Η βία απαιτεί συστηματική αντιμετώπιση. Πώς μπορούν οι γονείς να συγκρατήσουν την επιθετικότητα του παιδιού τους και να τροποποιήσουν τη …
Διαταραχή Διαγωγής: Αίτια, Διάγνωση, Θεραπευτική Αντιμετώπιση
Τα τελευταία χρόνια η ραγδαία αύξηση της παιδικής εγκληματικότητας απασχολεί έντονα την εκπαιδευτική κοινότητα αλλά και τους ειδικούς, που προσπαθούν να αιτιολογήσουν αυτή την έξαρση των εκδηλώσεων αντικοινωνικής και παραβατικής συμπεριφοράς των παιδιών & εφήβων.
Οι μορφές αυτές αντικοινωνικής συμπεριφοράς περιγράφονται με τον όρο «διαταραχή διαγωγής». Η διαταραχή διαγωγής έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή της ως διαγνωστική κατηγορία το 1980 στο 3o Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (DSM–III). Ο όρος αυτός της ψυχοπαθολογίας, βέβαια, καλύπτει ένα πολύ ευρύ φάσμα μορφών συμπεριφοράς· πρόκειται δηλαδή για ένα πολύπλοκο φαινόμενο για την μελέτη του οποίου πρέπει να λάβουμε υπόψη μια σειρά παραγόντων που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και καθορίζουν τη μορφή, την έκταση και την σοβαρότητα των συμπτωμάτων που θα εκδηλωθούν, καθώς και την πρόγνωση και την καλή ή κακή εξέλιξη της διαταραχής.
-
Αποτελεί όμως πραγματικά η διαταραχή διαγωγής μια παθολογική συμπεριφορά ή μήπως πρόκειται για μια λειτουργική αντίδραση ορισμένων ατόμων που βρίσκονται σε επιθετικά περιβάλλοντα που υποθάλπουν την εγκληματικότητα;
Οι περισσότεροι ειδικοί συγκλίνουν στην άποψη ότι η εκδήλωση αντικοινωνικής συμπεριφοράς είναι πολυπαραγοντικής αιτιολογίας και πρέπει να αντιμετωπίζεται ως προϊόν αλληλεπίδρασης εγγενών & περιβαλλοντικών παραγόντων.
Συγκεκριμένα, η εκδήλωση της διαταραχής διαγωγής μπορεί να οφείλεται σε:
-
Βιολογικούς παράγοντες (επίπεδο διέγερσης του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος και γενετική-ίσως-προδιάθεση)
-
Οικογενειακούς παράγοντες (μια πιθανή διαταραχή διαγωγής στους γονείς μπορεί να αποτελέσει ισχυρό προγνωστικό παράγοντα για την εμφάνιση αυτής και στα παιδιά).
-
Κοινωνικούς παράγοντες (οι κακές συνθήκες διαβίωσης, η φτώχεια, η ύπαρξη περιθωριακών ομάδων και ο υψηλός δείκτης εγκληματικότητας στη γειτονιά, έχουν από παλιά συνδεθεί με την εκδήλωση παραπτωματικής συμπεριφοράς στα παιδιά και τους εφήβους).
- Είναι εύκολο να γίνει σωστή διάγνωση της διαταραχής διαγωγής; Διαφέρει μεταξύ των κοριτσιών και των αγοριών;
Δυστυχώς, η υψηλή συννοσηρότητα της διαταραχής διαγωγής με άλλες διαταραχές και η αλληλοεπικάλυψη των συμπτωμάτων τους, καθιστούν ιδιαίτερα δύσκολη την ορθή διάγνωση η οποία μπορεί να διαφέρει ανάλογα και με το φύλο και την ηλικία του παιδιού. Ενώ τα αγόρια εμφανίζουν συνήθως τις πιο επιθετικές μορφές συμπεριφοράς της διαταραχής, τα κορίτσια μπορεί να εμφανίσουν τη διαταραχή διαγωγής με μια έμμεση ή συγκεκαλυμμένη επιθετικότητα, κάτι που ίσως εξηγεί το γεγονός της συχνότερης διάγνωσης της νόσου στα αγόρια απ’ ότι στα κορίτσια (χωρίς αυτό τελικά να σημαίνει πως είναι συχνότερη η διαταραχή στα αγόρια απ’ ότι στα κορίτσια). Έτσι λοιπόν, προκειμένου ο ειδικός να καταλήξει σε έγκυρα συμπεράσματα, κρίνεται απαραίτητη η χρήση ποικίλων διαγνωστικών μέσων, καθώς και πληροφοριών από διαφορετικά πρόσωπα και περιβάλλοντα που σχετίζονται με το παιδί.
-
Ποια είναι τελικά η έκβαση της διαταραχής;
Η έκβαση της διαταραχής διαγωγής επίσης διαφοροποιείται σε σχέση με το φύλο. Ενώ στα αγόρια η διάγνωσή της αποτελεί συχνά προγνωστικό παράγοντα για εμφάνιση αντικοινωνικής διαταραχής της προσωπικότητας, στα κορίτσια η πρόγνωση αναφέρεται κυρίως σε αγχώδεις διαταραχές & διαταραχές της διάθεσης.
Επίσης σημαντικός παράγοντας που θα επηρεάσει την έκβαση της νόσου, είναι η ηλικία έναρξης της διαταραχής, αφού συχνά, τα παιδιά που εκδηλώνουν τα πρώτα συμπτώματα πριν την ηλικία των 10 ετών έχουν περισσότερες πιθανότητες να τα διατηρήσουν, αλλά και να τα επαυξήσουν στην εφηβεία. Αντιθέτως, τα παιδιά που θα εμφανίσουν τα πρώτα συμπτώματα μετά την ηλικία των 10 ετών, επιδεικνύουν βελτίωση της συμπεριφοράς καθώς μεγαλώνουν.
-
Υπάρχει θεραπεία;
Η θεραπευτική αντιμετώπιση συχνά χρειάζεται να πάρει τη μορφή της χρόνιας παρέμβασης και απαιτεί το συνδυασμό διάφορων θεραπευτικών προσεγγίσεων που θα έχουν στόχο τον έλεγχο και όχι την πλήρη αποκατάσταση των συμπτωμάτων. Τα άτομα με διαταραχή διαγωγής, καθώς και οι οικογένειές τους, χρειάζονται συνεχή στήριξη για την αντιμετώπιση των ακαδημαϊκών, συναισθηματικών και κοινωνικών προβλημάτων που προκαλεί η διαταραχή.
Κλείνοντας, η εκπαίδευση των γονέων και η εκμάθηση κοινωνικών δεξιοτήτων και δεξιοτήτων επίλυσης προβλημάτων (Τι είναι οι δεξιότητες ζωής και σε τι μας χρησιμεύουν;) είναι οι πιο διαδεδομένες και αποτελεσματικές μέθοδοι/προσεγγίσεις με θετικά αποτελέσματα, ακόμα και για παιδιά και εφήβους με πολύ σοβαρή συμπτωματολογία.