Η ευγνωμοσύνη είναι απαραίτητη; Χρειαζόμαστε έρευνες για να πειστούμε;

Συντάκτης: Μάριαμ Συρεγγέλα

«Το να νιώθεις ευγνωμοσύνη και να μην την εκφράζεις είναι σαν να τυλίγεις ένα δώρο και να μην το δίνεις», λέει ο William Arthur Ward. Επίσης, το να σε ευγνωμονούν και να το απαρνείσαι, είναι σαν να σου προσφέρουν ένα δώρο και να μην το ανοίγεις. Και στις δύο περιπτώσεις, χάνεις κάτι που ίσως δεν θα ξαναβρείς.

Η σημασία της ευγνωμοσύνης και του οφέλους της στους κοινωνικούς μας δεσμούς τονίζεται στη φιλοσοφία και στη θρησκεία. Ο Κικέρων ανέφερε την ευγνωμοσύνη ως τη μητέρα όλων των αρετών, και ο Ρωμαίος Στωικός Σενέκας θεώρησε την ευγνωμοσύνη ως τη βασική κινητήρια ορμή, κρίσιμη για την οικοδόμηση διαπροσωπικών σχέσεων.

Τι συμβαίνει, όμως, με την ευγνωμοσύνη; Από τη μια μαθαίνουμε να μην είμαστε αγνώμονες, δηλαδή να μην ξεχνάμε το καλό που μας πρόσφεραν οι άλλοι, από την άλλη είμαστε ταπεινοί κι όχι εγωιστές και καταλήγουμε να μην μπορούμε να δεχτούμε έναν απλό καλό λόγο (έστω κομπλιμέντο), υποβιβάζοντάς το, κι έτσι υποβιβάζοντας τον εαυτό μας και τον άλλον. Παραδείγματα …χιλιάδες και καθημερινά:

«Πω-πω, το άρθρο ήταν απίθανο!». Πριν προλάβει ο άλλος να ολοκληρώσει, έχουμε ήδη απαντήσει αρνητικά: «Λες; Δεν νομίζω, θα μπορούσε να ήταν καλύτερο αν…», κ.ο.κ. Το αμφισβητούμε, δεν δεχόμαστε τον καλό λόγο του άλλου που είναι ειλικρινής, αμφισβητώντας έτσι την ειλικρίνειά του.

Είχα έναν καθηγητή κάποτε. Εξαίρετος επιστήμονας, με χιούμορ και επίγνωση του εαυτού του. Μου έμεινε το παράπονο ότι ποτέ δεν κατάφερα να τον ευχαριστήσω επαρκώς ή ότι δεν ήξερα πώς να το κάνω σωστά (ή τουλάχιστον όπως θα ήθελε εκείνος). Σταδιακά σταμάτησα να τον ευχαριστώ; Όχι, το έκανα όμως με ένδεια και με φόβο ότι τον δυσαρεστώ. Πόσοι το έχουμε ζήσει αυτό; Κι απ τις δύο πλευρές; Πόσοι έχουμε απορήσει ή πληγωθεί όταν ο καλός λόγος μας δεν γίνεται δεκτός και πόσοι έχουμε «σκύψει» άκομψα ώστε να αποφύγουμε τον καλό λόγο του άλλου, πιθανώς μετανιώνοντας αργότερα;

Γιατί είναι τόσο δύσκολη η έκφραση ευγνωμοσύνης;

Ας βάλουμε στην άκρη τον εγωισμό μας που πληγώνεται όταν ο άλλος φέρεται έτσι κι ας σκεφτούμε λίγο γιατί φερόμαστε εμείς έτσι. Γιατί δεν δεχόμαστε μια απλή καλή κουβέντα, γιατί την υπονομεύουμε αντί να την χρησιμοποιήσουμε ως ευκαιρία να ανοίξουμε έναν διάλογο με τον άλλον, να μάθουμε κάτι περισσότερο γι’ αυτόν ή και για εμάς τους ίδιους;

Είμαστε σε πλήρη εγρήγορση όταν πρόκειται να αντιμετωπίσουμε τα αρνητικά του κόσμου και «κοιμόμαστε» όταν έρχεται η ώρα να παρατηρήσουμε τα θετικά του και δη την καλοσύνη που πάντα προσφέρεται δωρεάν, χωρίς να αποδεχόμαστε έτσι τους ανθρώπους γύρω μας, γεγονός που αυξάνει τα συναισθήματα της ασφάλειας και της συνεκτικότητας.

Οι περισσότεροι γνωρίζουμε ότι το κάνουμε, όμως έχουμε ποτέ σκεφτεί τι μας ωθεί να το κάνουμε; Είναι συνειδητό ή συμβαίνει ασυναίσθητα; Ή μήπως μας έχει γίνει τόσο συνήθεια και έχει εγκαθιδρυθεί ως συμπεριφορά;

Εξηγήσεις υπάρχουν πολλές:

Ανασφάλεια ή φόβος ανεπάρκειας

Εάν δεν έχουμε επίγνωση των ικανοτήτων μας, δεν έχουμε σωστή κρίση σχετικά με αυτές κι αρά λογικά αμφιβάλουμε. Ο καλός λόγος του άλλου εκλαμβάνεται ως ψεύτικο κομπλιμέντο και δεν του δίνουμε φαινομενικά ή πραγματικά σημασία, ή (ακόμη χειρότερα) ζητάμε επιπλέον επιβεβαιώσεις, με αποτέλεσμα η ανταμοιβή του άλλου να εκλαμβάνεται στο τέλος ως πίεση και στρες.

Χρέος

Πολλές φορές νιώθουμε ότι κάτι «χρωστάμε» σε αυτόν που λέει έναν καλό λόγο και σπεύδουμε να πούμε κάτι αντίστοιχα καλό, ή το παραμερίζουμε λες και δεν ειπώθηκε ποτέ. Με αυτόν τον τρόπο δεν «χρωστάμε», αλλά έτσι δεν έχουμε και ουσιαστική σχέση με τον άλλον. Η πράξη του να ανταποδίδουμε το καλό είναι σπουδαίο, όμως η ανταπόδοση έχει την έννοια της ευγνωμοσύνης κι όχι του χρέους.

Φόβος της σύγκρισης

Το άρθρο που ήταν καλό, ήταν καλό σε σχέση με τι; Ψάχνουμε εντέχνως να εκμαιεύσουμε μια ικανοποιητική απάντηση, η οποία βεβαίως δεν υπάρχει, διότι καμία απάντηση δεν θα μας ικανοποιήσει. Ήταν καλό σε σχέση με παρόμοια άρθρα, ήταν καλό σε σχέση με το άρθρο του καθηγητή μου, ή ήταν καλό σε σχέση με τα άρθρα του Χρήστου Μαλεβίτση;

Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα. Εάν δεχόμασταν τον καλό λόγο και την ευγνωμοσύνη του άλλου (με την ίδια ευκολία που αυτά δίνονται), θα ήμασταν ευχαριστημένοι με τη χαρά και την αποδοχή της στιγμής και δεν θα ψάχναμε μονίμως για εκείνο το «κάτι» παραπάνω.

Αυτό που ίσως μας διαφεύγει μες στην βιασύνη μας να αποφύγουμε την ευγνωμοσύνη του άλλου είναι ότι το να την δεχτούμε είναι κι αυτό μια μορφή ευγνωμοσύνης. Η αποδοχή και το χαμόγελο, σε αντίθεση με την άρνηση, είναι δείγματα ευγνωμοσύνης και αναγνώρισης του άλλου.

Κι ενώ τα κάνουμε όλα αυτά, τα οποία πιθανώς να μην συνειδητοποιούμε (εκτός εάν μας το πει κάποιος, που συχνά έχει ως αποτέλεσμα να παρεξηγούμαστε και να θυμώνουμε), ο εγκέφαλός μας κάνει άλλες διεργασίες, οι οποίες μας ζημιώνουν τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα.

Η νευροψυχολογική πλευρά και η …ανθρώπινη πλευρά

Ένα ζήτημα που έχουν εντοπίσει οι ερευνητές τις τελευταίες δύο δεκαετίες είναι ότι η ευγνωμοσύνη δεν έρχεται αυτόματα. Είμαστε καλωδιωμένοι να παρατηρούμε τις απειλές στο περιβάλλον, που σημαίνει ότι έχουμε μια γενικώς αρνητική στάση/προκατάληψη, γεγονός εν μέρει θετικό, καθώς συμβάλλει στην επιβίωσή μας, η οποία όμως μόλις εξασφαλιστεί, μας θυμίζει ότι θέλουμε επίσης να είμαστε και ευτυχισμένοι. Ένας τρόπος είναι να δεχόμαστε την ευγνωμοσύνη των άλλων, δείχνοντας κι εμείς ευγνωμοσύνη.

Η Emily Fletcher, ιδρύτρια ενός κέντρου εκπαίδευσης διαλογισμού, αναφέρεται σε μία από τις δημοσιεύσεις της στην ευγνωμοσύνη ως «φυσικό αντικαταθλιπτικό», γιατί παράγει ένα αίσθημα ικανοποίησης μακράς διάρκειας, η φυσική βάση της οποίας βρίσκεται στους νευροδιαβιβαστές. Όταν λαμβάνουμε και εκφράζουμε ευγνωμοσύνη, κάτι το οποίο είναι νευρολογικά το ίδιο, ο εγκέφαλός μας απελευθερώνει ντοπαμίνη και σεροτονίνη, δύο κρίσιμους νευροδιαβιβαστές υπεύθυνους για τα συναισθήματά μας, που μας κάνουν να αισθανόμαστε καλά.

Επιπλέον, μία μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Διεθνές Περιοδικό της Κοινωνικής Ψυχιατρικής βρήκε ισχυρή θετική συσχέτιση μεταξύ ευγνωμοσύνης, ανθεκτικότητας και συναισθημάτων ευτυχίας. Η μελέτη διεξήχθη σε μεγάλο δείγμα του ενήλικου πληθυσμού και έδειξε ότι οι συμμετέχοντες που αισθάνθηκαν περισσότερη ευγνωμοσύνη ένιωθαν ευτυχέστεροι και συναισθηματικά δυνατότεροι από άλλους.

Ο Emmons στις μελέτες του σχετικά με την επίδραση της ευγνωμοσύνης στην ψυχική υγεία αποκάλυψε ότι οι πρακτικές ευγνωμοσύνης μειώνουν τις καρδιακές παθήσεις, τις φλεγμονές και τον νευροεκφυλισμό.

Ακόμη, η γραφή επιστολών ευγνωμοσύνης φέρνει ελπίδα και προκαλεί θετικότητα σε ασθενείς με τάσεις αυτοκτονίας και σε εκείνους που αγωνίζονται με ασθένειες όπως ο καρκίνος.

Η ευγνωμοσύνη βελτιώνει τον κιρκαδικό κύκλο ύπνου-αφύπνισης και βελτιώνει τη διάθεση. Βοηθά τους ανθρώπους με αϋπνία, κατάχρηση ουσιών, και διατροφικές διαταραχές.

Όλο και περισσότεροι ερευνητές παρατηρούν τα ίδια αποτελέσματα:

Η ευγνωμοσύνη και η εκτίμηση είναι συνυφασμένες με πολυάριθμα οφέλη, όπως με την ενισχυμένη διάθεση και την αυτοεκτίμηση. Η ευγνωμοσύνη ως παρέμβαση για τη θεραπεία της κατάθλιψης είναι πιο εύκολη, πιο ευχάριστη, λιγότερο χρονοβόρα, λιγότερο δαπανηρή, και πιο χρήσιμη και ισχυρή μακροπρόθεσμα.

Ένας φίλος μια φορά είπε: «Θα ευγνωμονώ για μια ζωή όποιον μου χαρίσει ένα εκατομμύριο ευρώ», και καλά θα έκανε, όμως καθώς κάτι τέτοιο έχει στατιστικά από 0.00001 έως 0.0 πιθανότητες να συμβεί, θα πρέπει να μάθουμε να αντιμετωπίζουμε με ευγνωμοσύνη τα μικρότερα, τα πιο καθημερινά και ίσως πιο «αληθινά» πράγματα, όπως τον καλό λόγο και την καλή διάθεση του άλλου, την αγνή επιθυμία του/της να μας προσεγγίσει. Η ευγνωμοσύνη δεν είναι ένα συναίσθημα υποχρέωσης, ούτε λήγει την ημέρα που θα «ανταποδώσουμε» το καλό που μας έγινε.

Η ευγνωμοσύνη περιέχει την αίσθηση του ορθού τρόπου συμπεριφοράς, της κατανόησης, της αποδοχής του άλλου (ετερότητα), την καταστολή του εγωισμού, την ευεργετική αίσθηση της χαράς. Είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την αυτοπειθαρχία και με την ταπεινότητα. Γιατί; Ίσως διότι το συναίσθημα της ευγνωμοσύνης δεν γεννάται πάντα εύκολα, ίσως επειδή δεν μας «βολεύει» πάντα. Ίσως, ακόμη, διότι έχουμε μάθει (λανθασμένα) ότι το να νιώσουμε ευγνωμοσύνη μάς υποτιμά ως αυτόνομα και ανεξάρτητα όντα, ότι μας κανει λιγότερο δυνατούς. Ίσως γιατί συχνά το θεωρούμε ασήμαντο.

Είναι ίδιον των ανθρώπων να ξεχνάμε εύκολα, να υποβιβάζουμε τα καλά που μας έχουν δοθεί και να τα θεωρούμε δεδομένα, και επομένως ανάξια ευγνωμοσύνης. Θεωρούμε την τιμιότητα αξία, αυτό ούτε που το συζητάμε. Η ευγνωμοσύνη δεν είναι κι αυτή μια πλευρά της τιμιότητας; Δεν είναι αναγνώριση, κι άρα τιμιότητα, προς τον άλλον και προς τον εαυτό μας;

Κάλλιστα μπορεί να υπάρξουν άπειρες θεάσεις και ερμηνείες της ευγνωμοσύνης. Μια από αυτές είναι κι η εξής: η ευγνωμοσύνη μπορεί να είναι σαν την αγάπη δεν κουράζεται, είναι ευεργετική, χαρούμενη και μεγαλόψυχη, είναι μακρόθυμη, δεν ξεπέφτει, δεν είναι άδικη, δεν ξεχνάει.

Συντάκτης: Μάριαμ Συρεγγέλα,

Influence:

Έχει σπουδάσει ψυχολογία με μεταπτυχιακές σπουδές στο Illinois Institute of Technology (USA) και Surrey University (UK). Έχει μεγαλώσει στην Ελλάδα και στο Ιράν…