Η υπερανάλυση των σκέψεών σας μπορεί να χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενες σκέψεις προηγούμενων γεγονότων, που σας έχουν δημιουργήσει άγχος ή θλίψη, …
Από το «αναλύω» στο «υπεραναλύω»
Όλοι μας αντιμετωπίζουμε προβλήματα και διλήμματα, μικρά ή μεγάλα, καθημερινά ή σοβαρότερα, και προσπαθούμε να βρούμε λύσεις σε αυτά. Η λύση συχνά έρχεται μέσα από τη μεθοδική ανάλυση των παραμέτρων. Ποια είναι, όμως, τα όρια ανάμεσα στην ανάλυση και την υπερανάλυση;
Στην προσπάθειά μας να προετοιμαστούμε όσο το δυνατόν καλύτερα για την επόμενη μέρα και τις νέες άγνωστες καταστάσεις που θα μας φέρει, καταστρώνουμε σχέδια ή πλάνα, αναλύοντας συχνά κάθε πιθανή έκβαση. Η αναλυτική αυτή ικανότητα είναι ιδιαίτερα σημαντική, αφού μας βοηθά να ζυγίσουμε μια κατάσταση και να πάρουμε τη σωστή επιλογή βάσει των δεδομένων.
Η ανάλυση, παράλληλα, τονώνει τη διάθεση και το ηθικό, μιας και, αναλύοντας κανείς, αισθάνεται πιο υπεύθυνος καθώς γνωρίζει περισσότερες λεπτομέρειες κι, επομένως, νιώθει πιο οργανωμένος ή έτοιμος. Πώς φτάνουμε, λοιπόν, από αυτήν την παραγωγική ανάλυση στην εξουθενωτική υπερανάλυση;
Πού διαφέρει η ανάλυση από την υπερανάλυση;
Η προετοιμασία και ο σχεδιασμός αποτελούν διαδικασίες της ανάλυσης, τα οποία στοχεύουν στην αντιμετώπιση των προβλημάτων. Αναλύοντας τα δεδομένα, μπορεί να βρείτε έναν δημιουργικό τρόπο αντιμετώπισης μιας δυσκολίας ή να προσπαθήσετε διαφορετικά ώστε να μην επαναλάβετε κάποιο λάθος. Είτε ασχολείστε με προσωπικά ζητήματα, είτε με προβλήματα που αφορούν τη δουλειά ή και οικονομικά διλήμματα, η αναλυτική σκέψη μπορεί να σας βοηθήσει να ξεπεράσετε τα εμπόδια. Εάν, όμως, περνάτε ώρες αναλύοντας τα προβλήματά σας, ίσως να δημιουργείτε μεγαλύτερη δυσκολία στον εαυτό σας. Όταν η διάθεσή σας δεν είναι καλή και εστιάζετε σε πράγματα που δεν σας κάνουν να αισθάνεστε όμορφα, αναμενόμενο είναι να αισθανθείτε χειρότερα.
Όταν δηλαδή είστε αγχωμένοι ή ταραγμένοι, το να φαντάζεστε άσχημα πράγματα που μπορεί να συμβούν, δεν θα σας προετοιμάσει αλλά, αντίθετα, θα σας κρατήσει «κολλημένους» σε μια κατάσταση αέναου άγχους. Η διαφορά, λοιπόν, ανάμεσα στην ανάλυση και στην υπερανάλυση δεν έχει να κάνει με το χρόνο που επενδύετε αλλά με το πού εστιάζετε ή, διαφορετικά, με τον τρόπο που σκέφτεστε. Για να καταλάβετε περί τίνος πρόκειται αναρωτηθείτε τα εξής:
Πώς θα το καταλάβω;
Υπάρχει λύση στο πρόβλημα μου; Εάν η απάντηση είναι θετική, τότε σκεφτείτε τρόπους για να επιλύσετε το ζήτημα. Ορισμένα προβλήματα, ωστόσο, δεν μπορούν να λυθούν, όπως ένα τραυματικό γεγονός που έχει συμβεί στο παρελθόν. Το να σκέφτεστε πράγματα, σαν και αυτό, με έναν μη παραγωγικό τρόπο πιθανότατα να είναι επιζήμιο για την ψυχολογία και τη διάθεσή σας.
Εστιάζω στο πρόβλημα ή ψάχνω για λύση; Όταν αντιμετωπίζετε ένα πρόβλημα, είναι καλό να εστιάζετε στη λύση του, να σκέφτεστε δηλαδή τι μπορείτε να κάνετε για να το λύσετε κι έπειτα να οργανώνετε ένα πλάνο. Με αυτόν τον τρόπο, η ψυχολογία σας ανεβαίνει, αφού εστιάζετε στη λύση κι όχι στο πρόβλημα αυτό καθαυτό. Αν πιάσετε τον εαυτό σας να σκέφτεται τη χειρότερη πιθανή έκβαση και να εστιάζει μόνο σε αυτήν, τότε πιθανότατα υπεραναλύετε την κατάσταση, δημιουργώντας προβλήματα από το «πουθενά».
Τι καταφέρνω όταν σκέφτομαι έτσι; Παρατηρήστε τις σκέψεις που κάνετε και αναρωτηθείτε τι είναι αυτό που πραγματικά κερδίζετε από αυτές. Αν διαπιστώσετε ότι εστιάζετε στο πρόβλημα παρά στη λύση ή ότι αισθάνεστε πολύ πιο αγχωμένοι, τότε πιθανότατα, χωρίς να το καταλάβετε, έχετε υπεραναλύσει την κατάσταση, γεγονός που σημαίνει ότι έχει έρθει η ώρα για αλλαγή στάσης.
Πηγή: vita.gr