Ενδοοικογενειακή βία- αντιμετωπίστε την!
Είναι σημαντικό να τονιστεί πως η ενδοοικογενειακή βία είναι ένα συχνό φαινόμενο και δε διαφοροποιείται στις κοινωνικές τάξεις ή στην εθνικότητα. Η ενδοοικογενειακή βία ορίζεται ως η κατάσταση στην οποία ένα μέλος της οικογένειας δέχεται βία (σωματική, σεξουαλική, απειλές, ψυχολογική βία κ.α) από κάποιο άλλο μέλος της οικογένειας. Σύμφωνα με στοιχεία που προέκυψαν από έρευνα της Τηλεφωνικής Γραμμής SOS 15900 της Γενικής Γραμματείας Ισότητας Φύλων, η ενδοοικογενειακή βία αναδεικνύεται πρωταθλήτρια ανάμεσα σε άλλες μορφές βίας κατά των γυναικών.
Τα ποσοστά βίας μέσα στην οικογένεια δείχνουν να αυξάνονται τα τελευταία χρόνια, σαν αποτέλεσμα και των δύσκολων κοινωνικο-οικονομικών συνθηκών που βιώνουμε. Στην ελληνική κοινωνία τροχοπέδη στην εξομάλυνση των φαινομένων βίας αποτελεί η δομή της ελληνικής οικογένειας, η οποία λειτουργεί βάσει της αρχής «τα εν οίκω μη εν δήμω », όπου τα θύματα λόγω ενοχής και ενδεχόμενης ντροπής που βιώνουν δεν αποκαλύπτουν τη βία που υφίστανται.
Οι κακοποιημένες γυναίκες συνήθως παρουσιάζουν χαμηλή αυτοεκτίμηση που αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση παθητικής συμπεριφοράς απέναντι στις βίαιες συμπεριφορές. Αισθάνονται φόβο, όμως μπορεί να εμφανίσουν και εξάρτηση απέναντι στο σύζυγο και να πιστέψουν ότι οι ίδιες ευθύνονται για την κακοποίηση που βιώνουν. Για αυτούς τους λόγους, οι γυναίκες που δέχονται την κακοποίηση σπάνια εγκαταλείπουν το οικογενειακό τους περιβάλλον. Εκλογικεύουν την κατάσταση γιατί πιστεύουν πως εάν διαλυθεί η οικογένεια, τα παιδιά θα κουβαλούν το στίγμα των χωρισμένων γονιών. Ακόμη και όταν φτάσουν στο σημείο να χρειάζονται νοσηλεία από τη βία που τους έχει ασκηθεί, ένα μεγάλο ποσοστό γυναικών δηλώνουν πως είναι ακόμη ερωτευμένες με τους συζύγους τους και προσμένουν μια αλλαγή στη συμπεριφορά τους ώστε να τα ξεχάσουν όλα και να είναι και πάλι ευτυχισμένες.
Τα θύματα κακοποίησης βιώνουν σοβαρές επιπτώσεις σε όλους τους τομείς της ζωής τους. Από σωματικές βλάβες μέχρι σοβαρά ψυχικά προβλήματα. Τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας συνήθως βιώνουν άγχος και είναι πολύ πιθανό να πληρούν κριτήρια για κάποια αγχώδη διαταραχή. Μια ακόμη σοβαρή επίπτωση είναι το μετατραυματικό στρές που μπορεί να βιώσουν, δηλαδή η αναβίωση ενοχλητικών σκηνών του παρελθόντος. Ο ύπνος τους είναι διαταραγμένος από εφιάλτες που σχετίζονται με την κακοποίηση που έχουν δεχθεί. Τα προβλήματα αυτά οδηγούν τα άτομα στην απομόνωση τόσο του φιλικού, όσο και του οικογενειακού τους περίγυρου. Επιπλέον, επηρεάζεται και ο ρόλος τους ως μητέρες και αυτό εκδηλώνεται απέναντι στη σχέση τους με τα παιδιά. Είναι πιθανή ακόμη και η κακομεταχείριση των παιδιών από την ίδια την μητέρα.
Για την αντιμετώπιση λοιπόν της ενδοοικογενειακής βίας χρειάζονται δραστικά μέτρα. Η γυναίκα θα πρέπει να βρεί το θάρρος να αναζητήσει βοήθεια για την κατάσταση την οποία βιώνει. Μπορεί να στηριχτεί σε κοντινά πρόσωπα, αλλά και στις αρμόδιες υπηρεσίες για φαινόμενα κατά της βίας, σε νομική και ψυχολογική υποστήριξη ώστε να εγκαταλείψει τις οδυνηρές συνθήκες ζωής. Μπορεί να αναζητήσει στήριξη και σε ιδιώτες επαγγελματίες ψυχικής υγείας, ώστε να καθοδηγήσουν για τον τρόπο διαχείρισης καταστάσεων ενδοοικογενειακής βίας.
Άτομα που έχουν υπάρξει δέκτες τέτοιου είδους βίας μπορούν να απευθυνθούν για βοήθεια στη γραμμή SOS ΔΙΠΛΑ ΣΟΥ κατά της οικογενειακής βίας, του Δικτύου Γυναικών Ευρώπης, στην Τηλεφωνική Γραμμή Άμεσης Κοινωνικής Βοήθειας, στο Κέντρο Υποστήριξης Γυναικών (Κ.Κ.Υ.Γ) και σε φορείς φιλοξενίας και στήριξης.
Τέλος, θα πρέπει να θυμόμαστε πως η άσκηση βίας και η κακοποίηση αποτελούν παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Στη χώρα μας αναγνωρίζονται ως εγκλήματα και τιμωρούνται (ν. 3500/2006).
Βία κατά των γυναικών
Είναι κάθε πράξη ή απειλή πράξης βίας που συνδέεται με το φύλο και οδηγεί ή ενδέχεται να οδηγήσει σε σωματικές, σεξουαλικές, ψυχολογικές βλάβες ή σε ταλαιπωρία της γυναίκας. Θύματα βίας γίνονται γυναίκες διαφόρων ηλικιών, φύλων, μορφωτικού και οικονομικού επιπέδου. Η ανοχή στην άσκηση βίας ή την απειλή βίας πλήττει το βιοτικό επίπεδο, την προσωπικότητα και την αξιοπρέπεια των γυναικών.
[4η Παγκόσμια Συνδιάσκεψη για τη Γυναίκα, Πεκίνο, 1995]