Η ιστορία της 21χρονης Malala που διεκδίκησε το δικαίωμά της στη μόρφωση και πυροβολήθηκε από τους Ταλιμπάν! Η Malala Yousafzai …
Μια μικρή ιστορία των Ταλιμπάν
Οι Ταλιμπάν είναι μια κυρίαρχη δύναμη πλέον στο Αφγανιστάν. Ναι αλλά ποιοι είναι οι Ταλιμπάν; Ποια είναι η ιστορία τους και ποιες οι επιδιώξεις τους; Ας τους γνωρίσουμε καλύτερα…
«Πόλεμος πάντων μεν πατήρ εστί…» Ηράκλειτος
Διόλου περίεργο, οι ΗΠΑ, πιστές στις συνήθειές τους, ενήργησαν ως μπάτσος στη γωνία που του έχει δοθεί ανέλπιστη εξουσία και όχι ως η παγκόσμια δύναμη/ηγεμονία που την αποκαλούμε οι υπόλοιποι. Αυτό, συν μια μάλλον παιδιάστικη ιδιοτροπία που λέει: “Θα το κάνω διότι μπορώ”, εννοώντας: “διότι έχω την ισχύ να υπερνικήσω ό,τι υπάρχει μπροστά μου, χωρίς πολλή σκέψη για τις συνέπειες, τις παρενέργειες ή οτιδήποτε ακολουθήσει”. Εάν, όπως λένε και ελπίζουν τα ΜΜΕ και οι αναλυτές ανά τον κόσμο, το Αφγανιστάν αποτελέσει ένα μάθημα για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους του, στον καθένα για διαφορετικούς λόγους, η γνώμη μου είναι ότι δεν θα συμβεί κάτι τέτοιο – όπως δεν συνέβη ποτέ στο παρελθόν.
Δεν θα αλλάξουν πολλά: οι Ταλιμπάν θα παραμείνουν στην εξουσία, το Αφγανιστάν θα χάσει ότι είχε αποκτήσει τα τελευταία 20 χρόνια, ο υπόλοιπος κόσμος θα το συνηθίσει και μετά θα το ξεχάσει. Η Ευρώπη δεν θα μπορέσει να οργανωθεί ως ένοπλη δύναμη και έτσι θα παραμείνει ξανά ως θεατής που επικρίνει, αλλά δεν έχει πραγματικό λόγο.
Όπως λέει ένας δάσκαλός μου, το «μέλλον δεν εξαρτάται απαραίτητα από το χθες», όμως συχνά το παρελθόν αποτελεί μια καλή ένδειξή του. Και έτσι, καθώς ο Biden απέσυρε τις δυνάμεις του, αφήνοντας πολλούς άλλους πίσω, «προέτρεψε» τους Αφγανούς να αγωνιστούν για το μέλλον της χώρας τους. Φαίνεται δυστυχώς ότι αυτό ακριβώς θα αναγκαστούν να κάνουν- σε πολλαπλά μέτωπα, με πολλαπλούς τρόπους, με πολυάριθμα θύματα, τους ίδιους.
Οι Ταλιμπάν έχουν τα νούμερα με το μέρος τους. Είναι κυρίως εθνικοί Παστούν, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ήμισυ του πληθυσμού – στην ύπαιθρο, είναι μια κυρίαρχη δύναμη.
Το φθινόπωρο του 2001, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους σάρωναν το Αφγανιστάν, οι Ταλιμπάν κατέρρευσαν με εκπληκτική ευκολία. Αν και ο στρατός των Ταλιμπάν παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό άθικτος, οι στρατιώτες του συχνά απλά διέσχιζαν τις “γραμμές” των παρατάξεων και άλλαζαν πλευρές. Οι νικηφόροι μαχητές της Αμερικής και της Βόρειας Συμμαχίας, αγκάλιαζαν τους παραδοτέους Ταλιμπάν, σαν να καλωσόριζαν κάποια δύστροπα μέλη της οικογένειας πίσω στο σπίτι. Τον Αύγουστο, το ίδιο παίχτηκε αντίστροφα. Οι στρατιώτες του Αφγανικού στρατού παραδόθηκαν, όχι επειδή ηττήθηκαν, αλλά επειδή μπορούσαν να αισθανθούν προς τα πού φυσάει ο άνεμος. Οι Ταλιμπάν ήταν in, οι ΗΠΑ (και οι σύμμαχοι) ήταν out.
Ναι, αλλά ποιοι είναι οι Ταλιμπάν;
«Ταλιμπ» ή πιο σωστά «τά-α-λεμπ» στα Αραβικά σημαίνει μαθητής, αναζητητής, εξερευνητής ή εκείνος που αναζητά την γνώση. Επίσης, είναι αρσενικό όνομα του Κορανίου, καθώς ο Αμπού Ταλίμπ ήταν θείος του Προφήτη Μωάμεθ που τον μεγάλωσε μετά το θάνατο των γονιών και των παππούδων του. Το θηλυκό όνομα είναι Ταλίμπα. Ο πληθυντικός είναι Ταλιμπάν.
Οι Ταλιμπάν εμφανίστηκαν ως δύναμη στον Αφγανικό εμφύλιο πόλεμο της δεκαετίας του 1990, αλλά θα πρέπει να επιστρέψουμε στην Επανάσταση Saur του 1978 για να κατανοήσουμε πραγματικά – που σημαίνει όσο μπορούμε – την ομάδα και το τι προσπαθούν να επιτύχουν- χρησιμοποιώντας τη λέξη «επιτυγχάνω» εντελώς ελεύθερα. Ας έχουμε κατ΄ αρχήν υπ΄ όψιν μας ότι η κουλτούρα, ο τρόπος σκέψης, το θρησκευτικό υπόβαθρο και ο Αλλάχ μάς είναι εντελώς ξένα, εντελώς ακατανόητα κι αρά το τι αντιλαμβανόμαστε είναι μέσα από το “πέπλο” της Δύσης, στο οποίο έχουμε μεγαλώσει και έχουμε φτάσει να θεωρούμε ως το μοναδικό υπάρχον.
Η Επανάσταση του Saur: κρίσιμη στην ιστορία του Αφγανιστάν. Μέχρι τα μέσα του 1970, το Αφγανιστάν είχε εκσυγχρονιστεί αρκετά, τόσο αρκετά ώστε οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Σοβιετική Ένωση ήταν πρόθυμες να εμπλακούν στην οικοδόμηση των Αφγανικών υποδομών – και οι δύο ελπίζοντας για μια βάση στη χώρα από όπου να ασκούν εξουσία στην κεντρική και νότια Ασία. Τίποτα το καινούργιο εδώ.
Το αποτέλεσμα της εισροής της ξένης βοήθειας, ήταν η Aφγανική κυβέρνηση να γίνει ο κύριος εργοδότης της χώρας, οδηγώντας στην ενδημική διαφθορά και αρά θέτοντας τις βάσεις για την επανάσταση. Ούτε κι εδώ τίποτα το καινούργιο. Όπως γίνεται σε όλα τα μέρη που αφήνουν πολλές ελευθερίες, υπήρχαν διαφορετικές ιδεολογίες που ήθελαν την υπεροχή. Στο ένα άκρο ήταν μια ομάδα κυρίως νέων ακτιβιστών, δημοσιογράφων, καθηγητών και στρατιωτικών διοικητών επηρεασμένων από τον μαρξισμό, απ΄ την άλλη ήταν οι ισλαμιστές, οι οποίοι ήθελαν να δημιουργήσουν ένα Ισλαμικό κράτος τύπου Μουσουλμανικής Αδελφότητας.
Ο Daud Khan, ο τότε πρόεδρος του Αφγανιστάν, ανησυχώντας για την απειλή ενός επαναστατικού πραξικοπήματος, άρχισε να καταστέλλει ορισμένες ομάδες. Τον Απρίλιο του 1978, ένα πραξικόπημα τον καθαιρεί και δημιουργείται η Λαϊκή Δημοκρατία του Αφγανιστάν, με επικεφαλής μια μαρξιστική-λενινιστική κυβέρνηση. Φιλελεύθερα πράγματα, αν όχι δημοκρατικά, κι έτσι η νέα κυβέρνηση στράφηκε προς την καταστολή των Ισλαμιστών και άλλων ομάδων, γεγονός που οδήγησε σε ένα ανερχόμενο κίνημα αντίστασης, πράγμα που οι ΗΠΑ είδαν ως ευκαιρία και άρχισαν τη διοχέτευση χρημάτων στις υπηρεσίες πληροφοριών του Πακιστάν, οι οποίες ήταν σύμμαχοι με τους ισλαμιστές στο Αφγανιστάν.
Όλα ως εδώ νορμάλ και όλοι οι εμπλεκόμενοι λειτουργούν ως είθισται.
Τα κάποια χρηματικά ποσά έγιναν περισσότερα με τον καιρό και τελικά οι ΗΠΑ συμμάχησαν με την Ισλαμιστική ομάδα που αποτέλεσε μέρος του αυξανόμενου κινήματος αντίστασης, οι γνωστοί ως Μουτζαχεντίν – τότε ένας χαλαρός συνασπισμός, αλλά σε σταδιακή άνοδο. Η αντίσταση εντάθηκε το 1979, όταν ο ηγέτης Νουρ Μοχάμαντ Ταράκι δολοφονήθηκε από τον δευτερεύοντα διοικητή του Χαφιζουλάχ Αμίν, ο οποίος απεδείχθη ένας άγριος και κατασταλτικός ηγέτης.
Οι Σοβιετικοί πιο πάνω άρχισαν να φοβούνται ότι οι ΗΠΑ θα έβγαιναν κερδισμένες απ΄ όλη αυτήν την αυξανόμενη αστάθεια και εισέβαλαν στο Αφγανιστάν ως “ταύροι σε υαλοπωλείο” το 1979. Αποτέλεσμα ήταν οι ΗΠΑ να διοχετεύσουν ακόμη περισσότερα χρήματα στους Μουτζαχεντίν, οι οποίοι τώρα αντί να πολεμούν τους συγχωριανούς τους, πολεμούν έναν ξένο εχθρό στη χώρα τους – πράγμα που τους δίνει ένα κάποιο δίκιο με το μέρος τους, το πάνω χέρι στις πολεμικές επιχειρήσεις και με τα πολλά καταφέρνουν να διώξουν τους Σοβιετικούς το 1989.
Η κατοχή των Σοβιετικών είχε ως αποτέλεσμα περισσότερους από ένα εκατομμύριο νεκρούς και ο εμφύλιος πόλεμος που ακολούθησε σκότωσε τουλάχιστον άλλους πενήντα χιλιάδες. Ο πληθυσμός ήταν φτωχός και αγράμματος, οι πόλεις ερειπωμένες και κατεστραμμένες, οι περισσότεροι άντρες νεκροί, οι γυναίκες κρυμμένες από τις μπούρκες και τα παιδιά έρημα. Μέσα σε αυτό το κλίμα όπου η Καμπούλ βρίσκεται ερημωμένη μεν, ήσυχη δε με τους κουρασμένους Αφγανούς. Οι Μουτζαχεντίν σταδιακά επαναφέρουν ένα άλλο τύπου χάος στη χώρα, καθώς οι διοικητές τους μετατρέπονται εύκολα σε πολέμαρχους – σε διαφορετικές φατρίες και σε διαφορετικές περιοχές – στρεφόμενοι όλο και περισσότερο ο ένας εναντίον του άλλου. Ακόμη κι εδώ δεν υπάρχει τίποτα το καινούργιο. Κυνικά ή ρεαλιστικά αντιλαμβανόμαστε ότι αυτή είναι η ροή του κόσμου.
Μια παρένθεση για ένα μικρό μάθημα Αραβικών: Μουτζαχεντίν, αραβικά mujāhidūn (όσοι ασχολούνται με την τζιχάντ), στον ενικό αριθμό Μουτζαχίντ, ενώ με την ευρύτερη έννοιά του σημαίνει Μουσουλμάνοι που πολεμούν για λογαριασμό της πίστης ή της μουσουλμανικής κοινότητος. Το αραβικό του στον ενικό, Μουτζαχίντ, είναι αρσενικό όνομα που χρησιμοποιείται πιο πολύ από την πρώιμη Ισλαμική περίοδο και μετά. Ο όρος έγινε δημοφιλής ως ουσιαστικό που αναφέρεται στους «ιερούς πολεμιστές» τον 18ο αιώνα στην Ινδία, όπου συνδέθηκε με την Ισλαμική αναβίωση. Τον 19ο αιώνα ο όρος ταυτιζόταν όλο και περισσότερο με το μαχητικό αναγεννητικό κίνημα του Sayyid Aḥmad Baralawī, του οποίου οι Μujāhidīn πολέμησαν τους Σιχ και τους Βρετανούς στην Ινδία.
Ο όρος συνέχισε να χρησιμοποιείται σε όλη την Ινδία για την αντίσταση των Μουσουλμάνων ενάντια στην αποικιοκρατία και τη Βρετανική περιφέρεια και τον 20ό αιώνα χρησιμοποιήθηκε συχνά στο Ιράν και το Αφγανιστάν: ήταν στην ουσία αντάρτες σε μακροχρόνιο αντάρτικο πόλεμο κατά της ηγεσίας της Ισλαμικής Δημοκρατίας, ενώ στο Αφγανιστάν μάχονται εναντίον των Σοβιετικών, διώχνοντας στο τέλος και την Αφγανική κομουνιστική κυβέρνηση. (Ο κομουνισμός δεν έχει καθόλου πέραση στην Ανατολή, πράγμα που πάντα χρησιμοποιούν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοι αυτών).
Το Τζιχάντ που αναφέρεται πιο πάνω, δεν σημαίνει ακριβώς «ιερός πόλεμος», όπως εσφαλμένα το ξέρουμε στην Δύση, αλλά έχει πολλαπλά νοήματα στο Κοράνι και εξαρτάται το νόημά του από το πώς περιέχεται στο κείμενο. Σε γενικές γραμμές σημαίνει πάλη, προσπάθεια και αναφέρεται κυρίως στον ανθρώπινο αγώνα για την προώθηση του καλού και σωστού και την πρόληψη του κακού. (Αξίζει να προσέξουμε ότι πολύ σοφά αναφέρεται στην πρόληψη κι όχι στην εξάλειψη του κακού – εάν υπάρξει πρόληψη δεν θα χρειαστεί τίποτα περαιτέρω).
Είχαμε μείνει στους Μουτζαχεντίν που τώρα μάχονται μεταξύ τους μέσα στο Αφγανιστάν. Μέσα σε αυτό το χάος, ένας πρώην ισλαμιστής διοικητής Μουτζαχεντίν, ο Μουλάς Μοχάμαντ Ομάρ, στράφηκε προς το γειτονικό Πακιστάν και προς μια γενιά νεαρών Αφγανών μεγαλωμένη σε στρατόπεδα προσφύγων και εκπαιδευμένη σε μια αυστηρή ισλαμική ιδεολογία. Από αυτά τα στρατόπεδα ξεκίνησαν οι Ταλιμπάν και συνέχισαν στη δεκαετία του 1990 να συλλέγουν τα μέλη τους από τους καταυλισμούς προσφύγων. Ο Μουλάς Ομάρ κατέλαβε περισσότερη γη στο Αφγανιστάν μέχρι που το 1996 οι Ταλιμπάν κατέκτησαν την Καμπούλ και ίδρυσαν το Ισλαμικό Εμιράτο του Αφγανιστάν.
Παρότι ποτέ δεν ανέλαβαν τον πλήρη έλεγχο ολόκληρου του Αφγανιστάν και ο Βορράς παρέμεινε στα χέρια άλλων ομάδων, το όνομα και η φήμη των Ταλιμπάν υπερίσχυσε. Πάλι τίποτα το περίεργο κι εδώ, καθώς είναι απολύτως λογικό να θέλεις έναν στρατό σχεδόν εθισμένο στην Ισλαμική ιδεολογία – μιας που αυτή είναι και το μόνο τους αποκούμπι και η μόνη κατά τα φαινόμενα ευκαιρία να μετατραπεί ένας νέος που βράζει το αίμα του από πάμπτωχος βοσκός στην καλύτερη, σε πολεμιστής και ήρωας του Ισλάμ.
Υπάρχει κάτι το περίεργο εδώ; Όχι.
Συχνά ξεχνάμε ότι τότε οι Ταλιμπάν έφεραν μια κατά κάποιο τρόπο ηρεμία σε μια χώρα που μαστίζονταν από μάχες. Επικρατώντας δια της βίας οι ίδιοι, έδωσαν τέλος στις βιαιότητες των άλλων. Βέβαια, ένα χρόνο αργότερα περίπου άρχισαν να θεσπίζουν κατασταλτικά μέτρα, όπως περιορισμούς στις γυναίκες και απαγόρευση μουσικής – καθώς καμία καταστροφή δεν πάει ανεκμετάλλευτη, (ο Churchill το είπε αυτό).
Άλλη τακτική που εδραίωσε τη θέση των Ταλιμπάν στη δεκαετία του 1990 ήταν ότι στρατολογούσαν ντόπιους – μέσω βίας ή δωροδοκίας. Σε κάθε χωριό που έμπαιναν, οι Ταλιμπάν προσέθεταν στις τάξεις τους, τους ντόπιους, δημιουργώντας ένα αποκεντρωμένο, αλλά συνεχές και γερό δίκτυο. Ο Μουλάς Ομάρ παρέμενε μεν ηγέτης τους, βασιζόμενος όμως σε τοπικούς διοικητές, οι οποίοι χρησιμοποίησαν άλλες φατρίες, σύμφωνες με την ιδεολογία τους.
Για κάποιο λόγο εμείς οι Δυτικοί (από άγνοια περισσότερο) σκεπτόμαστε τους Ταλιμπάν ως μια ομάδα άπλυτων, αγράμματων και ανεκπαίδευτων ανθρώπων, κυριαρχούμενων από άγρια ένστικτα και έναν απάνθρωπο θρησκευτικό ιδεολογισμό και άρα εν πολλοίς ως επικίνδυνους, αλλά ανίκανους – πράγμα παράλογο. Αυτή είναι μια μάλλον λανθασμένη πεποίθηση, καθώς πολλοί από αυτούς μπορεί να μην γνωρίζουν γραφή και ανάγνωση, όμως είναι ισχυροί, έμπειροι και πειθαρχημένοι πολεμιστές, που παίζουν στα δάκτυλα τον ανταρτοπόλεμο (guerilla warfare).
Και για να φτάσουμε στο σήμερα και τον Αύγουστο που μας πέρασε: Ξέροντας την ιστορία τους, μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε ότι κάνουν το ίδιο πράγμα τώρα. Πάνε από χωριό σε χωριό και λένε στους Αφγανούς: «Κοιτάξτε τη διαφθορά, δείτε τη βία, τα drones που πέφτουν από τα αμερικανικά αεροπλάνα, δείτε τα ναρκωτικά, δείτε τις γυναίκες σας που κυκλοφορούν έξω. Εμείς προσφέρουμε αυτό – μια εναλλακτική λύση που βασίζεται στη σταθερότητα και την ασφάλεια, στην τάξη και στα διδάγματα του Κορανίου» – όπως ακριβώς έκαναν τη δεκαετία του 1990, αξιοποιώντας ταυτόχρονα τον τοπικισμό ως στρατηγική – παμπάλαιο μέσο αλλά αποτελεσματικό. Μέσο που ποτέ δεν μπόρεσαν να αξιοποιήσουν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους, καθώς δεν γνώριζαν και δεν έμαθαν ούτε τη γλώσσα, ούτε τα έθιμα, ούτε το έδαφος, ούτε ουσιαστικά τίποτα σχετικά με τη χώρα, την οποία πήγαν να «ελευθερώσουν». Είκοσι χρόνια αργότερα, πάλι δεν τα γνώριζαν αυτά. Ναι, εδώ τώρα, υπάρχει κάτι το περίεργο: Πώς είναι δυνατόν να είσαι σε μια χώρα είκοσι συναπτά έτη και να μην έχεις καταφέρει κάπως να τη γνωρίσεις- και δη κατά την ώρα που προσπαθείς να την ανοικοδομήσεις ως κράτος;
Κι εδώ τώρα είναι το άλλο περίεργο: Πώς περιμένεις να βοηθήσεις στην ανοικοδόμηση μιας χώρας και να επιτύχεις όταν αυτή η χώρα είναι τελείως ξένη προς εσένα πολιτισμικά, πολιτικά, θρησκευτικά, γεωγραφικά, κ.ο.κ. και ταυτόχρονα προχωρείς σε αυτό το εγχείρημα επιβάλλοντας – κι άρα έχοντας πλήρη έλλειψη όχι μόνο κοινής λογικής, αλλά και σεβασμού προς αυτόν τον λαό – το Δυτικό ήθος και νοοτροπία τα οποία – θα πρέπει να το γνωρίζεις αυτό μετά από τόσες αποτυχίες- ποτέ δεν θα γίνουν αποδεκτά, ποτέ δεν θα ενσωματωθούν στην κοινωνία αυτή, ποτέ δεν θα κατανοηθούν. Αντί αυτού, θα δημιουργήσεις ένα κράτος εν κράτει όπου όλα καλώς έχουν επιφανειακά- για να εξαλειφθούν σαν να μην υπήρξαν την στιγμή που εσύ θα αποχωρήσεις. Ναι, αυτό είναι περίεργο. Είναι περίεργο ένας, κατά γενική ομολογία, πολιτισμένος κόσμος όπως η Δύση να διέπεται από τέτοια αλαζονεία. Η μήπως δεν είναι περίεργο; Όπως δεν είναι περίεργα κι όλα τα παραπάνω;
Πολύ, αλλά πολύ σύντομα, αυτή είναι η ιστορία των Ταλιμπάν, των «μαθητών» και εξερευνητών του σωστού. Τους υποτιμούμε και η γενική κατακραυγή εναντίον τους έχει αναζωπυρωθεί και πάλι (για να την ξεχάσουμε σε λίγους μήνες όταν θα έχουμε πλέον συνηθίσει την κατάσταση στο Αφγανιστάν και θα το λησμονήσουμε, καθώς η άστατη προσοχή μας θα στραφεί προς την επόμενη φυσική ή ανθρώπινη καταστροφή). Ας κρατήσουμε όμως το ότι οι Ταλιμπάν είναι μια δύναμη ισχυρή, η οποία ποτέ δεν έφυγε, ποτέ δεν «εγκατέλειψε». Αυτό τους αποδίδει μια σταθερότητα – ακόμη κι αν είναι μια σταθερότητα που προκαλεί τρόμο.
Πριν όμως τους ξεχάσουμε, πριν ξεχάσουμε το Αφγανιστάν, μήπως να στρέψουμε λίγο το βλέμμα μας προς εμάς τους Δυτικούς κι άρα τους αδιαμφισβήτητα πολιτισμένους; Προς εμάς, τους συμμάχους των ΗΠΑ; Προς την Ευρώπη, δηλαδή εμάς πάλι, που παρακολουθούμε βουβά, αλλά βοηθώντας έμμεσα και στηρίζοντας άμεσα τις κινήσεις της Αμερικής; Την ίδια στιγμή που σήμερα κριτικάρουμε την απόφαση του Biden; Όπως και κριτικάραμε τις ΗΠΑ όταν πήγαν ως σωτήρες στο Αφγανιστάν;
Πόσο διαφέρουμε από τους Ταλιμπάν; Όχι στο θρήσκευμα βέβαια, αλλά στο ότι κι εμείς έναν άστατο ανταρτοπόλεμο παίζουμε: αλλάζοντας συμμάχους, αλλάζοντας απόψεις και θέσεις όταν μας συμφέρει – κι εκεί που οι Ταλιμπάν κρύβονται πίσω από τα βουνά, εμείς κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας και πίσω από τις ΗΠΑ για να προωθήσουμε τα δικά μας συμφέροντα ή για να κρατήσουμε τα κεκτημένα- ψευδαισθήσεις και τα δύο σε έναν κόσμο όπου η έννοια σύμμαχος δεν σημαίνει και πολλά.
Το γεγονός, εάν το προσέξατε, ότι σε όλο το κείμενο λέω συχνά-πυκνά «τίποτε το περίεργο εδώ» είναι διότι τίποτε σε όλη αυτήν την ιστορία δεν είναι περίεργο – με την έννοια ενός γεγονότος που προκαλεί κατάπληξη. Διότι κατάπληξη προφασίζονται οι ΗΠΑ και ο πρόεδρός τους, κατάπληξη και ο αποχωρήσας πρόεδρος, Ασράφ Γάνι, του Αφγανιστάν, κατάπληξη τα ΜΜΕ, (εκτός εκείνων των αναλυτών που γνωμοδοτούν μετά το γεγονός), κατάπληξη κι εμείς όλοι που παρακολουθούμε την άνεση των Ταλιμπάν, την ευκολία και την ταχύτητα με την οποία πήραν (και πάλι) το Αφγανιστάν. Γνωρίζοντας όλα όσα έχουν προηγηθεί, την ιστορία και προέλευσή τους, την υπεροχή τους στον ανταρτοπόλεμο, τις πολεμικές τακτικές και πολιτικές αποτυχίες των ΗΠΑ (και σύμμαχων πάντα) στις χώρες όπου παρελαύνουν ως νέοι σωτήρες, την αποδοχή των υπολοίπων μας, την σιωπηρή υπομονή της Ρωσίας που περιμένει την ξαφνική προθυμία της Τουρκίας να βοηθήσει με το μεταναστευτικό, γιατί απορούμε; Με ποιο δικαίωμα απορούμε;
Εάν θέλουμε να απορήσουμε κι άρα να αναρωτηθούμε, μπορούμε να αναρωτηθούμε πιο αποτελεσματικά με το παρακάτω ίσως: Ποιοί είναι πράγματι οι Ταλιμπάν; Ποιοι είναι οι εξερευνητές και οι μαθητές του καλού; Ποιοι είναι αυτοί που αναζητούν τη γνώση με σκοπό τους να προλάβουν το κακό; Συμφωνούμε ότι δεν είναι οι Ταλιμπάν του Αφγανιστάν, αλλά σίγουρα δεν είμαστε ούτε εμείς που τους επικρίνουμε, θεωρώντας εαυτούς καλύτερους και κρατώντας, έτσι για πάρτη μας, εύσημα που δεν μας ανήκουν.
Οι Ταλιμπάν έχουν παραποιήσει το όνομά τους από συμφέρον. Εμείς έχουμε παραποιήσει τον πολιτισμό μας από συμφέρον. Οι Ταλιμπάν θεωρούνται απολίτιστοι από εμάς. Εμείς τι θεωρούμαστε;