Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, ζωηρός και αυθόρμητος
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, σε μια εποχή που έπεται της άνθισης του αξεπέραστου μουσικού κύκλου της μεταπολίτευσης, καλλιτέχνες και συγκροτήματα δημιουργούν τις προϋποθέσεις για να φυσήξει νέος ούριος άνεμος στα μουσικά πελάγη. Ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας είναι μία από τις προπέλες του πλοίου της ροκ μουσικής με λαϊκά στοιχεία οδηγώντας το στα πιο συναρπαστικά ταξίδια. Πρόκειται για έναν αυθόρμητο συνθέτη και ερμηνευτή με το προσωπικό του καλλιτεχνικό αισθητήριο, προκαλώντας την σπάνια αίσθηση της άρρηκτης συνέχειας της δημιουργικής του πορείας μέσα στο αναπόφευκτο πέρασμα του χρόνου.
Παιδικές μνήμες και πρώτα βήματα
Ο Μαχαιρίτσας γεννήθηκε στο Βόλο στις 5 Νοεμβρίου 1956. Ο πατέρας του ήταν διευθυντής της συμφωνικής ορχήστρας της Ερτ. Με πολλά ακούσματα κλασικής μουσικής, μοιραία κόλλησε κι ο ίδιος το μικρόβιο. Στα 9 του χρόνια τα κάλαντα στις γιορτές των Χριστουγέννων έγιναν η κινητήρια δύναμη για να πάρει τον πρώτο του δίσκο, ήταν ο «Help» των Beatles. Λίγο αργότερα ανακαλύπτει και τους Rolling Stones. Η μάνα του ήταν μια γυναίκα που πάλευε να κρατήσει τις ισορροπίες, μετά το πρόωρο «φευγιό» του συζύγου της, από χρόνια νεφροπάθεια. Ο Λαυρέντης τότε ήταν μόλις 10 χρονών.
Στα δεκάεξι του αποφασίζει να φύγει από το σπίτι μαζί με τον αδερφό του, κατηφορίζοντας προς την Αθήνα. Κοιμούνται σε σοφίτες στη Πλάκα, ενω ξεκινάει να πηγαίνει σε ωδείο για λίγο χρονικό διάστημα. Καταπιάνεται με το πιάνο και ύστερα με τη κιθάρα. Δεν συμπαθούσε ιδιαίτερα τη μελέτη και έτσι συνέχισε μόνος του ως αυτοδίδακτος πια ανακαλύπτοντας τα μουσικά μονοπάτια. Το 1978 συνεργάζεται με το Πάνο Τζαβέλλα σε μια σειρά από αντάρτικα τραγούδια. Την ίδια χρονιά κάνει την παρθενική του εμφάνιση σε δισκάκι 45αρι, με το αγγλικό τραγούδι «Gaspar» με τους P.L.J. Band, οι αργότερα μετονομαζόμενοι Τερμίτες. Οι έταιροι δύο της μπάντας είναι οι Παύλος Κικριλής και Τάκης Βασαλάκης. Δυο χρόνια μετά, το συγκρότημα δοκιμάζει την τύχη του στην ερωτική ευρωπαϊκή πρωτεύουσα της Γαλλίας. Παίζουν σε διάφορα club και σαν γνήσιοι πλανόδιοι μουσικοί, η ξεκούρασή τους περιορίζεται στο στενό χωρό ενός αυτοκινήτου κάτω από παριζιάνικες γέφυρες. Ο γυρισμός στην Αθήνα ήταν μοιραίος.
Όταν η μουσική είναι μονόδρομος
Το συγκρότημα απαριθμεί στη διαδρομή του πέντε δισκογραφικές δουλειές. Κλείνει τον κύκλο του με τον πιο μεγαλοπρεπή τρόπο στη δίνη μιας πραγματικής κοσμοσυρροής. Πραγματοποιήθηκε μια ιστορική συναυλία στο Λυκαβηττό, με τη συμμετοχή πολλών σπουδαίων καλλιτεχνών και αποτυπώνεται στον τελευταίο τους δίσκο με τίτλο «Περιμένοντας τη βροχή». Ο ίδιος έχει πει για τη διάλυση των Τερμιτών : «Ήμουν τυχερός τότε, γιατί έκανα μια σχέση ζωής. Γνώρισα τη γυναίκα μου και ισοσκέλισα μια φοβερή κατάθλιψη που είχα πάθει.». Οι Τερμίτες άφησαν πίσω τους φοβερές επιτυχίες όπως «Πόσο σε θέλω», «Σκόνη» με τη συμμετοχή του Γιώργου Νταλάρα και άλλα. Βασικός του συνεργάτης ο εξαιρετικός μουσικός Αντώνης Μιτζέλος, ο οποίος με τις ενορχηστρωτικές του πινελιές έδωσε και δίνει άλλη πνοή σε όλα τα κομμάτια.
Το 1989 συμβαίνει το προσωπικό του ντεμπούτο με το δίσκο «Ο μ’αγαπάς και η σ’αγαπω», ο οποίος απέσπασε διθυραμβικές κριτικές αντιστρόφως ανάλογες με την εμπορικότητά του. Από την αρχή θέλει να μελοποιεί πάντα στίχους με νοήμα, ακόμα κι αν θεωρούνται από μερίδα του κοινού περίπλοκοι. Δεν θέλει το βατό, αλλά το ουσιαστικό. Μια συζήτηση σε ένα καφενείο με το Γιάννη Σπυρόπουλο (στιχουργός) με ιστορίες από το στρατό θα γίνει το έναυσμα για τη μεγάλη επιτυχία δύο χρόνια αργότερα με το «Διδυμότειχο μπλουζ». Η ερμηνευτική προσέγγιση του Νταλάρα απογειώνει το κομμάτι. Ο Νταλάρας μάλιστα, θεωρεί το Μαχαιρίτσα έναν από τους πάρα πολύ σημαντικούς νεότερους δημιουργούς. Ο ομώνυμος δίσκος γνωρίζει τεράστια απήχηση στο κοινό. Ήταν το σημείο που ξεκίνησε να ζει από τη δουλειά του, καθώς μέχρι τότε αναγκαστικά έκανε κι άλλες δουλειές για να επιβιώσει.
Στο ενεργητικό του έως και σήμερα έχει δημοσιεύσει 16 προσωπικούς δίσκους ενώ γράφει μουσική και για άλλους τραγουδιστές. Συνεργάζεται σταθερά με πολύ σημαντικούς στιχουργούς όπως οι Ισαάκ Σούσης, Λίνα Δημοπούλου, Άλκης Αλκαίος, Μιχάλης Μαρματάκης και αρκετοί ακόμα. Έχει πραγματοποιήσει συνεργασίες με κορυφαίους εκπροσώπους του μουσικού πενταγράμμου όπως οι Χάρις Αλεξίου, Δήμητρα Γαλάνη, Δημήτρης Μητροπάνος, Ελευθερία Αρβανιτάκη, Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Φλέρυ Νταντωνάκη και πολλοί άλλοι. Για το Διονύση Σαββόπουλο, τον οποίο σέβεται και θαυμάζει, έχει πει : « Όταν μπαίνει στο στούντιο, είναι σαν να κάνει live.». Ιδιαίτερη αγάπη και εκτίμηση τρέφει για τον Γιάννη Κότσιρα με τον οποίο έχουν συνεργαστεί δισκογραφικά ενώ φιλία χρόνων τον συνδέει με το Διονύση Τσακνή, με τον οποίο για μια δεκαετία περίπου σημείωσαν φοβερή επιτυχία ως συναυλιακό δίδυμο, λαμβάνοντας τη ζεστή ανταπόκριση του κόσμου. Επίσης, έχει συνευρεθεί καλλιτεχνικά και με ξένα ονόματα όπως ο Angelo Braduardi ενώ έχει συνθέσει μουσική και για διάφορες θεατρικές παραστάσεις.
«Εκεί στο Νότο, εκεί που η αγάπη κάνει κρότο…»
Με προσλαμβάνουσες από το καλλιτεχνικό φως που εξέπεμπαν ο Freddie Merkury, ο Lucio Batisti και ο Σαββόπουλος, ο Μαχαιρίτσας αρχίζει σταδιακά να δημιουργεί γερά μουσικά πατήματα προκαλώντας έναν ξεχωριστό μελωδικό κρότο που μας αφυπνίζει. Δημιουργεί κομμάτια πολύχρωμα, με έντονο ιταλικό ρυθμό όπως ο «Σουλτάνος της Βαβυλώνας» και «Τερατάκι της τσέπης». Ύστερα, ορμάει δυναμικά και δημιουργεί συνθέσεις πηγαίες και παιχνιδιάρικες που κρύβουν ένα είδος γοητευτικού ερασιτεχνισμού όπως στο κομμάτι «Ένας Τούρκος στο Παρίσι» ή στο «Έλα ψυχούλα μου».
Αν και κατατάσσεται στο χώρο της ροκ, αγαπάει τα παλιά λαϊκά τραγούδια και γράφει ενίοτε καθαρόαιμες λαϊκές μελωδίες όπως «Ο παλιός στρατιώτης». Αρέσκεται πολύ στους συνδυασμούς λαϊκού και ροκ καταλήγοντας σε τραγούδια όπως το «Πεθαίνω για σένα». Αντιρρησίας και υπέροχα ασουλούπωτος παραπαίει ανάμεσα στο ισχυρό πλέξιμο με τις νότες σε δυνατές εκλάμψεις όπως «Ρίξε κόκκινο στη νύχτα», «Ένας μικρός Τιτανικός», «Εγώ δεν σε κατηγορώ» και στις ήσυχες μπαλάντες που παραπέμπουν σε μάτια ονειροπόλα και τρυφερές αγκαλιές, όπως στο «Ιπτάμενο Χαλί».
Δεν δημιουργεί υποψίες συμβιβασμού και δεν παζαρεύει τη μουσικό του αισθητική για κάνενα λόγο. Είναι από τους καλλιτέχνες που θεωρεί την δισκογραφία αναγκαία, για να μάθει ο κόσμος τα τραγούδια. Αυτό όμως, που πραγματικά του ανεβάζει την αδρεναλίνη και είναι αυτοσκοπός του είναι οι συναυλίες. Έχει φοβερή επικοινωνία με τον κόσμο σε ερμηνείες με θεατρικότητα και ψυχή που συμπληρώνουν τη χαρακτηριστική βραχνάδα με τα ροκ φωνητικά τερτίπια.
Είναι ειλικρινής και η δουλειά του αποτυπώνει ακριβώς τη γκάμα των συναισθημάτων του, χωρίς να σκέφτεται, αν θα ανταποκριθεί στο κοινό αίσθημα. Κάπως έτσι, συνέβη και στο δίσκο «Παράθυρα που κούρασε η θέα», όπου η δημιουργία του ήταν σαν κραυγή και σαν λύτρωση μαζί, σαν αντίδοτο στον τότε πρόσφατο χαμό του αδερφού του. Αν και θεωρήθηκε σκοτεινός δίσκος και δεν είχε την απήχηση που θα έπρεπε, είναι το πιο ολοκληρωμένο προσωπικό του συνονθύλευμα μουσικής.
«Μια ευκαιρία στον παράδεισο να πάει…»
Πίσω από τον ανένταχτο αριστερό και τον έξυπνο συνομιλητή με το σπινθηροβόλο βλέμμα και τη σκέψη που τον προλαβαίνει στο λόγο, φωλιάζει ένας πολύ τρυφερός σύζυγος και πατέρας μιας κόρης. Αγαπάει πολύ τους φίλους του, ενώ έχει αδυναμία στο Βαγγέλη Γερμανό, τον οποίο θεωρεί μέντορά του. Τα καλοκαίρια τα περνάει στη Τήνο, την οποία ερωτεύτηκε με τη πρώτη ματιά. Είναι άνθρωπος χαλαρός και ακομπλεξάριστος με μεγάλη οικειότητα και ανεπτυγμένη την ανάγκη της παρέας. Τον ενδιαφέρει το μοίρασμα και η σχέση με τους ανθρώπους.
Μια πολύ ιδιαίτερη στιγμή στην καριέρα του ήταν, όταν τραγούδησε την «Όμορφη Πόλη» στην αφιερωματική συναυλία για το Γρηγόρη Μπιθιώτση, στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, το 2002. Ο ίδιος έχει πει γι’ αυτό: «Εγώ αυτό το τραγούδι το άκουγα με το Μπιθικώτση και ας μην το είχε πει ποτέ. Είναι πολύ δυνατό, ερωτικό τραγούδι.». Αυτό ακριβώς είναι ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, ένας καλλιτέχνης με βαρύ θετικό συναισθηματικό πρόσημο γνησιότητας. Είναι άμεσος και δεν διστάζει να δείξει την κρυμμένη του ευαισθησία μπροστά στη δική του αλήθεια.
Δεν ξεχνά ποτέ να εκφράζει το δικό του ευχαριστώ για όσους συνέτειναν στο να κάνει τα πρώτα του βήματα. Μπολιασμένος με τις μουσικούς σπόρους του Θεοδωράκη και του Χατζιδάκη, έχει ως όχημα πάντα την ουσία χτισμένη σε καλό τραγουδιστικό υλικό για να δώσει το παρόν, όταν χρειάζεται. Ευχόμαστε πάντα να δίνει το παρόν στις μουσικές μας εμπειρίες, για να ρίχνει κόκκινο στις νύχτες και στις μέρες μας, να επισκιάζει το μαύρο της εποχής, να παίρνει χρώμα η ζωή μας…