Φύλλο μηδέν, του Ουμπέρτο Έκο
Το νέο βιβλίο του 83χρονου πλέον Ουμπέρτο Έκο ονομάζεται Φύλλο Μηδέν (Nummero Zero) και πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που ο σπουδαίος Ιταλός ακαδημαϊκός και λογοτέχνης είχε αρχίσει να σκαρώνει ήδη το 1992, χωρίς να το ολοκληρώσει. Εικοσιτρία χρόνια αργότερα λαμβάνει σάρκα και οστά ένα από τα πιο αναμενόμενα έργα της χρονιάς (από τις εκδόσεις Ψυχογιός, Απρίλιος 2015, μτφρ. Έφη Καλλιφατίδη) – ένα πολιτικό μυθιστόρημα με αρκετό σασπένς, το οποίο ανασυνθέτει την ιταλική και κατ’ επέκταση την ευρωπαϊκή πολιτική ιστορία 50 χρόνων μέσα στην αίθουσα σύνταξης μιας υπό σύστασιν εφημερίδας, που δεν πρόκειται να εκδοθεί ποτέ. Οι φίλοι του Έκο θα αναγνωρίσουν στο νέο συγγραφικό του εγχείρημα πολλά από τα στοιχεία πρότερων αριστουργημάτων του όπως Το όνομα του Ρόδου, Το Εκκρεμές του Φουκώ ή Το Κοιμητήριο της Πράγας, διαπιστώνοντας όμως παράλληλα αρκετές καινοτομίες και διαφοροποιήσεις από το παρελθόν. Ούτως ή άλλως η κυκλοφορία ενός βιβλίου του Έκο αποτελεί πάντα είδηση.
Η ίδια μάλιστα η έννοια της είδησης είναι αυτή που τρέφει το μυθιστόρημα και απασχολεί σε βάθος τον Ιταλό συγγραφέα. Κύριο πρόσωπο και αφηγητής είναι ένας αποτυχημένος, αφανής πενηντάχρονος συγγραφέας, ο δόκτωρ Κολόνα, ο οποίος προσλαμβάνεται ως υποδιευθυντής σύνταξης στην υπό έκδοση νεοσύστατη εφημερίδα Αύριο, που διευθύνει ο ανενδοίαστος Σιμέι και ανήκει σε έναν διαπλεκόμενο μεγαλοεπιχειρηματία, άρχοντα των μίντια, ονόματι κομεντατόρε Βιμερκάτε (η νύξη του Έκο εδώ για τον Μπερλουσκόνι, τον άσπονδο εχθρό του, είναι κάτι παραπάνω από προφανής). Ο Κολόνα γνωρίζει εξ αρχής ότι το Αύριο δεν είναι παρά ένας μοχλός πίεσης και ένα μέσο εκφοβισμού των δυνητικών πολέμιων του Βιμερκάτε, που δεν πρόκειται να ποτέ να σταλεί στο τυπογραφείο. Μολαταύτα, συμμετέχει στην προετοιμασία των δοκιμαστικών εκδόσεων της εφημερίδας (φύλλο 0/1, 0/2, 0/3 κ.τ.λ.) και συμβάλλει στην εκπαίδευση μιας ανομοιογενούς ομάδας έξι ανεπιτήδειων συντακτών, την οποία από κοινού με τον Σιμέι αναλαμβάνουν να μυήσουν στα “μυστικά” της δημοσιογραφίας.
Παράλληλα, ένα μέλος της συντακτικής ομάδας, ο καχύποπτος και παρανοϊκός δημοσιογράφος Μπραγκαντότσο, μέσα από μια υπερφίαλη έρευνα που αναλαμβάνει, επιχειρεί να ξεσκεπάσει την μεγαλύτερη πολιτική συνωμοσία που έλαβε χώρα στην Ιταλία και σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης, κατά την εποχή του ψυχρού πολέμου, με εφαλτήριο την αμφισβητούμενη θανάτωση του Μουσολίνι το 1945. Στη συνωμοσία εμπλέκεται η μυστική αντικομμουνιστική επιχείρηση Glaudio που αποτελεί τον συνδετικό κρίκο ετερόκλητων κύκλων, όπως η μασονική στοά Ρ2, το Βατικανό, η ιταλική Μαφία, η CIA και φέρεται υπεύθυνη για διάφορα αινιγματικά γεγονότα, ανάμεσα στα οποία το αποτυχημένο πραξικόπημα του “μαύρου πρίγκηπα” Τζούνιο Βαλέριο Μποργκέζε και η υποτιθέμενη δολοφονία του Πάπα Ιωάννη Παύλου Ι. Αναβιώνουν, έτσι, μπροστά στα μάτια του αναγνώστη 50 χρόνια Ιστορίας ως πολιτικό θρίλερ με ίντριγκες και μηχανορραφίες, ενώ αναρωτιέται αν όσα διαβάζει ανήκουν στην σφαίρα του πραγματικού ή είναι απλά μυθοπλασία. Σαν όαση μέσα σε αυτό το νοσηρό περιβάλλον εκτυλίσσεται το ερωτικό ειδύλλιο του Κολόνα με την νεαρή δημοσιογράφο της ομάδας, Μάια, ενώ μια δολοφονία θα υπονομεύσει το όλο εγχείρημα και θα απειλήσει τις ζωές τους.
Στο μυθιστόρημα διαφαίνεται η κριτική που ασκεί ο συγγραφέας στα Μ.Μ.Ε. Κατά τη διάρκεια αυτής της πιλοτικής λειτουργίας της εφημερίδας παρουσιάζονται με γκροτέσκο και ειρωνικό τρόπο όλες οι παθογένειες του σημερινού τύπου, τις οποίες ο Έκο είχε επισημάνει ήδη από τη δεκαετία του ’60 σε δοκίμιά του: η διαπλοκή, η χάλκευση της αλήθειας, η χειραγώγηση των μαζών. Υπό αυτή την έννοια το Φύλλο Μηδέν αποτελεί ένα “εγχειρίδιο κακής δημοσιογραφίας” που καταδεικνύει τη σημερινή εξαχρείωση του κίτρινου τύπου και των Μ.Μ.Ε., τα οποία με τις πρακτικές τους υποσκάπτουν τη σύγχρονη δημοκρατία διαστρεβλώνοντας τα γεγονότα και την πραγματικότητα εν γένει. Από την άλλη μεριά, πιο ανησυχητικό από όλα, σύμφωνα με τον Έκο, είναι η άκριτη πρόσληψη της πληροφορίας από το κοινό και η απαθής εξοικείωσή του με θεωρίες συνωμοσίας. Η προσπάθεια του Έκο να επαναδιατυπώσει την πρόσφατη Ιστορία έχει ως στόχο να προξενήσει αμφιβολίες για όσα θεωρούνται δεδομένα εκθέτοντας τις μονταζιέρες και τα πολιτικά παρασκήνια της Ευρώπης.
Το Φύλλο Μηδέν καταπιάνεται με ένα ζήτημα που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί στερεότυπο, ο Έκο ωστόσο το διαπλάθει χρησιμοποιώντας μια αφηγηματική μορφή που διακρίνεται για την ικανότητά της να συναρπάζει. Η ατμόσφαιρα που δημιουργεί, μεταβαλλόμενη σε έντονο σασπένς, διανθίζεται από πάμπολλες ταιριαστές κοσμοπολίτικες αναφορές (καλλιτεχνικές, λογοτεχνικές, ιστορικές, γεωπολιτικές) – χαρακτηριστικό της πολυμάθειας του Έκο – και συνοδεύεται από μια γοητευτική περιγραφή του Μιλάνο του τότε και του σήμερα. Πρόκειται για ένα μικρό σε έκταση μυθιστόρημα (242 σελίδες) που, παρ’ όλη την απαισιοδοξία για τα πράγματα που το χαρακτηρίζει, είναι γραμμένο με πάθος και διακρίνεται τελικά, όπως και τα προηγούμενα έργα του, για το ευφυές της όλης σύλληψης. Αποτελεί ένα πολύτιμο παράδειγμα για το πώς μπορεί ένας λογοτέχνης να αποκαλύψει την αλήθεια των πραγμάτων εκεί που όλοι οι δημοσιογράφοι αποτυγχάνουν.
Αποσπάσματα: “…Οι εφημερίδες διδάσκουν στον κόσμο πώς πρέπει να σκέφτεται”, διέκοψε ο Σιμέι.
“Μα οι εφημερίδες ακολουθούν τις τάσεις του κόσμου ή τις δημιουργούν;”
“Και τα δύο, δεσποινίς Φρέζια. Ο κόσμος στην αρχή δεν ξέρει τι τάσεις έχει, μετά του το λέμε εμείς και συνειδητοποιεί ότι όντως τις έχει. Ας αφήσουμε κατά μέρος τις φιλοσοφίες και ας δουλέψουμε σαν επαγγελματίες…” (σ. 111)
“Μα πού να πάμε, δεν είδες ότι τα ίδια συνέβαιναν σε όλη την Ευρώπη, από τη Σουηδία ως την Πορτογαλία, θες να πάμε στην Τουρκία ανάμεσα στους Γκρίζους Λύκους ή, ακόμα κι αν στο επιτρέψουν, στην Αμερική όπου σκοτώνουν τους προέδρους τους και η Μαφία έχει πιθανότατα διεισδύσει στη CΙΑ; Ο κόσμος είναι ένας εφιάλτης, αγάπη μου. Εγώ θα ‘θελα να κατέβω, αλλά μου είπαν ότι δε γίνεται, είμαστε σ’ ένα εξπρές χωρίς ενδιάμεσες στάσεις”. (σ.239)