Οικοκοινότητες, τι πρεσβεύουν, πως ξεκίνησαν
Με τον όρο οικοκοινότητες (ecovillages ή ecomunicipallities) εννοούμε κοινότητες που παρουσιάζουν, λόγω της κοινωνικής, οικονομικής και οικολογικής τους οργάνωσης, κάποια σημαντικά διαφοροποιά χαρακτηριστικά από το μέσο όρο των ανθρώπινων κοινοτήτων σε μία ευρύτερη περιοχή προς την κατεύθυνση της βιωσιμότητας.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα τέτοιων κοινοτήτων που έχουν δομηθεί από την αρχή ή αναδομηθεί σε υπάρχουσα υποδομή, και τα οποία διατείνονται ότι λειτουργούν ως ισχυρά εναλλακτικά εργαλεία αειφορικής ανάπτυξης.
Σε πολλές περιπτώσεις η στάση και η φιλοσοφία τέτοιων κοινοτήτων έχει διατυπωθεί ως ο αντίποδας πολλών χαρακτηριστικών μίας σύνθετης πραγματικότητας, όπως αυτής της σημερινής μορφής του παγκοσμιοποιημένου πλανήτη και του σύγχρονου καπιταλισμού. Οι κάτοικοι τέτοιων κοινοτήτων έχουν συνειδητές θέσεις σε σχέση με την υπερκατανάλωση αγαθών, τη διατροφική και ενεργειακή αυτονομία, την τοπικότητα και την παγκοσμιότητα, τον σεβασμό και την προστασία του περιβάλλοντος.
Οικοκοινότητες υπάρχουν πολλές σε όλα τα σημεία του πλανήτη, αλλά το κίνημα των οικοκοινοτήτων που αναπτύχθηκε κυρίως στη Βόρειο Αμερική και τη Δυτική Ευρώπη, πρόσφατα γνωρίζει μία ραγδαία άνθηση κυρίως ως αντίδραση στις διεθνείς πολιτικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές εξελίξεις.
Στη χώρα μας δεν διαθέτουμε ακόμα οικοχωριό ή οικοκοινότητα, αυτό όμως δεν μας εμποδίζει να αντλούμε από την πολύτιμη γνώση και εμπειρία των οικοχωριών και των οικοκοινοτήτων που έχουν ως κοινό ζητούμενο την αειφορία και την ολιστική, αρμονική ζωή. Τις οικοκοινότητες και τα οικοχωριά ιδρύουν αστικές ή αγροτικές κοινότητες, ή ομάδες που επιθυμούν να ακολουθήσουν έναν εναλλακτικό τρόπο ζωής. Σε αυτή την επιδίωξή τους, οικειοποιούνται και προωθούν οικολογικές τεχνικές, όπως ο πράσινος σχεδιασμός, οι βιοκαλλιέργειες, η οικολογική δόμηση, η χρήση εναλλακτικών πηγών ενέργειας, και συνολικά έναν ολιστικό τρόπο ζωής, σε ισορροπία με το περιβάλλον και τη φύση.
Οι αρχές στις οποίες βασίζονται οι οικοκοινότητες μπορούν να εφαρμοστούν σε αστικό και υπαίθριο περιβάλλον, όπως επίσης και σε «ανεπτυγμένες» όπως και σε «αναπτυσσόμενες» χώρες. Οι υποστηρικτές των οικοκοινοτήτων συνήθως αναζητούν δομική ανεξαρτησία και όσο το δυνατόν λιγότερο εμπόριο έξω από την οικοπεριοχή τους. Οι υπαίθριες οικοκοινότητες βασίζονται συνήθως σε βιολογική καλλιέργεια, μόνιμη καλλιέργεια (permaculture) καθώς και άλλες πρακτικές που λειτουργούν υπέρ του οικοσυστήματος και της βιοποικιλότητας.
Oικοκοινότητα Φίντχορν
Το οικοχωριό Φίντχορν βρίσκεται στο Μόρεϊ, στη βορειοανατολική ακτή της Σκωτίας, ανάμεσα στο Ίνβερνες και το Αμπερντίν και λειτουργεί σαν φάρος ανάμεσα στις υπόλοιπες οικοκοινότητες του κόσμου. Είναι ιδρυτικό μέλος του Παγκόσμιου Δικτύου Oικοκοινοτήτων, ενός οργανισμού που λειτουργεί ως συντονιστικό κέντρο του δικτύου και προωθεί τα σχέδια δράσης του.
Η ιδέα ενός παγκοσμίου δικτύου οικοκοινοτήτων γεννήθηκε το 1995, στο πρώτο Παγκόσμιο Συνέδριο του Ιδρύματος Φίντχορν, στο οποίο έλαβαν μέρος 400 άτομα και 9 διαφορετικά οικοχωριά. Σήμερα, τα οικοχωριά είναι και βρίσκονται διασκορπισμένα σε όλες τις ηπείρους.
Oι «ρίζες» της οικοκοινότητας του Φίντχορν οδηγούν πίσω στο 1962, χρονιά που οι Πίτερ και Αϊλίν Κάντι έχασαν τη δουλειά τους ως διευθυντές του σκοτσέζικου ξενοδοχείου «Cluny Hill» και, μαζί με τους τρεις γιους τους και την Ντόροθι Μακλίν, εγκαταστάθηκαν ένα μίλι μακριά από το χωριό του Φίντχορν, με σκοπό να ακολουθήσουν μια αντισυμβατική, ολιστική ζωή.
Παρότι η περιοχή ήταν αμμώδης και άγονη, ο κήπος που δημιούργησαν με απόλυτα οικολογικές, βιοδυναμικές μεθόδους τούς παρείχε αυτάρκεια. Σύντομα μάλιστα τους έκανε διάσημους στους εναλλακτικούς κύκλους και αποτέλεσε βασικό πόλο έλξης πολλών επισκεπτών, που έφτασαν μέχρις εδώ για να θαυμάσουν τα υπέροχα οργανικά δώρα της φύσης: τα αγνά λαχανικά, τα μυρωδάτα βότανα, τα δεκάδες είδη λουλουδιών. Κάποιοι από αυτούς αποφάσισαν να εγκατασταθούν στην περιοχή, και το 1972 δημιουργήθηκε από την κοινότητα ένα κοινωφελές ταμείο του Ιδρύματος Φίντχορν, το οποίο 10 χρόνια αργότερα, με τις συνεισφορές και τις διάφορες δραστηριότητές του, αγόρασε τη γη στην οποία κατοικούσαν. Το 1997 το ίδρυμα αναγνωρίστηκε επισήμως ως μη κυβερνητικός οργανισμός συνεργαζόμενος με το Τμήμα Δημοσίων Πληροφοριών των Ηνωμένων Εθνών, και έκτοτε συμμετέχει ενεργά σε διάφορες δραστηριότητες του OΗΕ.