Πασαδόροι καί βαστάζοι, της Αθηνάς Κακούρη
Θεωρώ τα διηγήματα ως ένα μίνι έργο τέχνης. Η μόνη μεγαλύτερη λογοτεχνική ευχαρίστηση που αντλώ από ένα διήγημα που διαβάζω είναι όταν γράφω ένα διήγημα. Μέχρι πριν από αρκετά χρόνια ένα βιβλίο με διηγήματα προξενούσε το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού. Σήμερα θεωρείται αντιεμπορικό και οι εκδότες απορρίπτουν την έκδοσή του πριν το διαβάσουν, εκτός αν υπογράφεται από ένα γνωστό συγγραφέα και αυτό όχι πάντα. Η αναγνωστική προτίμηση έχει στραφεί αναφανδόν στο μυθιστόρημα για λόγους που ξεφεύγουν από το πλαίσιο αυτής της παρουσίασης.
Η πολυτάλαντη συγγραφέας μας Αθηνά Κακούρη συγκέντρωσε διάφορα διηγήματα που είχε κατά καιρούς δημοσιεύσει σε εφημερίδες και περιοδικά, ύστερα από πρόταση του άριστου μεταφραστή και συγγραφέα Ανταίου Χρυσοστομίδη (που δυστυχώς απεβίωσε πρόσφατα), προκειμένου να εκδοθούν όλα μαζί από τις εκδόσεις Καστανιώτη, όπως μας πληροφορεί η ίδια. Οι έντεκα ιστορίες της -μακρότερες ή μικροσκοπικές, εύθυμες, παράξενες, επιστημονικής φαντασίας, αλληγορικές, αστυνομικές ή κωμικές- είναι γραμμένες από το 1963 έως το 2007.
Για να κάνει πιο ενδιαφέρουσα την έκδοσή τους και υπακούοντας στα κελεύσματα των καιρών, η συγγραφέας είχε τη φαεινή ιδέα, που πραγματοποίησε θαυμάσια, να εντάξει αυτές τις ιστορίες μέσα σε ένα μυθιστόρημα. Πώς; Επινόησε μια παρέα γειτόνων που εξαιτίας μιας πολυήμερης απεργίας εργαζομένων στην ηλεκτρική εταιρία μαζεύονται τα βράδια σε ένα σπίτι και εκ περιτροπής διηγούνται από μιαν ιστορία. Ένα εύρημα που παραπέμπει φυσικά στις Χίλιες και μια νύχτες της Χαλιμάς. Η σύνδεση των ιστοριών μεταξύ τους περιέχει και άλλα πρόσωπα που της προσθέτουν αληθοφάνεια.
Ο τίτλος του βιβλίου είναι Πασαδόροι καί βαστάζοι που νομίζω ότι το αδικεί λίγο επειδή το νόημά του δεν είναι άμεσα κατανοητό στον πολύ κόσμο. Όπως εξηγεί η συγγραφέας μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, διά στόματος μιας ηρωίδας της, πασαδόροι είναι εκείνοι που κάνουν πάσα, μεταθέτουν σε άλλους τις δυσκολίες που τους παρουσιάζονται στη ζωή. Βαστάζοι είναι τα θύματα των πασαδόρων που αναλαμβάνουν τις δικές τους ευθύνες, κουβαλώντας τα δικά τους βάρη όπως παλαιότερα οι αχθοφόροι ή χαμάληδες.
Ας δούμε πώς περιγράφεται το βιβλίο στο οπισθόφυλλό του:
Σε μια πόλη όπου το ρεύμα έχει κοπεί λόγω της πολυήμερης απεργίας της Εταιρείας Ηλεκτρισμού, μια παρέα ετερόκλητων ανθρώπων ξαναζεί το κλίμα της παλαιάς γειτονιάς. Χωρίς σύγχρονες πολυτέλειες, χωρίς τηλεόραση, ηλεκτρονικούς υπολογιστές ή ασανσέρ, επιστρέφουν σε μια ατμόσφαιρα ρομαντική αλλά απρόβλεπτη, όπου συμβαίνουν διάφορα περίεργα και μυστηριώδη, κατανοητά ή ακατανόητα.
Ένα δαχτυλίδι εξαφανίζεται, μια παντρεμένη φλερτάρει με έναν άγνωστο, μια γυναίκα επιτίθεται με το αυτοκίνητο της σε έναν ανυποψίαστο γιατρό, ένας άντρας βγαίνει εκτός εαυτού, ένα ζευγάρι παπουτσιών διαταράσσει την καθημερινότητα ενός ζευγαριού ανθρώπων, μια γυναίκα διχοτομείται, ένας ερασιτέχνης αστροφυσικός γίνεται θύμα ενός “κόκκινου γίγαντα”, και άλλα πολλά παράξενα, τραγικά και κωμικά από το παρελθόν ή από το μέλλον, που συναρπάζουν τα μέλη της παρέας και τα καθηλώνουν υπό τό φως των κεριών.
Όταν όμως κάποια στιγμή η απεργία τελειώνει, η ζωή τους θα έχει αλλάξει για πάντα, και όταν η τάξη αποκατασταθεί, τίποτα δεν θα είναι όπως πριν…
Η γοητεία αυτού του βιβλίου έγκειται ακριβώς στην ποικιλία των έντεκα ιστοριών. Μια ποικιλία που έχει να κάνει με το περιεχόμενο αλλά και με το ύφος τους αφού, όπως είπαμε πιο πάνω, γράφτηκαν μέσα σε τέσσερις δεκαετίες κατά τη διάρκεια των οποίων το ύφος της γραφής της συγγραφέως ήταν φυσικό να εξελίσσεται.
Μια ειδική έκδοση του βιβλίου αυτού διενεμήθη τον 2014 με την εφημερίδα “ΤΟ ΒΗΜΑ”.
Ένα βιβλίο που διαβάζεται ευχάριστα, από τη μεγάλη συγγραφέα μας που γεννήθηκε στην Πάτρα το 1928 και, όπως λέει η ίδια, η μεγάλη της ηλικία την βοηθά για να μας ξεναγεί στο παρελθόν του τόπου μας.
Εκδόσεις Καστανιώτη, 2011, 304 σελίδες. Διατίθεται και σε e-book.