Το Chefchaouen είναι μία μικρή πόλη στο βόρειο Μαρόκο, χτισμένη στις παρυφές της οροσειράς Ριφ. Αντίθετα με τις υπόλοιπες μεγάλες …
Το Σαράι Ντολμάμπαχτσέ
Το παλάτι που φέρει την περιγραφική ονομασία Dolma (γεμάτος) και bahçe (κήπος) στολίζει την ευρωπαϊκή ακτή του Βοσπόρου, στην Κωνσταντινούπολη. Είναι ένα ανάκτορο εμβληματικό μεν, της επιβλητικής αρχιτεκτονικής των διοικητικών κτιρίων της Υψηλής Πύλης, κατά την υιοθέτηση ωστόσο, του ευρωπαϊκού ρυθμού, ως αποτέλεσμα της προσπάθειας της χαλάρωσης του απολυταρχικού χαλιφάτου. Το μέρος όπου οικοδομήθηκαν τα ανάκτορα ήταν ένας κόλπος που χρησίμευε ως αγκυροβόλιο του οθωμανικού (τουρκοαιγυπτιακού) στόλου και τα ανάκτορα καταλαμβάνουν την έκταση των 110 τετραγωνικών μέτρων.
Η προγενέστερη της ίδρυσης του Dolmabahçe βασιλική κατοικία, υστερούσε σύμφωνα με τον ιδρυτή του και 31ο Σουλτάνο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, Αμπτούλ Μετζίτ Α’, σε σχέση με τις νεοκλασικές και πολυτελείς προδιαγραφές των παλατιών των σύγχρονων του ανακτόρων της Ευρώπης. Αποτέλεσμα ήταν η ανάληψη του έργου της δημιουργίας αυτού του μοναδικού συνονθυλεύματος της Ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής και διακόσμησης, διατηρώντας ωστόσο την επιβλητικότητα και τον πλούτο από την Ανατολή κατά το 1843 έως το 1856, ημερομηνία ολοκλήρωσής του. Το ανάκτορο Dolmabahçe χτίστηκε στην έκταση του μέχρι πρότινος Beçiktas Sahil Palace. Αρχιτέκτονες υπήρξαν οι Garabet Balyan, ο γιος του Nigoğayos Balyan και ο Evanis Kalfa, όλοι τους μέλη της αρμενικής οικογένειας των Balyan, και αρχιτεκτόνων της αυλής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Το ανάκτορο εξυπηρέτησε τη λειτουργία του διοικητικού έργου της Οθωμανικής αυτοκρατορίας από το 1856 έως το 1887 και ύστερα ξανά από το 1909 έως και την κατάργηση του θεσμού του χαλιφάτου το 1924. Υπήρξε η θερινή κατοικία και διοικητική έδρα του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, του Ιδρυτή και Προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας (1881-1938) , η κατοικία επίσης όπου άφησε την τελευταία του πνοή από κίρρωση του ήπατος, ασθένεια από την οποία υπέφερε λόγω του πάθους του Ατατούρκ με το αλκοόλ. Όλα τα ρολόγια των ανακτόρων είναι σταματημένα στην ώρα του θανάτου του ηγέτη του Τουρκίας, 9:05 της 10ης Νοεμβρίου του 1938.
Από το 1960 το παλάτι λειτουργεί ως μουσείο και βρίσκεται υπό το καθεστώς της μέριμνας της Μεγάλης Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης.
Τα ανάκτορα του Dolmabahçe οικοδομούνται κατά την ιστορική περίοδο του Τανζιμάτ (1839-1876) στην Οθωμανική αυτοκρατορία, η οποία σημειοδοτεί μία τάση φιλελευθεροποίησης της χώρας παράλληλη εγκατάλειψη ου απολυταρχικού καθεστώτος των προνομίων και των ανελευθεριών στο εσωτερικό της χώρας. Με πρωτοπόρο τον προκάτοχο Αμπντούλ Μετζίτ του Α’, τον Σουλτάνο Μαχμούτ Β’, οι μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ κρίθηκαν αναγκαίες μετά τη διάλυση του τουρκοαιγυπτιακού στόλου, το 1827 από τον ενωμένο στόλο των Μεγάλων Δυνάμεων προκειμένου να προληφθεί η διάλυση των στρατιωτικών και διοικητικών δομών του οθωμανικού κράτους. Ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β’ αναγκάστηκε σε υποχώρηση μπροστά στην ανάγκη της διασφάλισης της διπλωματικής υποστήριξης των Μεγάλων Δυνάμεων, με αναγκαία συνθήκη την κατάργηση των διακρίσεων σε βάρος των Χριστιανών υπηκόων του κράτους. Σηματοδοτείται λοιπόν σταδιακά, μία εποχή εκσυγχρονισμού και μεταρρυθμίσεων από τον Μαχμούτ Β’ , η οποία επρόκειτο να κληροδοτηθεί από τον διάδοχό του στο θρόνο, του Αμπντούλ Μετζίτ Α’, ο οποίος, κατόπιν πιέσεων από τις Μεγάλες Δυνάμεις με πρωτοστατούσα τη Ρωσία, προχωρά στην έκδοση του διατάγματος του Χαττ-ι-Σερίφ το 1839 και του Χαττ-ι-Χουμαγιούν το 1856, τα οποία προέβλεπαν την προστασία των χριστιανών υπηκόων από τις διακρίσεις και τις εγγυήσεις για την ισότιμη συμμετοχή τους στο στρατό και τη διοίκηση του κράτους. Επιπλέον, επιχειρήθηκε να διασφαλιστεί ο σεβασμός της ζωής, της τιμής, και της ελευθερίας όλων των υπηκόων της αυτοκρατορίας.
Το πνεύμα λοιπόν του εξευρωπαϊσμού και της φιλελευθεροποίησης αντικατοπτρίζεται και στο κτίριο της διοίκησης του Dolmabahçe: Ξεχωρίζουν τα στοιχεία της διακόσμησης τεχνοτροπίας Μπαρόκ, Ροκοκό και Νεοκλασική, επιρροές που χαρακτήριζαν τα ανάκτορα των ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών της εποχής. Στην πραγματικότητα, η αρχιτεκτονική και ο ρυθμός διακόσμησης του Dolmabahçe συνιστά μία παρθένα σύνθεση: αρκεί να αναλογιστούμε ότι αρχιτέκτονας υπήρξε ο αυλικός αρχιτέκτονας Garabet Balyan και ο γιός του, ενώ το διάκοσμο των ανακτόρων επιμελήθηκε ο Γάλλος Σεσάν και πολλοί ευρωπαίοι καλλιτέχνες. Στο εσωτερικό του παλατιού αντικατοπτρίζεται η αυξανόμενη επιρροή του ευρωπαϊκού αρχιτεκτονικού ρυθμού, τιμώντας ωστόσο παράλληλα την τουρκική τέχνη. Το κυρίαρχο στοιχείο των αιθουσών, που στο σύνολό τους ανέρχονται τις 285, είναι το κρύσταλλο και ο χρυσός. Για την χρυσοποίκιλτη, σαν ανάγλυφη κατασκευή των οροφών των δωματίων χρησιμοποιήθηκαν δεκατέσσερις τόνοι χρυσού. Συνολικά τα ανάκτορα αποτελούνται από 285 δωμάτια, 46 διαδρόμους, έξι χαμάμ και εξηνταοκτώ μπάνια.
Τα ανάκτορο του Dolmabahçe κοσμεί ο μεγαλύτερος πολυέλαιος του κόσμου. Στην αίθουσα του θρόνου λοιπόν, δεσπόζει ο τεσσεράμισι τόνων κρυστάλλινος πολυέλαιος, περιτεχνημένος από κρύσταλλο Βοημίας. Γενικότερα στο ανάκτορο αυτό της Κωνσταντινούπολης φιλοξενείται η πλουσιότερη συλλογή από πολυελαίους που είναι κατασκευασμένοι από κρύσταλλο ποιότητας baccarat και Βοημίας.
Το εσωτερικό του παλατιού διακοσμεί μία σκάλα, σε σχήμα οπλής που είναι φτιαγμένη εξ ολοκλήρου από μπρούτζο, ξύλο μαόνι και κρύσταλλο baccarat.
Η ανέγερση του ανακτόρου του Dolmabahçe κόστισε 5.000.000 οθωμανικές λίρες της εποχής. Το ύψος της δαπάνης ίσως γίνεται ευκολότερα αντιληπτό αν παραθέσουμε ότι αυτό το ποσό ισοδυναμεί στο ένα τέταρτο του ετήσιου προϋπολογισμού του κράτους. Για την ιστορία, αξίζει να αναφερθεί ότι προκειμένου να περατωθεί το μεγαλεπήβολο έργο επήλθε υποτίμηση του νομίσματος της αυτοκρατορίας, μία κίνηση που επιβάρυνε τον οθωμανικό προϋπολογισμό στο σημείο της αδυναμίας πληρωμής των υποχρεώσεων της αυτοκρατορίας προς τις Μεγάλες Δυνάμεις τον Οκτώβριο του 1875, οι οποίες στη συνέχεια, το 1881, επέβαλλαν πολιτική οικονομικής επιτήρησης στην αυτοκρατορία προς συνδρομή του «ασθενούς της Ευρώπης».
Το ανάκτορο υπήρξε η κατοικία και έργο της εκτέλεσης των καθηκόντων για έξι σουλτάνους έως την εποχή της συντονισμένης προσπάθειας εκσυγχρονισμού και εκδημοκρατισμού της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.