Γιατί άλλοτε υπερεκτιμούμε και άλλοτε υποτιμούμε τον εαυτό μας;

Συντάκτης: Flowmagazine

Η υποτίμηση και η υπερεκτίμηση του εαυτού είναι δύο έννοιες που είναι εκ πρώτης όψεως αντίθετες, αλλά, ουσιαστικά, είναι και συμπληρωματικές. Η μία τροφοδοτεί την άλλη στον αέναο κύκλο της αναζήτησης του «εγώ» και του ορισμού των σχέσεών μας με τους άλλους.

Η έλλειψη εμπιστοσύνης στις ικανότητές μας φαίνεται ότι πηγάζει από την υπερεκτίμηση των ικανοτήτων των άλλων, σύμφωνα με μια έρευνα από το Πανεπιστήμιο της Αλμπέρτα. Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι τείνουν να θεωρούν ότι θα έχουν καλύτερη απόδοση από τους άλλους σε πολλές δραστηριότητες, ειδικά όταν πρόκειται για κάτι εύκολο. Ωστόσο, για πιο δύσκολες δραστηριότητες, οι περισσότεροι τείνουν να προβλέπουν ότι οι άλλοι θα τα πάνε καλύτερα από τους ίδιους.

Στο πλαίσιο της μελέτης, δρομείς ρωτήθηκαν πριν από τον αγώνα για το ποια περίμεναν ότι θα ήταν η απόδοσή τους. Οι ερευνητές —ο Τζέραλντ Χόιμπλ, καθηγητής Μάρκετινγκ στο Πανεπιστήμιο της Αλμπέρτα και η Ιζαμπέλ Ένγκελερ από το Πανεπιστήμιο Ναβάρα στην Ισπανία — επέλεξαν έναν απαιτητικό αγώνα βουνού, με αποστάσεις που κυμαίνονταν από 10 έως 78 χιλιόμετρα.

Λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία, το φύλο και την εμπειρία των δρομέων, οι ερευνητές βρήκαν ότι εκείνοι οι δρομείς που προέβλεψαν λάθος ότι οι χρόνοι τερματισμού τους θα ήταν καλύτεροι από τον μέσο όρο, δηλαδή εκείνοι που είχαν υπερβολική αυτοπεποίθηση, επηρεάστηκαν κυρίως από μια υπερεκτίμηση της δικής τους απόδοσης.

Την ίδια στιγμή, οι δρομείς που προέβλεψαν ότι η απόδοσή τους θα ήταν χειρότερη από τον μέσο όρο, δηλαδή έδειξαν μικρότερη εμπιστοσύνη στις δυνατότητές τους, είχαν καλή κατανόηση της δικής τους απόδοσης, αλλά περίμεναν περισσότερα από τους ανταγωνιστές τους.

«Η εργασία μας αναγνωρίζει δύο διακριτούς λόγους για τους οποίους οι άνθρωποι μπορεί να μην αποτιμούν σωστά τον εαυτό τους: μπορεί να είναι προκατειλημμένοι ως προς την αυτο-αξιολόγησή τους ή μπορεί να είναι προκατειλημμένοι ως προς την αξιολόγηση των άλλων», δήλωσε ο Χόιμπλ.

Επίσης, οι δρομείς που έδειξαν χαμηλή αυτοπεποίθηση δεν ήταν απλώς αρκετά ακριβείς στην πρόβλεψη της απόδοσής τους, αλλά έτειναν να είναι και εκείνοι που ήταν καλύτεροι από τον μέσο όρο. Ο Χόιμπλ δήλωσε ότι η χαμηλότερη αυτοπεποίθηση, που στον χώρο εργασίας μπορεί να εκδηλωθεί ως το σύνδρομο του απατεώνα, είναι συχνά ωφέλιμη, κυρίως επειδή δίνει κίνητρο στους ανθρώπους να εργάζονται σκληρότερα.

Το πρόβλημα με τη χαμηλή αυτοπεποίθηση, ωστόσο, είναι ότι μπορεί να αποτρέψει τους ανθρώπους που έχουν τη δυνατότητα να διακριθούν σε κάτι ακόμα και από το να προσπαθήσουν, καθώς λανθασμένα πιστεύουν ότι υπάρχουν άλλοι που είναι καλύτεροι από αυτούς.

Αντίστοιχα, τα άτομα που υπερεκτιμούν την απόδοσή τους τείνουν να είναι εκείνα που αποδίδουν χειρότερα από τον μέσο όρο. Αυτό το αποτέλεσμα συνάδει με προηγούμενη έρευνα που έδειχνε ότι οι άνθρωποι που είναι ανειδίκευτοι τείνουν να υπερεκτιμούν την απόδοσή τους σε συγκεκριμένες δραστηριότητες. Αυτή η υπερεκτίμηση των ικανοτήτων μπορεί να είναι κάτι θετικό ή κάτι αρνητικό, αναλόγως αν μεταφράζεται σε υψηλότερο ή χαμηλότερο κίνητρο και άρα στο επιθυμητό αποτέλεσμα.

«Μερικά από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της ανθρωπότητας πιθανώς τροφοδοτήθηκαν από κάποια μορφή υπέρμετρης αυτοπεποίθησης. Όμως, το ίδιο ισχύει και για τις πιο θεαματικές αποτυχίες μας. Γενικά, πρέπει να πασχίζουμε για μια ισορροπημένη αυτοπεποίθηση, που βασίζεται στην ακριβή αξιολόγηση των δικών μας ικανοτήτων και των ικανοτήτων των άλλων», δήλωσε ο Χόιμπλ.

Πηγή

Συντάκτης: Flowmagazine,

Influence:

Ο στόχος του flowmagazine.gr είναι να προβάλλει τις θετικές ιδέες, δράσεις και πληροφορίες από την Ελλάδα και τον κόσμο…