Γιατί η φιλοσοφία δεν διδάσκεται μαζί με τα άλλα μαθήματα στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα; Η απήχηση της φιλοσοφίας (adsbygoogle = …
Φιλοσοφία: ένα πολύ παρεξηγημένο «παιχνίδι»
Δεν έχω καμιά διάθεση να «κατεβάσω» τους φιλόσοφους από το βάθρο τους. Έχω, όμως, μια διάθεση να τους δούμε από πιο κοντά, να τους δούμε σαν ανθρώπους με αδυναμίες, καθώς ξεχνάμε το ότι είναι άνθρωποι, όπως όλοι μας.
«Ο BertrandRussell διατυπώνει πως η φιλοσοφία είναι μια δεξαμενή γνώσεων που, ακόμη, δεν είναι έτοιμη για εξειδικευμένη επιστημονική διαπραγμάτευση. Επομένως, όπως έχει ιστορικά αποδειχθεί, η φιλοσοφία είναι η επιστήμη των επιστημών, ο κορμός της διεπιστημονικής γνώσης, ο άσβεστος πόθος αναζήτησης του ανθρώπου. Πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι σύγχρονες θετικές επιστήμες, αλλά και οι μεταγενέστερες θεωρητικές, ξεπήδησαν από το φιλοσοφικό στοχασμό.», λέει ο Κος Π. Πέρρος – και, εάν ψάξουμε, θα δούμε ότι δεν είναι λίγοι αυτοί που δεν συμφωνούν μαζί του.
H εικόνα των φιλοσόφων
Άρα, συμπεραίνουμε ότι κι οι ασκούντες της πολυπόθητης τέχνης της φιλοσοφίας, είναι άνθρωποι με γνώσεις, με σκέψη βαθιά και στοχασμό αέναο, με βλέμμα εσωτερικά στραμμένο, με ψυχισμό ιδιαίτερο και τους οποίους διακατέχει ένας προβληματισμός επί παντός επιστητού – άνθρωποι, ίσως, βλοσυροί από την περισυλλογή και το βάρος της ευθύνης που κουβαλούν στους ώμους τους, συνεχώς σκυμμένοι πάνω από βιβλία και μελέτες, πράοι και με την ματιά χαμένη σε ένα κάποιο μακρινό ορίζοντα, άνθρωποι που δεν διατρέχονται από τα πάθη που ξετινάζουν όλους εμάς τους υπολοίπους. Κάτι τέτοιο δεν έχουμε κατά νου; Έστω και αμυδρά; Και, κάπως έτσι, δεν ξεχνάμε ότι οι φιλόσοφοι, παλιοί και νέοι και μελλοντικοί, βαδίζουν κι αυτοί με δύο πόδια, τρώνε, έχουν προβλήματα με τους γείτονές τους, τους μαθητές τους, αργούν στα ραντεβού τους, έχουν παραξενιές και μικρότητες, ερωτεύονται και τα κάνουν μαντάρα και σκοντάφτουν στον δρόμο, όταν δεν κοιτούν που βαδίζουν;
Με άλλα λόγια, ξεχνάμε το ότι είναι άνθρωποι, όπως όλοι μας. Δεν έχω καμιά διάθεση να «κατεβάσω» τους φιλόσοφους από το βάθρο τους. Έχω,όμως, μια διάθεση να τους δούμε από πιο κοντά, να τους δούμε σαν ανθρώπους με αδυναμίες– ίσως, διότι, μόνο έτσι, θα μπορέσουμε να αντιληφθούμε το μεγαλείο της σκέψης τους, το γεγονός ότι, ενώ κι αυτοί πάλευαν με τους δαίμονές τους, κατάφεραν να τους αντισταθούν και να σταθούν πάνω από αυτούς.
Παραξενιές, μικροκακίες, εκδικήσεις, κλπ.
Οι ορισμοί παγιδεύουν: Ο αρχαίος φιλόσοφος Διογένης, κάποτε, παρέδωσε στον Πλάτωνα ένα μαδημένο κοτόπουλο και το ονόμασε «άνθρωπο», καθώς ο Πλάτωνας είχε υποστηρίξει ότι ο άνθρωπος ήταν “ένα δίποδο χωρίς πούπουλα”. Για να πειράξει τον Πλάτωνα, ο Διογένης εξασφάλισε το καημένο τοπουλερικό, το τσουρομάδησε, αναγκάζοντας, έτσι, τον Πλάτωνα να τροποποιήσει τον ορισμό του “ανθρώπου”, προσθέτοντας το “…με φαρδιά επίπεδα νύχια”.
Η ευφυΐα δε μετρούσε, πάντα, υπέρ τους: Στη δίκη του, ο Σωκράτης ρωτήθηκε τι θα θεωρούσε αποδεκτή τιμωρία για τις πράξεις του. Η απάντησή του ήταν ότι θα πρέπει να λάβει “δωρεάν συντήρηση από το κράτος”, δηλαδή ότι η πόλις της Αθήνας θα πρέπει να του παρέχει τροφή και μισθό, καθώς η διαδικασία της ανάκρισης και απολογίας του είχε υπάρξει ένα μέγιστο μάθημα για την πόλη, η οποία θα έπρεπε να τον ξεπληρώσει. Κατόπιν τούτου, το κόνιο του προσφέρθηκε δωρεάν, απ’ την πόλη των Αθηνών.
Kαι στιγμές παραλογισμού: Ο Πυθαγόρας υποστήριζε ότι οι γυναίκες ήταν ίσες με τους άνδρες και το Πυθαγόρειο σχολείο του περιελάμβανε και γυναίκες μαθήτριες. Ανήκουστο!
Και εκδίκηση:Όταν δεν επιχειρηματολογούσε υπέρ της κίνησης ως μιας ψευδαίσθησης, ο Ζήνωνας ο Ελεάτης, οργάνωνε εξέγερση εναντία του ηγεμόνα του, του Νιέρχου. Η εξέγερση απέτυχε, παταγωδώς, ενώ ο Ζήνωνας συνελήφθει και ξυλοκοπήθηκε άγρια. Μόλις πριν το θάνατό του, ζήτησε απ’ τον Νιέρχο να πλησιάσει, ώστε να του ψιθυρίσει ένα μυστικό. Ο Νίερχος έσκυψε κοντά να ακούσει κι ο Ζήνωνας του δάγκωσε το αυτί. Όχι πολύ φιλοσοφημένο, αλλά, σίγουρα,αποτελεσματικό.
Παραξενιές: Ο Jean-Paul CharlesAymardSartre, ήταν υπαρξιστής και πολιτικός φιλόσοφος, τη δεκαετία του ‘60 με ’70 και κέρδισε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1964. Δεν το ήθελε, όμως, ισχυριζόμενος ότι η απόκτηση του βραβείου θα τον συνέδεε με την επιτροπή του Νόμπελ, για πάντα. Ήρθε, έτσι, πολύ κοντά στη ρήση του G. Marx που είπε: «Ποτέ δε θα δεχόμουν να γίνω μέλος μιας λέσχης που θα με δεχόταν ως μέλος της!». Κι οι αδελφοί Marx ήταν, κατά κάποιο τρόπο, φιλόσοφοι – σκεφτείτε το.
Σταθερότητα: Ο Ε.Καντ ήταν γνωστός για την εκκεντρικότητά του, δηλαδή την σταθερότητά του στις καθημερινές ρουτίνες. Κάθε πρωί, έβγαινε βόλτα και, κάθε πρωί, έβγαινε απ’ την πόρτα την ίδια, ακριβώς, ώρα – λέγεται ότι οι γείτονές του διόρθωναν τα ρολόγια τους, βάση της πρωινής εξόδου του φιλοσόφου.
Οικογενειάρχες: Ο Jean-Jacques Rousseau, φιλόσοφος εκ Γενεύης, γνωστός για τη σκέψη του στην πολιτική και την κοινωνιολογία, ήταν πατέρας πέντε παιδιών, τα οποία εγκατέλειψε όλα, στέλνοντάς τα σε ένα «σπίτι» για παιδία. Τότε, η εγκατάλειψη των παιδιών και η σεξουαλική καυχησιολογία ήταν πολύ στη μόδα στους κοινωνικούς κύκλους, όπου κυριαρχούσε η αντίληψηότιοι άνδρες που είχαν εγκαταλείψει τα περισσότερα παιδιά ήταν άξιοι θαυμασμού.
Η κουζίνα: Το «Σκέπτομαι άραυπάρχω» του ReneDescartes είναι, ίσως, η πιο γνωστή φράση της ιστορίας της φιλοσοφίας. Κατά τα λεγόμενα του ιδίου του Descartes, το να κάθεται μέσα στον φούρνο του σπιτιού του, «άναβε» την έμπνευσή του. Δεν ήταν φούρνος, ακριβώς, αλλά ένα πέτρινο δωμάτιο, όπου η φωτιά πάντα έκαιγε, έτοιμη για το μαγείρεμα. Ήταν, στην ουσία, η κουζίνα, αλλά αυτό δεν εμπόδιζε τον Καρτέσιο να κοιμάται και να εργάζεται εκεί. Η ζέστη και οι οσμές του φαγητού, είχαν, απ’ ότι φαίνεται, ευεργετικά αποτελέσματα.
Εάν ψάξουμε, θα βρούμε χιλιάδες τέτοιες ιστορίες, κάποιες απ’ τις οποίες, δε λέω, μπορεί να είναι λίγο υπερβολικές, αλλά δεν παύουν να δείχνουν όλες το ίδιο πράγμα: ότι οι φιλόσοφοι όλων των εποχών ήταν, πρώτα απ’ όλα, άνθρωποι, όπως όλοι μας, και, ακριβώς όπως όλοι, είχαν τις «ιδιαιτερότητες» τους- συμπεριφορές για τις οποίες μπορεί να τους χλευάζαμε, εάν δεν ήταν φιλόσοφοι. Ως γνωστόν, ανεχόμαστε και συγχωρούμε πολλά στους starts κάθε εποχής.
Η φιλοσοφία δεν έχει πλάκα…;
Τι θέλω να πω:
- Ο θαυμασμός, συνήθως, μας αποτρέπει απ’ το να δούμε καθαρά.
- Ο, μάλλον, στριφνός τρόπος με τον οποίο εκφράζονται, εν γένει, οι φιλόσοφοι, τείνει να μας μπερδεύει και μας αποτρέπει να τους πλησιάσουμε, καθώς πιστεύουμε ότι θα είναι δύσκολο να τους κατανοήσουμε. Το αποτέλεσμααυτού είναιότι μας κρατάει σε απόσταση από τα κείμενα και τις ιδέες τους και, κατ επέκταση, από τους ίδιους, ή, αλλιώς, απ’την ανθρώπινη διάστασήτους, και το γεγονός ότι μοιραζόμαστε, αν όχι ακριβώς τα ίδια, τότε πολύ παρόμοια ερωτήματα, απορίες και άγχη, σχετικά με τη ζωή και το όποιο νόημα αυτής.
3.Το γεγονός ότι μας βοηθούν να ταλαντευτούμε και να παίξουμε με τα όρια της ορθολογικότητας και, κάποιες φορές, να χαθούμε μες τα μονοπάτια της λογικής και του παραλόγου, να αναγνωρίσουμε την αξία της διορατικότητας, της αίσθησης, της διαίσθησης και της ψευδαίσθησης, να αναλογιστούμε πάνω στο τι είναι η γνώση και το μυστήριο της συνείδησης ή της έλλειψης αυτής, είναι κάτι που δεν θα πρέπει να παραγνωρίζουμε.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ποια είναι η προσφορά της Φιλοσοφίας στη ζωή μας;
- Η φιλοσοφία, είναι ένα βαθιά παρεξηγημένο παιχνίδι – ίσως, λόγω του τρόπου που εκφράζεται και μιας ιστορίας που παρουσιάζει, πάντα, τους εκπροσώπους του ως ανθρώπους αγέλαστους, απόμακρους και, πιθανά, αδιάφορους για την επί γης ζωή.
Ως αποτέλεσμα, οι περισσότεροι από εμάς, συχνά, βλέπουμε τη φιλοσοφία ως ένα δύστροπο και, μάλλον, σκοτεινό παιχνίδι, που δεν έχει καμία πλάκα να το παίζεις. Και, έτσι, αρνούμαστε να «παίξουμε». Και οι αρνητές της φιλοσοφίας – συμπεριλαμβανομένου ενός μεγάλου αριθμού αρκετά γνωστών φυσικών επιστημόνων – αρνούνται τη συνολική αξία της ίδιας της φιλοσοφίας ως στάσης, αντί, απλά, να διαφωνούν ή να αντιτίθενται σε συγκεκριμένους φιλοσοφικούς ισχυρισμούς, παραθέτοντας τους δικούς τους.
Ας δούμε τις παραπάνω ιστορίες. Ιστορίες που μιλάνε για ανθρώπους καθημερινούς, με πάθη καθημερινά. Ανθρώπους, όμως, που θα άξιζε να γνωρίσουμε περισσότερο και να περάσουμε λίγο χρόνο μαζί τους, όπως έλεγε ένας καθηγητής μου: να «συζητήσουμε» μαζί τους, να τους «ακούσουμε», να «συνδιαλαγούμε» σιωπηρά (ή και φωναχτά, όπως συνηθίζει ένας φίλος), να καθίσουμε να πιούμε έναν καφέ, ένα τσάι ή ακόμα κι ένα κρασί μαζί τους, να ανταλλάξουμε απόψεις και,επ’ ευκαιρία, να επανεξετάσουμε τις δικές μας.
Εάν καλέσουμε έναν φιλόσοφο να μοιραστεί ένα ποτηράκι μαζί μας, να είστε σίγουροι πως θα έρθει, θα μας «ακούσει», δίχως να διακόπτει ή να μας κρίνει, με την υπομονή και την κατανόηση που του έχει χαρίσει ένας αιώνιος βίος. Δεν είναι υπέροχο αυτό; Δεν είναι ένα ταξίδι μέσα στον χρόνο;
Και το μόνο που χρειάζεται να κάνουμε για να το επιτύχουμε, είναι να ξεπεράσουμε την λανθασμένη αυτή εικόνα που έχει «σμιλευτεί» μέσα μας – δηλαδή, το δέος πίσω απ’ το οποίο φωλιάζει ο φόβος ότι δε θα τους καταλάβουμε.
Γιατί να μην τους καταλάβουμε; Δηλαδή, τον/την σύντροφό μας, τους κολλητούς μας, τους καταλαβαίνουμε καλύτερα; Ή το αφεντικό μας, ή τη γειτόνισσα; – για να μην αναφέρω τους γονείς και τα παιδιά μας. Αν μη τι άλλο, ένας φιλόσοφος φέρει τη φερεγγυότητα και μια εγγύηση αιώνων. Κάτι πρέπει να σημαίνει αυτό. Ο/η σύντροφός μας, που δεν κατανοούμε, τι είδους εγγύηση φέρει;
Σοβαρά τώρα, απαντήστε.