Δυσλεξία: ένας παρεξηγημένος φίλος

Συντάκτης: Μαρία Τατιάνα Πινακούλα

Γνωρίζατε ότι το να έχει κάποιος δυσλεξία δεν είναι και τόσο καταστροφικό για έναν άνθρωπο; Πολλοί έχουν διαγνωστεί με δυσλεξία και παρ’ ολ’ αυτά έχουν επιτύχει στη ζωή τους και μάλιστα έχουν γίνει διάσημοι όπως ο Tom Cruise, η Jennifer Aniston, ο Keanu Reeves και πολλοί άλλοι.

O όρος «μαθησιακές δυσκολίες» (ΜΔ) χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα σύνολο διαταραχών που μειώνουν την ικανότητα του ατόμου να επικοινωνήσει ή να μάθει. Στις «ειδικές μαθησιακές δυσκολίες» ειδικότερα, εντάσσεται το λεγόμενο φαινόμενο της δυσλεξίας, καθώς αυτή αφορά έναν συγκεκριμένο τομέα επιρροής του ατόμου και δεν έχει γενικευμένη μορφή.

Με άλλα λόγια, επηρεάζονται κυρίως τομείς σχετικοί με την ανάγνωση, την γλώσσα, την ομιλία, την γραφή ή και την αριθμητική. Οι περιβαλλοντικοί και συναισθηματικοί παράγοντες είναι από τις κύριες αιτίες αυτών, αλλά μπορεί να ευθύνεται και κάποια αναπτυξιακή δυσλειτουργία, ενώ πολλές φορές οι λόγοι τείνουν να είναι και κληρονομικοί.

Στα παλαιότερα χρόνια μαθητές οικείας διαταραχής δεν ήταν σε θέση να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του σχολείου, καθώς οι διδακτικές μέθοδοι δεν ήταν προσιτές και προγραμματισμένες για παρόμοιες περιπτώσεις παιδιών. Ακόμα, οι εκπαιδευτικοί δεν ήταν ενημερωμένοι για τέτοιου είδους εκδηλώσεις και υπολείπονταν σε ειδικές γνώσεις περί αυτού του θέματος, με αποτέλεσμα οι συγκεκριμένοι μαθητές να εμφανίζουν όλο και μεγαλύτερη στασιμότητα στις σχολικές τους επιδόσεις.

Μέχρι και σήμερα παρατηρούνται περιπτώσεις δασκάλων, οι οποίοι δεν είναι κατάλληλα καταρτισμένοι και ενδεικτικές συμπεριφορές παιδιών με συναφείς δυσκολίες μάθησης, τις εκλαμβάνουν ως δείγματα τεμπελιάς και αντιδραστικότητας.

Αντίστοιχη είναι και η αντίδραση πολλών γονιών που αγνοούν την πραγματική φύση της δυσλεξίας, αντιμετωπίζοντας την κατάσταση των παιδιών τους με δραματικό τρόπο, χωρίς στην πραγματικότητα να υπάρχει λόγος, ενώ δεν λείπουν και οι χλευαστικές συμπεριφορές εκ μέρους των συνομηλίκων τους, τυπικής ανάπτυξης.

Η «άτσαλη» προσέγγιση των εν λόγω μαθητών συνεπάγεται, πέρα από σχολικές αποτυχίες, ψυχολογικά και κοινωνικά συμπλέγματα, καθώς αυτοί αισθάνονται ένοχοι γι’ αυτό που τους συμβαίνει και κοινωνικά περιθωριοποιούνται, έχοντας χαμηλή αυτοεκτίμηση και πίστη.

Διάφοροι, κατά καιρούς, είναι αυτοί που τους χαρακτηρίζουν νοητικά υστερούντες, ωστόσο η συγκεκριμένη ελλειμματική μορφή σε καμία περίπτωση δεν σχετίζεται με ένα τέτοιο γεγονός. Αντίθετα οι συχνότεροι φορείς αυτής, χαρακτηρίζονται από φυσιολογική έως και ανώτερου επιπέδου νοητική ικανότητα.

Πλέον, οι δυσκολίες μάθησης μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά και να φτάσουν σε ένα ικανοποιητικό σημείο βελτίωσης. Πρώτα απ’ όλα, καθίσταται αναγκαία η πλήρης ενημέρωση του διδάσκοντος για το συνολικό προφίλ των μαθητών, ώστε να γνωρίζει τον τρόπο διαχείρισης τους.

Επιπρόσθετα, το εκπαιδευτικό σύστημα καλείται να προσαρμοστεί στις ανάγκες των μικρών μας φίλων, αξιοποιώντας διάφορες δραστηριότητες. Για παράδειγμα, όσον αφορά τις περιπτώσεις δυσλεξίας, εύρεση λέξεων που ομοιοκαταληκτούν, αντιστοίχιση όμοιων λέξεων, ανάλυση προτάσεων σε λέξεις και άλλα, αποτελούν μερικές από τις ασκήσεις στις οποίες μπορούν τα παιδιά να επιδοθούν.

Το σχολείο, λοιπόν, βάσει της συμπεριληπτικής αρχής, πρέπει και μπορεί να είναι για όλους, ανεξαιρέτως. Με την συνεργασία των εκπαιδευτικών, γενικών και ειδικών αντίστοιχα, το άτομο δύναται να ακολουθήσει ορισμένες καινοτόμες μεθόδους από τις οποίες και θα επωφεληθεί σε μεγάλο βαθμό, έχοντας συνεχή ανατροφοδότηση, η οποία θα τον βοηθάει στα μετέπειτα βήματά του.

Μην ξεχνάτε, όμως, πως το κλειδί για μία αποτελεσματική παρέμβαση είναι η πρώιμη παρέμβαση. Όπως γράφει και η Badian, μία σημαντική ερευνήτρια στον οικείο χώρο: «Όταν η διάγνωση της δυσλεξίας γίνεται στις πρώτες δύο τάξεις του Δημοτικού σχολείου, περίπου το 80% των παιδιών με τη διαταραχή αυτή μπορούν να επανέλθουν στην ομαλή σχολική τους εργασία».

Συντάκτης: Μαρία Τατιάνα Πινακούλα,

Influence:

Αρθρογράφος του flowmagazine.gr.