλυμα στο χέρι του. Ενάντια στους κανόνες ασφαλείας το δοκίμασε στο στόμα του και παρατήρησε την πολύ γλυκιά του γεύση. Έτσι από το 1970, αυτή η χημική ένωση των αμινοξέων, του ασπαρτικού οξέως και της φαινυλαλανίνης προτείνεται ως γλυκαντικό υποκατάστατο της ζάχαρης ενώ από το 1992, μετά την έγκρισή του από όλους τους Οργανισμούς Υγείας στο Ηνωμένο Βασίλειο, τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, αρχίζει να χρησιμοποιείται σταδιακά όλο και περισσότερο.
Τι προσφέρει
Η ασπαρτάμη, όπως έγινε γνωστή, διαδόθηκε τόσο γρήγορα γιατί πλεονεκτούσε έναντι της ζάχαρης στο γεγονός ότι παρ’ ότι αποδίδει και αυτή 4 θερμίδες ανά γραμμάριο, η γλυκύτητά της είναι κατά προσέγγιση 200 φορές μεγαλύτερη. Αυτό συνεπάγεται ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί αντί της ζάχαρης σε μικρότερη ποσότητα, συνεπώς δεν επιβαρύνει σχεδόν καθόλου τον αριθμό των θερμίδων από την πρόσληψη τροφής, ενώ παράλληλα η γλυκιά γεύση παραμένει ίδια.
Επιπρόσθετα, επειδή η κατανάλωση ασπαρτάμης δεν αυξάνει τα επίπεδα γλυκόζης και ινσουλίνης στο αίμα, έχει επιτραπεί για τους διαβητικούς μέχρι ένα φυσιολογικό όριο εφόσον τηρείται μια ισορροπημένη διατροφή και η ανάλογη φαρμακευτική αγωγή.
Ο αντίλογος
Ωστόσο ενώ αυτά τα πλεονεκτήματα διέδωσαν την φήμη της ασπαρτάμης, άρχισαν να πληθαίνουν οι μελέτες που την κατηγορούσαν ως πηγή εμφάνισης καρκίνου μετά την πρόσληψή της από τον ανθρώπινο οργανισμό. Η αιτία είναι ότι τα αμινοξέα που αναφέραμε από τα οποία αποτελείται η ασπαρτάμη, το ασπαρτικό όξυ και η φαινυλαλανίνη, είναι ουσίες που χαρακτηρίζονται ως νευροτοξικά υπερσυμπυκνώματα και μπορούν να πλήξουν τον εγκέφαλο νεκρώνοντας τα κύτταρά του. Επιπλέον, μετά την διάσπαση της ασπαρτάμης παράγεται μεθανόλη που μετατρέπεται σε φορμαλδεΰδη, φορμικό οξύ και τέλος σε διοξείδιο του άνθρακα, ουσίες δηλαδή εξαιρετικά τοξικές, άρα βλαβερές για τον άνθρωπο.
Μετά από αυτές τις κατηγορίες για την επικινδυνότητά της, διεξήχθησαν νέες έρευνες για την ασφάλεια της ασπαρτάμης που είχαν ως αποτέλεσμα την εκ νέου έγκριση για την χρήση της. Οι αρχές δεν διέψευσαν κατ’ αρχήν τις μελέτες που έδειχναν ότι οι ουσίες αυτές είναι τοξικές, ωστόσο σημείωσαν ότι η ποσότητα αυτών των ουσιών κρίνεται ελάχιστη σε σχέση με τις τοξίνες που προσλαμβάνονται από το σώμα μέσω άλλων τροφών και τονίζουν ότι ο ανθρώπινος οργανισμός έχει την ικανότητα να μεταβολίζει έναν μεγάλο αριθμό τοξικών ουσιών, έτσι αν αναλογιστούμε την καθημερινή ποσότητα που μπορεί να καταναλώσει ο άνθρωπος, ο κίνδυνος είναι απειροελάχιστος.
Η χρήση της ασπαρτάμης ως υποκατάστατο της ζάχαρης συνιστάται από τους περισσότερους διατροφολόγους ως ασφαλής τρόπος ελέγχου του σωματικού βάρους, της υγείας και της ευεξίας για όλους εμάς, πόσο μάλλον για τους διαβητικούς συμπολίτες μας.