Λαξεύοντας τις σπηλιές Ajanta 2000 χρόνια πριν

Συντάκτης: Σάννα Νάνου, Φιλόλογος και Επιμελήτρια – Διορθώτρια Κειμένων

Στην προϊστορική περίοδο η φύση μερίμνησε και για την προστασία του πρωτόγονου ανθρώπου προσφέροντάς του πολλές “κατοικίες”. Μία από αυτές τις κατοικίες ήταν οι διάφορες κοιλότητες μέσα στα βράχια, οι σπηλιές. Στις εισόδους αυτών των φυσικών καταφύγιων οι άνθρωποι άναβαν φωτιές, για να απομακρύνουν τα άγρια θηρία. Και με αυτό τον τρόπο ησύχαζε ο πρωτόγονος άνθρωπος για πάρα πολλά χρόνια. Στις σπηλιές όμως Ajanta στην Ινδία συνέβη κάτι το αξιοθαύμαστο. Κρύβονται στο εσωτερικό τους πολύτιμες εικόνες και θρησκευτικά κείμενα διασώζοντας με αριστοτεχνικό τρόπο έναν ολόκληρο πολιτισμό. Και επειδή οι σπηλιές αυτές «χάθηκαν» για λίγο, η φύση δεν μπορούσε να αφήσει σε λήθαργο ένα τέτοιο μνημείο. Ένας Άγγλος κατά το κυνήγι άγριων ζώων ανακαλύπτει την είσοδο μίας από τις 32 σπηλιές. Ποιος έχει ακούσει για τις σπηλιές Ajanta;

«Ajanta σπηλιές»: Μάθημα ιστορίας για σήμερα, ώστε κατά την επίσκεψή σας εκεί να είστε προετοιμασμένοι!

Ένα ταξίδι στον χωροχρόνο των σπηλιών Ajanta

Δύο χιλιάδες χρόνια πριν ξεκίνησαν οι εργασίες στη Μαχαράστρα της Ινδίας και δημιουργήθηκαν οι 32 σπηλιές Ajanta. Παρά το γεγονός ότι υπάρχει ευρεία συζήτηση σχετικά με τον χρόνο κατά τον οποίο δημιουργήθηκαν ορισμένες από αυτές τις σπηλιές, οι περισσότεροι συζητητές τοποθετούν τη δημιουργία τους κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Harishena. Οι σπηλιές αυτές χρησιμοποιούνταν κυρίως ως αίθουσες προσευχής και για πολλούς μοναχούς αποτελούσαν το καταφύγιό τους. Όταν όμως οι άνθρωποι άρχισαν να απομακρύνονται από τον Βουδισμό, ορισμένοι μελετητές εικάζουν ότι περί το 1.000 μ.Χ. οι άνθρωποι παράλληλα εγκατέλειψαν και τις σπηλιές, και αυτές με τη σειρά τους εξαφανίστηκαν…στον χωροχρόνο! Πυκνή ζούγκλα τις κάλυψε με αποτέλεσμα να μην είναι ορατές από ανθρώπινο μάτι. Για εκατοντάδες χρόνια λοιπόν πέρασαν στην αφάνεια.

Οι τίγρεις φέρνουν στη ζωή τις σπηλιές Ajanta

Τον Απρίλιο του 1819 κατά την περίοδο της αγγλικής κυριαρχίας στην Ινδία (1757-1947), ένας αξιωματικός, ο John Smith, τυχαία ανακαλύπτει μία είσοδο σε μία από αυτές τις σπηλιές τη στιγμή που κυνηγούσε τίγρεις. Η ανακάλυψη αυτή του αξιωματικού δεν θα μπορούσε να παραμείνει μυστικό για πολύ καιρό. Σύντομα λοιπόν πλήθος από Ευρωπαίους και Ινδούς τουρίστες καταφτάνει στο χώρο. Οι σπηλιές Ajanta τελικά επιστρέφουν στον κόσμο των ζωντανών. Σε όλο αυτό το διάστημα κανένας δεν γνώριζε την ύπαρξη τους, τώρα δεν είναι καταπληκτικό;

Δημιουργήματα μίας αρχαίας μεθόδου

Στην ουσία πρόκειται για ένα αρχιτεκτονικό οικοδόμημα που αποτελείται από 32 σπηλιές, οι οποίες κατασκευάστηκαν σε χαράδρες. Τα εργαλεία που οι τεχνίτες χρησιμοποίησαν ήταν μόνο καλέμια και σφυριά. Η επιφάνεια σμιλεύτηκε για να γίνει σκληρή και να τοποθετηθεί τελικά γύψος σε όλο το μήκος της. Όσο ο γύψος ήταν ακόμη υγρός, ο ζωγράφος έπρεπε να ξεκινήσει το έργο του. Αυτό που επέτυχαν τελικά οι ζωγράφοι με τη λάξευση ήταν η δημιουργία μοναδικών έργων τέχνης πάνω στους τοίχους και τις οροφές και στο ηφαιστειακό πέτρωμα βασάλτη. Τα χρώματα έγιναν ένα σώμα με τον γύψο και κατ’ επέκταση με την επιφάνεια. Κανείς όμως ζωγράφος δεν μπορούσε να κάνει την ακόλουθη πρόβλεψη: τα χρώματα και τα κείμενα παρέμειναν αναλλοίωτα στο χρόνο. Ωστόσο, ο χρόνος ζήλεψε…λίγο από το εξαίσιο αποτέλεσμα της τέχνης τους και έφθειρε με το πέρασμά του ορισμένα σημεία.

Ανασύροντας την ιστορία

Κάθε σπηλιά έχει διαφορετική αρχιτεκτονική και ζωγραφική. Κάθε σπηλιά πρόκειται να ανασύρει και να ζωντανέψει διάφορες πτυχές της αρχαίας ζωής της Ινδίας, όπως τις θρησκευτικές πεποιθήσεις εκείνης της εποχής, την τεχνοτροπία των τεχνιτών, την ένδυση των ανθρώπων, αλλά και την πολιτική και οικονομική κατάστασή της. Κάθε επιφάνεια, εκτός από αυτήν του δαπέδου, είναι διακοσμημένη με πίνακες ζωγραφικής, οι οποίοι εμπεριέχουν αφηγηματικά κείμενα. Οι ιστορίες είναι σχεδόν όλες αφιερωμένες στις προηγούμενες ζωές του Βούδα (Jatakas) και ανέρχονται στις 547. Φυσικά αυτές χαράχτηκαν με κόπο και αγάπη από τους θιασώτες του.

Κανείς δεν γνωρίζει με βεβαιότητα πότε και γιατί αυτές οι σπηλιές εγκαταλείφθηκαν, εάν παραμελήθηκαν εξαιτίας πολιτικών ή κοινωνικών γεγονότων ή θρησκευτικών λόγων, όπως ειπώθηκε παραπάνω, και γι’ αυτό τελικά επήλθε η οριστική εγκατάλειψή τους. Σήμερα όμως ό, τι και να έχει συμβεί χιλιάδες ταξιδιώτες σπεύδουν να επισκεφτούν τη Μαχαράστρα για να εξερευνήσουν αυτά τα υπέροχα σπήλαια που αποτελούν μνημείο της παγκόσμιας κληρονομιάς.

Συντάκτης: Σάννα Νάνου, Φιλόλογος και Επιμελήτρια – Διορθώτρια Κειμένων

Influence:

Η Σάννα Νάνου γεννήθηκε στην Κοζάνη το 1983. Σπούδασε στο Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης…