Ελεγχόμενα μέσα ενημέρωσης, κατευθυνόμενη επιστημονική γνώση και έρευνα, καταπιεστικές συνθήκες εργασίας, απειλούμενοι παγκόσμιοι πόλεμοι, καμία επιλογή και επιρροή σε πολιτικές …
Kowloon, ένα σημείο αναφοράς της κυβερνοπάνκ υποκουλτούρας
Η γενιά του 1990 από την οποία προέρχομαι δεν είναι σίγουρα εξοικειωμένη με το φαινόμενο Kowloon. Πολλοί, ενδεχομένως, να μην το έχουν ακουστά. Για τους λάτρεις όμως του κυβερνοπάνκ, η τειχισμένη πόλη του Kowloon (Kowloon Walled City) οφείλει να κατέχει μία ξεχωριστή θέση στην πυραμίδα των κυβερνοπάνκ αναφορών.
Τι είναι το κυβερνοπάνκ (cyberpunk)
Σε μία προσπάθεια να περιγράψουμε σε κάποιον τι εστί η υποκουλτούρα του κυβερνοπάνκ, θα περιοριζόμασταν, συνήθως, σε κινηματογραφικές ταινίες, όπως το Blade Runner, σε πολλές anime παραγωγές, όπως το Ghost in the Cell, σε τηλεοπτικές σειρές, όπως το Altered Carbon, και σε μία σωρεία αντίστοιχων video games. Όσον αφορά, όμως, τον πραγματικό κόσμο, θα στρέφαμε το βλέμμα μας προς τις χώρες της Ασίας. Γενικότερα, η κουλτούρα, στα τέλη του 20ού αλλά και στις αρχές του 21ου αιώνα, όλων των προηγμένων τεχνολογικά ασιατικών κρατών συνθέτει την εικόνα ενός περιβάλλοντος χαρακτηριζόμενου από μεγάλους πληθυσμούς που χρησιμοποιούν ευρέως την ταχύτατα εξελισσόμενη υψηλή τεχνολογία.
Η παράξενη ιστορία του Kowloon
Το Kowloon ήταν μία πυκνοκατοικημένη, χωρίς δομή και μερικώς αυτόνομη παραγκούπολη στο Χονγκ Κονγκ. Οι παραμελημένες και άναρχα δομημένες πολυκατοικίες, που φιλοξενούσαν καθημερινά ποικίλες κατηγορίες ανθρώπων, συνέθεταν ένα δυστοπικό τοπίο που έμοιαζε πέρα για πέρα αληθινό.
Η περιτοιχισμένη πόλη, αρχικά, αποτελούσε οχυρό του κινεζικού στρατού, ενώ αργότερα, το 1898, έπαιξε ρόλο βρετανικού θύλακα, όταν η βρετανική διοίκηση επεκτάθηκε στην ευρύτερη περιοχή. Όταν ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, το Kowloon πέρασε στα χέρια των Ιαπώνων, όταν όλο το Χονγκ Κονγκ βρισκόταν υπό ιαπωνική κατοχή. Εκείνη την περίοδο, η έκταση των 0,026 τ. χμ. (26 στρέμματα) του Kowloon ήταν πραγματικότητα για περίπου 33.000 ανθρώπους, οι οποίοι περνούσαν μέρες ολόκληρες χωρίς να δουν το φως του ήλιου. Τα υπερπλήρη κτήρια ήταν τόσο κοντά το ένα με το άλλο, ώστε το φως της ημέρας δεν άγγιζε τους δρόμους, παραχωρώντας τη θέση του στο σκοτάδι και την υγρασία. Μετά από κυβερνητική έρευνα το 1987, η πληθυσμιακή πυκνότητα αντιστοιχούσε σε 1.255.000 κατοίκους ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο, κατατάσσοντας την πόλη στο πιο πυκνοκατοικημένο μέρος του κόσμου.
Η κατάσταση δεν άργησε πολύ να ξεφύγει από τον έλεγχο. Έτσι λοιπόν, από το 1950 ως και την δεκαετία του 1970, το Kowloon παραδόθηκε σε κάθε είδους παράνομη δραστηριότητα που μπορούσε να αποτελέσει οικονομικό κοίτασμα, όπως η πορνεία, ο τζόγος και τα ναρκωτικά, ενώ οι συμμορίες και το οργανωμένο έγκλημα, υπό την μορφή των γνωστών τότε κινεζικών τριάδων, αποτελούσαν την τοπική εξουσία και διοίκηση.
Πίσω στην περίοδο της ιαπωνικής κατοχής, οι Ιάπωνες κατεδάφισαν τα τείχη του οχυρού για να χτίσουν το κοντινό αεροδρόμιο Kai Tak, απογυμνώνοντας εντελώς το Kowloon. Όταν εγκατέλειψαν την περιοχή στο τέλος του πολέμου, το Kowloon αποτέλεσε προσφυγικό καταφύγιο των κατατρεγμένων του κινεζικού εμφυλίου που ξέσπασε την ίδια περίοδο, καθώς η πόλη, αν και ήταν κινεζική, βρισκόταν υπό την ευρύτερη επίβλεψη της βρετανικής διοίκησης των γύρω περιοχών. Οι Βρετανοί προσπαθούσαν να διώξουν όσους έφταναν χωρίς άδεια στην πόλη αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Η πολιτική που αποφασίστηκε και ακολουθήθηκε στο εξής ήταν να μην ασχολείται κανείς με τις υποθέσεις που αφορούσαν αυτήν την καταδικασμένη πόλη.
ο 1960 πραγματοποιήθηκαν προγράμματα επέκτασης των κτηρίων της περιοχής με σκοπό να βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο. Τα κτήρια αυτά οικοδομήθηκαν πάνω στα ήδη υπάρχοντα με ύψος 13 ή 14 ορόφων, ώστε να μην ενοχλούν τα αεροπλάνα του διπλανού αεροδρομίου. Η ηχορύπανση, όμως, ήταν μόνιμο πρόβλημα της περιοχής, όπου σε συνδυασμό με τις κάκιστες συνθήκες υγιεινής και τις αμέτρητες κτηριακές φθορές, δημιουργούσε τη γνωστή ασφυκτική ατμόσφαιρα. Η υδροδότηση αποτελούταν από οκτώ αγωγούς, ενώ ο ελλιπής φωτισμός των χαμηλών στρωμάτων έδινε μόνιμα την εντύπωση της φτώχιας που καταλύει τις βιοτικές σταθερές. Η αστυνομία του Hong Kong πολύ γρήγορα εγκατέλειψε τις προσπάθειες αστυνόμευσης της περιοχής για είκοσι περίπου χρόνια. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, όμως, έγιναν πολυάριθμες επεμβάσεις με τη βοήθεια των νεότερων κατοίκων και η εγκληματική παρουσία, όπως και άλλα προβλήματα, φάνηκαν να τίθενται υπό έλεγχο. Η ανοχή των βρετανικών και των κινεζικών αρχών, ωστόσο, είχε τελειώσει.
Τέλος εποχής
Το 1987 ανακοινώθηκε επίσημα η κατεδάφιση του Kowloon, η οποία πραγματοποιήθηκε το 1993. Στο σημείο όπου κάποτε βρισκόταν η παραγκούπολη, υπάρχει πλέον ένα θεματικό πάρκο. Τίποτα άλλο δεν έχει απομείνει παρά ιστορίες για να θυμίζουν το φάντασμα εκείνης της αλλόκοτα σαγηνευτικής πόλης.