Ένα μεγάλο κενό στην ενημέρωση του γενικού πληθυσμού έρχεται να επισημάνει βρετανική μελέτη, σύμφωνα με την οποία, εάν γνωρίζαμε τα συμπτώματα που μπορούν να προκαλέσουν βασικοί …
Λέμφωμα Burkitt: Τι πρέπει να γνωρίζετε για τον σπάνιο παιδικό και νεανικό καρκίνο;
Αθώα συμπτώματα, πολλές φορές, μπορεί να είναι ενδείξεις για σοβαρότερα ζητήματα υγείας. Ακόμη και σε αυτά, ο γονιός οφείλει να δίνει τη δέουσα σημασία.
Το παιδί μπορεί να φαίνεται κουρασμένο, αδύναμο, να παραπονιέται για ζαλάδα τον τελευταίο καιρό και μόνιμο πόνο στο στομάχι. Η πρώτη σκέψη παραπέμπει σε προσωρινή αδιαθεσία ή πιθανή λοίμωξη από κάποιο μικρόβιο. Η εικόνα του δε βελτιώνεται, πιθανότατα επιδεινώνεται κιόλας. Μετά από σειρά εξετάσεων, η διάγνωση είναι μια σπάνια μορφή καρκίνου. Λέμφωμα Burkitt (Μπέρκετ).
Το λέμφωμα Burkitt είναι ένας σπάνιος, ταχέως αναπτυσσόμενος καρκίνος. Προσβάλλει συνήθως παιδιά και, σπανιότερα, νεαρούς ενήλικες. Τα συμπτώματα του λεμφώματος Burkitt εμφανίζονται ξαφνικά και επιδεινώνονται γρήγορα. Οι γιατροί το αντιμετωπίζουν με εντατική χημειοθεραπεία. Τις περισσότερες φορές, το λέμφωμα περνά σε μακροχρόνια ύφεση μετά τη θεραπεία. Ξεκινά συνήθως στην κοιλιά ή στο στήθος του παιδιού και μπορεί να εξαπλωθεί στους λεμφαδένες του.
Όπως οι περισσότερες ασθένειες, το λέμφωμα αυτό έχει διαβαθμίσεις. Δηλαδή, διαβαθμίζεται σε σποραδικό, ενδημικό και ανοσοανεπάρκειας. Συγκεκριμένα, το σποραδικό προσβάλλει συνήθως παιδιά ηλικίας 3 έως 12 ετών. Το ενδημικό συνδέεται με τον ιό Epstein-Barr, ιός που προκαλεί τη λοιμώδη μονοπυρήνωση. Τα παιδιά με αυτόν τον τύπο έχουν συνήθως όγκους στις γνάθους του προσώπου. Το λέμφωμα ανοσοανεπάρκειας προσβάλλει άτομα που έχουν μολυνθεί με τον ιό της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (HIV/AIDS). Σπάνια, μπορεί να προσβάλει και άτομα των οποίων το ανοσοποιητικό σύστημα είναι εξασθενημένο ή αποδυναμωμένο λόγω ασθένειας ή θεραπείας.
Δυστυχώς, όμως, κανείς δε γνωρίζει τι ακριβώς προκαλεί το λέμφωμα Burkitt. Οι ερευνητές που μελετούν τα κύτταρα του λεμφώματος Burkitt συνδέουν την πάθηση με αλλαγές στο γονίδιο MYC και άλλα γονίδια που έχουν βρει στα καρκινικά κύτταρα. Το γονίδιο MYC ελέγχει ορισμένες πτυχές της κυτταρικής ανάπτυξης. Οι ερευνητές εξακολουθούν να διερευνούν τι προκαλεί τις γενετικές αλλαγές. Σε ορισμένες περιπτώσεις, άνθρωποι που έχουν τον ιό Epstein-Barr (EBV) έχουν επίσης λέμφωμα Burkitt. Δεν αναπτύσσουν όλοι όσοι έχουν αυτόν τον ιό λέμφωμα Burkitt.
Το λέμφωμα Burkitt είναι ένας καρκίνος που αναπτύσσεται και εξαπλώνεται γρήγορα. Μπορεί να είναι δύσκολο να διαγνωστεί επειδή πολλά από τα συμπτώματα (κόπωση, ναυτία, έλλειψη όρεξης, αδυναμία και πόνος στην κοιλιά) μοιάζουν με εκείνα των κοινών ασθενειών και λοιμώξεων. Τα παιδιά έχουν καλές πιθανότητες να περάσουν σε μακροχρόνια ύφεση (χωρίς συμπτώματα ή σημάδια καρκίνου), αν ξεκινήσει αμέσως η θεραπεία. Επομένως, είναι σημαντικό να γίνει η διάγνωση το συντομότερο δυνατό.
Επίσης, είναι πολύ σημαντική η πρώτη επίσκεψη και επαφή με το ιατρικό προσωπικό και το νοσοκομειακό περιβάλλον. Είναι καταλυτικό το παιδί να νιώσει άνετα με τους γιατρούς που θα το εξετάσουν για να μπορέσει να συνεργαστεί. Στην πρώτη επίσκεψη, οι γιατροί ζητούν να μάθουν τα συμπτώματα των παιδιών, την έναρξη και την εξέλιξή τους. Επίσης, ζητούν να μάθουν το ιατρικό ιστορικό του παιδιού και πως έχει επηρεαστεί η καθημερινότητά του. Είναι, εξίσου, σημαντικό να ελεγχθεί η κληρονομικότητα και να γίνει και φυσική εξέταση του παιδιού. Έπειτα, το παιδί θα παραπεμφθεί σε σειρά εξετάσεων για να επιβεβαιωθεί η διάγνωση. Εξετάσεις που περιλαμβάνουν βιοψία λεμφαδένων ή οποιουδήποτε άλλου όγκου, βιοψία μυελού των οστών, αξονική τομογραφία, μαγνητική τομογραφία, PET (απεικονίζει μεταβολικές αλλαγές σε κυτταρικό επίπεδο και αναγνωρίζει τον τρόπο με τον οποίον λειτουργούν τα όργανα και οι ιστοί), κυτταρολογία εγκεφαλονωτιαίου υγρού και εξετάσεις αίματος.
Όταν διαγνωστεί και κλινικά η νόσος, οι γιατροί προχωρούν άμεσα στη θεραπεία του λεμφώματος Burkitt. Χρησιμοποιούν έναν συνδυασμό πολύ ισχυρών χημειοθεραπευτικών φαρμάκων για να καταστρέψουν τους καρκινικούς όγκους και να εμποδίσουν τα καρκινικά κύτταρα να πολλαπλασιαστούν και να δημιουργήσουν περισσότερους όγκους. Η ισχυρή χημειοθεραπεία μπορεί να προκαλέσει εξίσου ισχυρές παρενέργειες. Γι’ αυτό το λόγο η θεραπεία γίνεται στο νοσοκομείο.
Υπάρχουν αρκετές κοινές παρενέργειες της χημειοθεραπείας όπως κόπωση, ναυτία, έμετος, διάρροια και δυσκοιλιότητα. Τα άτομα που λαμβάνουν χημειοθεραπεία για λεμφώματα ταχείας ανάπτυξης, όπως το λέμφωμα Burkitt, μπορεί να αναπτύξουν σύνδρομο λύσης του όγκου. Το σύνδρομο λύσης είναι συχνή επείγουσα κατάσταση στους ογκολογικούς ασθενείς και σημάδι ότι η χημειοθεραπεία λειτουργεί. Οφείλεται στη μαζική λύση των καρκινικών κυττάρων και στην απελευθέρωση μεγάλων ποσοτήτων καλίου, φωσφόρου και νουκλεινικού οξέος στη κυκλοφορία του αίματος. Κανονικά τα νεφρά απομακρύνουν αυτό το περιεχόμενο. Ένας κατακλυσμός νεκρών λεμφωματικών κυττάρων όμως, μπορεί να τα υπερφορτώσει. Όταν τα νεφρά δεν μπορούν να αποβάλουν τα περιεχόμενα του λεμφώματος, συσσωρεύονται ηλεκτρολύτες στο αίμα, που προκαλούν προβλήματα στην καρδιά, στα νεφρά και στο νευρικό σύστημα. Οι γιατροί μπορούν να αποτρέψουν το σύνδρομο λύσης όγκου με τη χορήγηση επιπλέον υγρών και φαρμάκων που μειώνουν τις πιθανότητες ανάπτυξης του συνδρόμου.