“Δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα”
Το θέμα του άρθρου είναι ολίγον τι ευαίσθητο, έως παρεξηγήσιμο, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να φανεί κυνικό. Όμως δεν είναι. Απλά περιγράφει ρεαλιστικά την πραγματικότητα.
Ζούμε σε μια κοινωνία ανταλλαγής. Δίνω προσβλέποντας σε αντάλλαγμα. “Do ut dos“, που λέγαν οι λατίνοι, “δίνω για να δώσεις“. Δουλεύω για να αμειφθώ. Πληρώνω για να πάρω ό,τι αγοράζεται. Δίνω φακελάκι στο γιατρό για να κερδίσω την προσοχή του (που έτσι κι αλλιώς δικαιούμαι, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία). Ανάβω κερί για να εισακουστεί η δέησή μου. Κάνω τάμα στον άγιο για να μου κάνει την χάρη. Αγαπώ για να αγαπηθώ. Κάνω δώρο για να μου κάνουν δώρο ή για να κερδίσω την εύνοια του δωρολήπτη ή ακόμη να του ρίξω στάχτη στα μάτια σαν τους Δαναούς, σύμφωνα με το ομηρικό “φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντας” δηλαδή “να φοβάσαι τους Δαναούς ακόμη κι όταν σου φέρνουν δώρα”.
Αντάλλαγμα υπάρχει ακόμη κι αν δεν είναι φανερό. Προσφέρω εθελοντική εργασία επειδή αποβλέπω όχι σε υλική αμοιβή, αλλά στην ψυχική μου ικανοποίηση. Το ίδιο κι όταν προβαίνω σε αγαθοεργίες. Ακόμη και ο ασκητής, που αφιερώνει ολόκληρη την ζωή του στο Θεό περιμένει αντάλλαγμα: την αγιοσύνη ή, έστω, μια θέση στον παράδεισο…
Η ζωή μας είναι ένα διαρκές δούναι και λαβείν. Γύρω από αυτό ελίσσεται όλο το πλέγμα των ανθρώπινων εκδηλώσεων, κοινωνικών, επαγγελματικών και κάθε είδους. Αυτό δεν είναι πάντοτε μεμπτό ή ανήθικο. Απλά, υπάρχει.
Υπάρχουν περιπτώσεις προσφοράς χωρίς προσδοκώμενο αντάλλαγμα; Βεβαίως, ναι! Παράδειγμα, οι αλτρουιστές, όπως οι δυο νεαροί πακιστανοί μετανάστες που παρασύρθηκαν από την ερχόμενη αμαξοστοιχία στην προσπάθειά τους να μετακινήσουν αυτοκίνητο ημεδαπών ακινητοποιημένο επάνω στις γραμμές. Άλλο παράδειγμα, η προσφορά του γονιού στο παιδί (αν και μπορεί να υποστηριχθεί ότι η ανταμοιβή είναι η διαιώνιση των γονιδίων τους). Όμως αυτές είναι εξαιρέσεις που δεν αναιρούν τον κανόνα.
Ο λόγος για τον οποίο γράφτηκε αυτό το άρθρο είναι για να υπενθυμίσει στον αναγνώστη στο ότι η αποδοχή δώρου δημιουργεί υποχρέωση. Στο χέρι του παραλήπτη είναι να αποφασίσει αν θα το δεχθεί ή όχι. Όταν ο κάποιος ζητάει μια χάρη από τον μαφιόζο “νονό” εκείνος σκύβει και του λέει στο αυτί: “Θα γίνει. Αλλά να θυμάσαι ότι κάποτε θα σου ζητήσω να μου το ξεπληρώσεις”.
Προς αποφυγήν τέτοιων υποχρεώσεων, στην αμερικανική τράπεζα που εργάστηκα δεν ήταν αποδεκτή η λήψη δώρων από πελάτες (συνήθως καλάθι με ποτά, στις γιορτές) αξίας άνω των 100 δολαρίων. Μάλιστα, ένας συνάδελφος μού σκάρωσε μια αθώα φάρσα. Όταν τον ρώτησα γιατί καθόταν συλλογισμένος στο γραφείο του, μου έδειξε μια μεταλλική πλάκα σε λαμπερό, κίτρινο χρώμα με την ανάγλυφη επιγραφή “Gold 1 kilo”. Του την έστειλε ένας πελάτης του, γνωστός ιδιοκτήτης κρουαζιερόπλοιων, και δεν ήξερε τι να κάνει. “Αν την επιστρέψω μπορεί να προσβληθεί”, μου είπε. “Ρώτησε τον γενικό διευθυντή” τον συμβούλεψα. Έβαλε τα γέλια. “Έλα, πλάκα κάνω. Είναι διαφημιστικό πρες παπιέ από γυαλισμένο χαλκό. Το αστείο είναι πως όταν εισήχθησαν στην Ελλάδα, οι τελωνειακοί δεν πίστεψαν πως είναι ψεύτικα και έστειλαν δείγμα στο χημείο του κράτους”.
Στον επαγγελματικό ή στον ιδιωτικό τομέα, στο χέρι του καθενός είναι να κρίνει τις συνέπειες της αποδοχής ενός δώρου, οποιασδήποτε μορφής, μικρού ή μεγάλου, και να πράξει ανάλογα. Αρκεί να θυμάται πάντα πως “there is not such a thing as a free lunch“, δηλαδή, δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα…